Με πολλές τυμπανοκρουσίες αναγγέλθηκε πριν από λίγες εβδομάδες από τον κ. Πρωθυπουργό η Χάρτα Σύγκλισης. Κατά την παρουσίασή της, ο κ. Σημίτης δήλωνε ότι η Χάρτα Σύγκλισης βασίζεται στη διαπίστωση ότι έχει διασφαλισθεί η δημοσιονομική σταθερότητα, η οικονομική κατάσταση είναι ανθηρή και επήλθε ο χρόνος διανομής του μερίσματος προς τους πολίτες. Γίνεται αναφορά σε μέρισμα Ειρήνης, που θα προέλθει από τον περιορισμό των αμυντικών δαπανών από 4,5% σε 1,5% του ΑΕΠ, για να αυξηθούν αντιστοίχως οι δαπάνες για την Παιδεία από 3,5% σε 5,0% του ΑΕΠ ως το 2008, σε μέρισμα Σταθερότητας, που θα προκύψει από τη μείωση του δημοσίου χρέους, το οποίο θα περιορισθεί στο 85% του ΑΕΠ ως το 2008. Ετσι, θα αποδεσμευθεί ποσόν που αντιστοιχεί στο 1,3% του ΑΕΠ με το οποίο θα ενισχυθεί η Υγεία και η Κοινωνική Πρόνοια (από 2,7% σε 4% του ΑΕΠ) και σε μέρισμα Εξυγίανσης, που θα προέλθει από την αποτελεσματική αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής.


Είναι προφανές ότι όλες οι προϋποθέσεις για την επίτευξη των στόχων της Χάρτας Σύγκλισης στηρίζονται περισσότερο σε ευσεβείς πόθους παρά σε εφικτούς στόχους.


Ειδικότερα, η Χάρτα προβλέπει τον περιορισμό των αμυντικών δαπανών από 4,5% σε 1,5% του ΑΕΠ. Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι το ποσοστό 4,5% του ΑΕΠ που διατίθεται για τις αμυντικές μας δαπάνες είναι υπερβολικά υψηλό. Είναι το μεγαλύτερο σε ολόκληρο τον χώρο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Και ασφαλώς είναι επιθυμητή η μείωσή του, ούτως ώστε να υπάρξει η ευχέρεια ικανοποιήσεως γνήσιων κοινωνικών παροχών (παιδεία, υγεία) αλλά και για τη δυνατότητα ασκήσεως ολοκληρωμένης πολιτικής υπέρ των ασθενέστερων τάξεων.


Αυτό βεβαίως θα ήταν εφικτό αν εξαρτιόταν μόνο από εμάς. Δυστυχώς, την πολιτική των εξοπλισμών μας την υπαγορεύει η έναντι της Ελλάδος πολιτική της γειτονικής χώρας. Ετσι λοιπόν το πρόβλημα μετακυλίεται στην κατάσταση που θα επικρατήσει τα αμέσως προσεχή χρόνια στην Τουρκία.


Κανείς όμως δεν μπορεί να προδιαγράψει τι θα συμβεί στη χώρα αυτή. Διεθνείς οικονομικοί κύκλοι προβλέπουν ότι τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία θα επιταθούν στο άμεσο μέλλον. Ακόμη κανείς δεν μπορεί να προΐδει τις εξελίξεις που θα σημειωθούν στη Μέση Ανατολή και στο Ιράκ και την εμπλοκή της Τουρκίας σε αυτές.


