Εως τώρα έχουμε εθισθεί να μελετούμε τις σχέσεις υπάρχοντος Πανεπιστημίου και τοπικής κοινωνίας. Οι όροι της συζυγίας τους συγκροτούνται εξ υπαρχής, παρά τις κάποιες διακυμάνσεις, με έκτυπο τρόπο. Μνημονεύω τα κυριότερα σημεία αυτής της συστοίχησης: την ιστορική παράδοση του τόπου, ιδίως στο πεδίο των γραμμάτων, την οποία το αρτισύστατο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ιδρυμα ανασυντάσσει, ανανεώνει και εμπλουτίζει· τη χρονική συγκυρία ανάδυσής του και τα πρώτα του βήματα που σφράγισαν την κατοπινή του σταδιοδρομία, αν συνυπολογίσουμε προφανώς την αρχική του στελέχωση και το πνεύμα που συνείχε τη σύλληψή του· κι ακόμη τη γεωγραφική ιδιαιτερότητα που καθιστούσε το Πανεπιστήμιο «περιφερειακό» ή όχι.

Χωρίς να ολισθήσουμε σε μια «μεταφυσική» των δομών ή των θεσμών, μπορούμε με διακριτικό καμβά τη συζυγία τοπικής κοινωνίας και Πανεπιστημίου να αναδείξουμε τους σταθμούς της πορείας του, με κύρια υπόθεση εργασίας που συνοψίζεται στην εξής ερευνητική πρόταση: το σύνολο των πτυχών αναδιάταξης του Πανεπιστημίου, ιδίως εκείνου που αναπτύσσεται στην περιφέρεια, έχει σαφείς επιπτώσεις στους όρους συγκρότησης της τοπικής κοινωνίας που με τη σειρά της μπορεί να επιταχύνει ή να επιβραδύνει- όχι πάντως να αναστείλει ή να ματαιώσει- αυτήν την αναδιάταξη.

Σπεύδω να υπομνήσω ορισμένες μεθοδολογικές και ερμηνευτικές προϋποθέσεις αυτού του εγχειρήματος:

α) τα όρια αυτονομίας και της ενδογενούς εκδίπλωσης του Πανεπιστημίου ως εκπαιδευτικού και ερευνητικού θεσμού· β) η ολότητα των κοινωνικών σχέσεων, μέσα από τις οποίες αναδύεται ως συγκεκριμένη ενότητα τόσο η τοπική κοινωνία όσο και το Πανεπιστήμιο· γ) η ιδιοσυστασία της τοπικής κοινωνίας, ακόμη κι όταν πρόκειται για περιφερειακή ζώνη, δεν σημαίνει ότι αυτή εξαντλείται στον δακτύλιο ενός δήμου, όποια εμβέλεια κι αν διαθέτει· δ) οι συντελεστές αυτής της συζυγίας δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να διατείνονται, επαναλαμβάνοντας τον Μιχ. Κατσαρό, ότι «παραμένουν εν πλήρει συγχύσει αθώοι»· ε) εννοείται ότι στην παρούσα ανακοίνωση το βάρος θα δοθεί στην πλευρά του Πανεπιστημίου· στ) οι δυσκολίες της ταύτισης υποκειμένου και αντικειμένου, δηλαδή η αναγκαιότητα να ερευνήσεις μια πραγματικότητα στην οποία και ο ίδιος μετέχεις· ζ) οι αναπόφευκτες δυσχέρειες στη συγκρότηση του ερευνώμενου αντικειμένου διαπερνούν το ενιαίο πεδίο συλλογικών θεσμών και συγκεκριμένων φορέων, δομών και υποκειμένων, σε μια περιοχή που ο προσωπικός τόνος δεν εμφανίζεται αμελητέος.

Είναι προφανές ότι ο τρόπος συζυγίας Πανεπιστημίου και τοπικής κοινωνίας συναρτάται με γενικότερα προβλήματα. Δηλαδή με το δίλημμα: «επιστημονική εξειδίκευση» ή «επαγγελματική κατάρτιση», με τον αριθμό των εισακτέων και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, με τις ευκαιρίες χρηματοδότησης και τον κίνδυνο να μετατραπούμε σε ετεροχρηματοδοτούμενα κέντρα μελετών, με την αναπτυσσόμενη κυβερνητική εκπαιδευτική πολιτική που ωθεί σε ανταγωνισμό των ιδρυμάτων, με τη θέσπιση των μεταπτυχιακών σπουδών και τη μεγιστοποίηση της ερευνητικής παρουσίας που διαφοροποιεί σημαντικά τη λειτουργία των Πανεπιστημίων ως φυτωρίων των εκπαιδευτικών και των μεσαίων στελεχών της παραγωγής.

Επιβάλλεται όμως μάλλον να συνηθίσουμε και στη μελέτη των ιστορικών όρων αναστολής ή ματαίωσης ίδρυσης ενός, έστω, πανεπιστημιακού Τμήματος. Θα σταθώ σε ένα παράδειγμα που συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά ενός τυπικού δείγματος μιας τέτοιας διεργασίας. Τον Αύγουστο του 1982 ο πρωθυπουργός Α. Παπανδρέου εξαγγέλλει την ίδρυση Ιατρικής Σχολής στην Κω. Την εξαγγελία αυτή κρατούν στην επικαιρότητα, χωρίς βέβαια θεσμικό αντίκρισμα, η τοπική αυτοδιοίκηση και κώοι πανεπιστημιακοί. Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, κατά το 2000, έχει έτοιμη πρόταση για την ίδρυση Τμήματος Ιατρικής στο νησί «προσανατολισμένου και βασισμένου στην τοπική κοινωνία». Τον Αύγουστο του 2003 εξαγγέλλεται επιτόπου η ίδρυση Τμήματος Ιατρικής Τεχνολογίας και Ιατρικής Πληροφορικής, με τη σύμφωνη γνώμη του Πανεπιστημίου του Αιγαίου και με αποδοχή αυτού του προγραμματισμού από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Τι επακολούθησε; Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τώρα, και παλαιότερα ως αξιωματική Αντιπολίτευση, ουδέποτε ενδιαφέρθηκε να σχεδιάσει την ίδρυση κάποιου πανεπιστημιακού τμήματος στην Κω. Δεν υπήρξε καμιά τέτοια προεκλογική δέσμευση, καμιά ερώτηση δωδεκανήσιου βουλευτή στη Βουλή, με μακρά ή όχι θητεία, αλλά αισθήματα μεμψιμοιρίας και απαξίωσης. Μάλιστα από τον Μάρτιο του 2004 έως σήμερα ιδρύθηκε μόνο το Τμήμα στη Λήμνο, το οποίο είχε συναποφασιστεί με εκείνο της Κω, τα κονδύλια που είχαν προβλεφθεί διατέθηκαν στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και ουδέποτε εμφανίσθηκε το οικείο προεδρικό διάταγμα. Και όλα αυτά μέσα σε κλίμα απαξίωσης του δημόσιου Πανεπιστημίου και εύκολης αθέτησης των αποφασισμένων από το κράτος.

Ξανά, λοιπόν, από την αρχή στη διαδικασία ολοκλήρωσης και έγκρισης της πρότασης που θα μπορούσε να υποβάλει το Πανεπιστήμιο Αιγαίου στο Συμβούλιο Ανωτάτης Εκπαίδευσης και στο υπουργείο Παιδείας. Το νησί εύλογα υπερηφανεύεται για τον Ιπποκράτη και έως τώρα τουλάχιστον συγκεντρώνει ένα εκατομμύριο επισκέπτες τον χρόνο. Οσοι μάλιστα καμαρώνουν από κοντά το Ασκληπιείο και μετέχουν στις εκδηλώσεις του ανθηρού Διεθνούς Ιπποκρατείου Ιδρύματος αισθάνονται να βουίζει στα αφτιά τους η τελευταία φράση του Ορκου: «παραβαίνοντι δε και επιορκέοντι ταναντία τουτέων» ή «μ΄ αν τύχει και τον παραβώ, αντίθετα να πάθω»…

Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.