Η Ρωσία και οι ΗΠΑ υπέγραψαν πρόσφατα τη νέα Συνθήκη για μείωση των πυρηνικών όπλων, ένα γεγονός το οποίο, στην πραγματικότητα, σημαίνει καταστροφή μόνο λίγων δεκάδων όπλων. Πρόκειται, ωστόσο, για σημαντικό γεγονός επειδή αποκαθιστά τις πολιτικές σχέσεις των δύο χωρών, επιτρέποντας έτσι ακόμη μεγαλύτερη προσέγγιση και συνεργασία στο μέλλον. Η επιστροφή στη στρατηγική των πυρηνικών όπλων αυξάνει το πολιτικό βάρος της Ρωσίας έτσι ώστε να μπορεί να ισχυρίζεται ότι είναι υπερδύναμη.

Μετά την υπογραφή της Συνθήκης οι ΗΠΑ συγκάλεσαν σύνοδο κορυφής για τη μη διασπορά των πυρηνικών, μια διάσκεψη-σταθμό την οποία η κυβέρνηση Ομπάμα καταχωρεί ως σημείο αναφοράς της. Δυο – τρεις συμφωνίες που κλείστηκαν στη διάσκεψη, μολονότι ευπρόσδεκτες, δεν είναι κάτι το σπουδαίοαπλώς έδωσαν την εντύπωση ότι οι ηγέτες του κόσμου είναι έτοιμοι να συνεργαστούν για τη μη διασπορά των πυρηνικών όπλων. Αλλά βρισκόμαστε μόνο στην αρχή των συζητήσεων για τα πυρηνικά όπλα στον σύγχρονο κόσμο. Το παγκόσμιο σύστημα όμως μέσα στο οποίο διεξάγονταν στο παρελθόν οι σχετικές συζητήσεις είναι σχεδόν αγνώριστο, έτσι ώστε να προβάλλουν ερωτηματικά για την ψυχολογία και τις γενικές αντιλήψεις που μας κληροδότησε αυτό το παρελθόν.

Το κέντρο του προβλήματος είναι το εξής: Είναι αυταπόδεικτο ότι τα πυρηνικά όπλα είναι εκτός ηθικής. Μια ατομική βόμβα είναι εκατομμύρια φορές πιο «ανήθικη» από ένα βέλος ή ένα σπαθί, εκατοντάδες χιλιάδες φορές πιο «ανήθικη» από ένα τουφέκι και χιλιάδες φορές πιο «ανήθικη» από ένα πολυβόλο. Αλλά οι πυρηνικές βόμβες έχουν μια συγκεκριμένη «ηθική» διάκριση. Σε αντίθεση με τα άλλα όπλα συνιστούν ένα αποτελεσματικό μέσο πρόληψης μεγάλων πολέμων και μαζικής καταστροφής πληθυσμών, περιουσιών και πολιτισμού που μάστιζαν την ανθρωπότητα σε όλη την ιστορία της.

Η απόρριψη των πυρηνικών και ο αγώνας για την πλήρη εξαφάνισή τους ασφαλώς αποτελούν ηθικές πράξεις, τουλάχιστον θεωρητικώς. Αλλά αυτό είναι ευκταίο μόνον αν αλλάξει η ανθρωπότητα. Προφανώς οι υποστηρικτές της εξάλειψης των πυρηνικών όπλων πιστεύουν ότι μια τέτοια αλλαγή είναι δυνατή. Προσωπικά, δεν το πιστεύω. Διότι στην πραγματικότητα είναι τεράστιοι οι κίνδυνοι από έναν κόσμο δίχως πυρηνικά όπλα- ή έστω με έναν ελάχιστο αριθμό.

Η πυρηνική αποτροπή- η απειλή να σκοτωθούν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι- είναι μια άποψη η οποία δεν ταιριάζει στην πατροπαράδοτη ηθική. Ηταν όμως αποτελεσματική, πρόλαβε καταστροφικούς πολέμους και ταυτόχρονα έκανε τους ανθρώπους πιο σοβαρούς και πολιτισμένους. Οταν ο ένας πόλος της πυρηνικής αποτροπήςεξασθένησε λόγω της πολιτικής συρρίκνωσης της Ρωσίας τη δεκαετία του 1990, το ΝΑΤΟ, μια αμυντική ένωση δημοκρατικών και ειρηνικών κρατών, έδρασε επιθετικά στη Γιουγκοσλαβία. Σήμερα που η Ρωσία έχει αποκαταστήσει την αξιοπιστία της μια τέτοια ενέργεια είναι ασύλληπτη.

Μετά τη Γιουγκοσλαβία είχαμε την απρόκλητη επίθεση στο Ιράκ. Σε έναν περίπου τέλειο κόσμο η Ρωσία και οι ΗΠΑ δεν έχουν ανάγκη πυρηνικών οπλοστασίων. Αλλά περιορίζοντας τα πυρηνικά όπλα στο ελάχιστο, στις σημερινές συνθήκες, θα δίναμε ένα μεγάλο πλεονέκτημα στις μικρές πυρηνικές δυνάμεις να βρεθούν στο ίδιο αριθμητικό επίπεδο με τις μεγαλύτερες δυνάμεις. Μάλιστα μειώνοντας τα πυρηνικά όπλα στο ελάχιστο ενισχύουμε, θεωρητικώς, τη χρησιμότητα των αντιπυραυλικών αμυντικών συστημάτων και του αποσταθεροποιητικού ρόλου τους. Η εγκατάσταση μιας μη στρατηγικού χαρακτήρα τέτοιας «ασπίδας» προκαλεί ερωτήματα έστω και αν είναι χρήσιμη.

Αν τα οπλοστάσια τακτικών πυρηνικών όπλων συρρικνωθούν, όπως προτείνουν μερικοί αμερικανοί, ευρωπαίοι και ρώσοι ειδικοί, οι εχθροί της τρέχουσας στρατιωτικής μεταρρύθμισης της Ρωσίας θα έχουν περισσότερες δικαιολογίες να αντιδράσουν στην απομάκρυνση των συμβατικών ενόπλων δυνάμεων της χώρας από το δόγμα της αντιπαράθεσης με το ΝΑΤΟ σε εκείνο της ικανότητας για ευέλικτη απάντηση σε άλλες απειλές. Οπως επίσης αν οι ΗΠΑ αποσύρουν τα τακτικά πυρηνικά όπλα τους από την Ευρώπη, θα εξασθενήσουν οι αμερικανοευρωπαϊκοί στρατηγικοί δεσμοί. Πολλοί Ευρωπαίοι, πρωτίστως όλα τα νέα μέλη του ΝΑΤΟ, θα ζητήσουν τότε μεγαλύτερη προστασία έναντι του μυθικού ρωσικού Λεβιάθαν.

Η παγκόσμια κοινότητα δείχνει να χάνει τον στρατηγικό ρόλο της. Αντί να δίνει προσοχή στο πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή στη διαρκώς αυξανόμενη αστάθεια στην παγκόσμια τάξη, προσπαθεί να εφαρμόσει στον αφοπλισμό αντιλήψεις της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Οι συνομιλίες για έλεγχο των εξοπλισμών χρειάζονται για να υπάρχει διαφάνεια στα εθνικά οπλοστάσια και για να οικοδομείται η εμπιστοσύνη μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Το παν είναι να γίνουν χρήσιμες. Αντί λοιπόν να μιμούμαστε τις Συνθήκες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, είναι ανάγκη να προχωρήσουμε σε μια διεθνή συζήτηση για τον ρόλο των στρατιωτικών δυνάμεων και των πυρηνικών όπλων στον κόσμο όπως αυτός εξελίσσεται σήμερα. Ετσι, τελικώς, θα αντιληφθούμε ότι η εξάλειψη των πυρηνικών όπλων δεν είναι απλώς ένας μύθος, αλλά ένας βλαβερός μύθος και ότι τα πυρηνικά όπλα αποτελούν ένα χρήσιμο κεφάλαιο το οποίο έσωσε και θα συνεχίζει να σώζει την ανθρωπότητα από τον εαυτό της.

Ο Sergei Κaraganov είναι πρύτανης της Σχολής Παγκόσμιας Οικονομίας και Εξωτερικών Υποθέσεων του Κρατικού Πανεπιστημίου Μόσχας.