Τέλος και σημαντικότερο, είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις μεταξύ της σημερινής κυβερνήσεως του κ. Ερντογάν και του πανίσχυρου στρατιωτικο-διπλωματικού κατεστημένου που διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στη χάραξη της εξωτερικής – και όχι μόνο – πολιτικής. Θα μπορέσει ο κ. Ερντογάν να περιορίσει την ισχύ της στρατιωτικής ηγεσίας, ή θα αναγκασθεί να συμμορφωθεί προς τις επιθυμίες της;


Με τα σημερινά δεδομένα είναι προφανές ότι ο κ. Ερντογάν και η κυβέρνησή του έχουν υποκύψει στη σκληρή και αδιάλλακτη γραμμή των τούρκων στρατηγών. Ετσι, η αλματώδης αύξηση των παραβάσεων-παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, η σκλήρυνση της στάσεως απέναντι στο Πατριαρχείο, η δέσμευση των περιουσιών των ελαχίστων ελλήνων υπηκόων που έχουν εναπομείνει στην Ιμβρο, οι απαράδεκτες απαιτήσεις για τους αεροδιαδρόμους που περνούν από τα FIR Αθηνών και Κωνσταντινουπόλεως, οι προσπάθειες για τη δημιουργία προβλημάτων στη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, είναι μερικές από τις τελευταίες ενέργειες της Τουρκίας. Ειδικότερα για την Κύπρο, η κυβέρνηση Ερντογάν έχει υποκύψει πλήρως στα κελεύσματα της στρατιωτικής ηγεσίας και έχει ταυτισθεί απολύτως με τις αδιάλλακτες θέσεις του P. Ντενκτάς, που αρνείται την πρωτοβουλία του Κόφι Αναν και ουσιαστικά απορρίπτει το σχέδιό του.


Τέλος, οι τούρκοι στρατηγοί, αδιαφορώντας για την τεράστια οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα και αποβλέποντας στην αύξηση της μαχητικής ισχύος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, προβαίνουν σε προμήθειες, πολύ δαπανηρές, σύγχρονων οπλικών συστημάτων.


Τα στοιχεία αυτά καθιστούν λίαν δυσχερή τη μείωση των αμυντικών μας δαπανών. Ετσι όμως ανατρέπεται η προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των στόχων της Χάρτας Σύγκλισης του κ. Σημίτη.


Εκείνο που πρέπει να γίνει άμεσα είναι ο περιορισμός της σπατάλης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δαπάνη λειτουργίας για το 2003 του επιτελείου του υπουργού και της Γενικής Γραμματείας Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων (δύο οργάνων που δημιουργήθηκαν μετά το 1993) ανήλθε σε 23 και πλέον εκατομμύρια ευρώ (8 δισεκατομμύρια δραχμές).


Ακόμη σημαντικότερο είναι ο εξορθολογισμός και η διαφάνεια στις αγορές οπλικών συστημάτων. Διότι δυστυχώς προμηθευόμαστε οπλικά συστήματα, που είτε δεν είναι συμβατά με τον υπόλοιπο εξοπλισμό μας, με αποτέλεσμα να παραμένουν στις αποθήκες, είτε παρουσιάζουν από την πρώτη στιγμή τεράστιες ελλείψεις και κατά συνέπεια δεν χρησιμοποιούνται. Τέλος, είναι απαράδεκτο και κατακριτέο το φαινόμενο της πλήρους αδιαφάνειας που επικρατεί στις προμήθειες αυτές. Σημειώνω ότι για πολλές περιπτώσεις υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι τιμές που καταβλήθηκαν ήταν πολλαπλάσιες εκείνων που άλλες χώρες για τα ίδια οπλικά συστήματα κατέβαλαν.


Ολα αυτά επαυξάνουν το ύψος του αμυντικού χρέους, το οποίο, όπως προκύπτει από το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού, το 2003 θα ανέλθει σε 8,9 δισ. ευρώ (6% του ΑΕΠ) και το 2004 θα εκτοξευθεί σε 11,3 δισ. ευρώ (7% του ΑΕΠ). Αντί λοιπόν ο κ. Σημίτης να προβαίνει σε καθαρά προεκλογικού χαρακτήρα εξαγγελίες, τις οποίες ούτε ο ίδιος πιστεύει, σε αυτά τα θέματα θα έπρεπε να εγκύψει στα χρόνια της πρωθυπουργίας του. Τώρα πια είναι αργά.


Ο κ. Ιωάννης Βαρβιτσιώτης είναι βουλευτής, τέως υπουργός και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής.