Αν η Ελλάδα προσφέρεται για εκπόνηση διδακτορικών σε κάποιο θέμα, αυτό είναι αναμφίβολα το πώς οι στρεβλώσεις, οι παρανομίες και οι αδικαιολόγητες προνομίες μπορούν να παγιωθούν σε τέτοιο βαθμό, ώστε η αναίρεσή τους να γίνεται αισθητή ως αδικία. Αν χιλιάδες έχουν χτίσει αυθαίρετα, η παρακώλυση των μιμητών τους αποτελεί σκληρότητα. Αν επί δεκαετίες συνταξιοδοτούνταν οι γυναίκες στα πενήντα, πρέπει το ίδιο να συμβαίνει στο διηνεκές. Αν πλήθη ολόκληρα έχουν πετύχει χάρη σε πολιτικές γνωριμίες να μονιμοποιηθούν στο Δημόσιο εισελθόντες από το παράθυρο, αναλόγως πρέπει να επιβραβευθούν και όσοι «επένδυσαν» σε προγράμματα ψευδο-μαθητείας.

Πώς έλεγαν ότι «επανάστασις κρατήσασα δημιουργεί δίκαιον»; Οι αδικίες που παγιώθηκαν δημιουργούν εντυπώσεις δικαίου, ώστε να μοιάζει άδικη όχι η εμπεδωμένη αδικία, αλλά η εκρίζωσή της. Το 2001, όπως υπενθύμιζε και η στήλη της Τετάρτης, εντάξαμε ομόθυμα στο Σύνταγμά μας διάταξη που απαγορεύει τις μονιμοποιήσεις συμβασιούχων. Τώρα εξεγειρόμαστε που δεν μονιμοποιούνται οι εργαζόμενοι με προγράμματα σταζ. Ζητούμε, δηλαδή, όσο και αν δεν το συνειδητοποιούμε, να δικαιωθούν για τις πολιτικές συναλλαγές τους και άλλοι κομματικοί πελάτες, να πληρωθούν και άλλα οργανικά κενά χωρίς διαγωνισμό ίσων ευκαιριών, να «εμπλουτισθεί» το Δημόσιο με πρόσθετες θέσεις εργασίας χωρίς πραγματικό αντικείμενο.

Μα, έρχεται ο αντίλογος, τι θα γίνουν οι απασχολούμενοι στα σταζ; Η απάντηση είναι απλή: ό,τι όλοι οι υπόλοιποι. Και δεν πρόκειται για στυγνή απάντηση. Δεν υπονοεί καθόλου ότι οι χειμαζόμενοι δεν πρέπει να έχουν κρατική στήριξη. Δεν ασπάζεται τη νεοσυντηρητική άποψη ότι η ζωή είναι άδικη, τι να κάνουμε, όσοι πεινούν ας πεινάσουν. Το αντίθετο. Είναι, όμως, εντελώς διαφορετικό να ζητεί κανείς ένα κοινωνικό κράτος που παρέχει επαρκή επιδόματα ανεργίας, εγγύηση ελαχίστου εισοδήματος, προγράμματα επιμόρφωσης και, φυσικά, αξιοπρεπείς υπηρεσίες δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης, από το να αποδέχεται «επινόηση» περιττών θέσεων εργασίας, συνταξιοδοτικά προνόμια άνευ αποχρώντος λόγου, αναξιοκρατικές προσλήψεις και ύπαρξη δημόσιων οργανισμών που επιδαψιλεύουν στο προσωπικό τους παροχές υπέρμετρες.

Το σωστό κοινωνικό κράτος είναι κεντρικό. Αναδιανέμει εισόδημα έπειτα από συνολική αποτίμηση της κατάστασης κάθε πολίτη. Ενισχύει όσους έχουν όντως ανάγκη στήριξης και το κάνει ορθολογικά, όχι με επιμέρους εργασιακά ή συνταξιοδοτικά προνόμια- όπως συμβαίνει σε ορισμένα ασφαλιστικά ταμεία (το παράδειγμα δεν είναι θεωρητικό) που αδικούν κατάφωρα τους ασφαλισμένους με υψηλές εισφορές για να πριμοδοτήσουν τους χαμηλόμισθους, χωρίς να ερευνάται ούτε καν μήπως κάποιοι από τους τελευταίους έχουν εισοδήματα από άλλες πηγές.

Οι στρεβλώσεις του είδους θα έπρεπε να εξαλειφθούν και μόνο για λόγους δικαιοσύνης. Στην Ελλάδα, όμως, δεν είναι μονάχα η ακριβοδικία που υπαγορεύει την ανάγκη διορθώσεων. Καθώς το κράτος στενάζει, το κόστος των «ανορθογραφιών» απομυζά ζωτικά κεφάλαια και διαβρώνει τις δημόσιες παροχές εκεί που είναι και δίκαιες και αναγκαίες. Οι αδικίες, οσοδήποτε εμπεδωμένες, δεν παράγουν δίκαιο- μόνο περισσότερη αδικία.