Το τελευταίο διάστημα έχει επανέλθει στο προσκήνιο μέσα από σειρά δημοσιευμάτων η απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών προσώπων, αντίληψη που φαίνεται να επικρατεί στην εποχή μας και η οποία στην παρούσα συγκυρία βρίσκεται στην επικαιρότητα και αποκτά πρόσθετες διαστάσεις.


H κοινή γνώμη αμήχανη και καχύποπτη παρακολουθεί όλα όσα συμβαίνουν γεμάτη ερωτηματικά, αλλά και με μια ισχυρή επιθυμία που συνοψίζεται στο δίπτυχο: ουσιαστική διαφάνεια και επιστροφή στην πολιτική από την παραπολιτική.


Οι πρωτοβουλίες ανήκουν βέβαια στην κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός τις προσδιόρισε με τον δικό του σαφή και κατηγορηματικό τρόπο δηλώνοντας ότι δεν θα χαριστούμε σε κανέναν αλλά και ότι δεν θα ακολουθήσουμε όσους δημιουργούν μια ατμόσφαιρα κρίσης στην προσπάθειά τους να πιέσουν την κυβέρνηση.


Αυτή η δήλωση έχει εμφανώς ένα διττό περιεχόμενο.


Αναφέρεται στην ηθική ακεραιότητα της παράταξης που ιστορικά αποτελούσε μια μείζονα αξία, η οποία παραμένει αδιαπραγμάτευτη, έχοντας όμως κατά περιόδους καταστεί αμφισβητούμενη. Αναφέρεται επίσης σε μια προσπάθεια αξιοποίησης της συγκυρίας από διάφορους κύκλους, όχι προκειμένου να εξυγιανθεί ο δημόσιος βίος και να προαχθεί η λειτουργία του πολιτικού συστήματος, αλλά με στόχο την εύκολη και λαϊκίστικη μικροκομματική καταγγελία και τον εντυπωσιασμό, επειδή κατά βάθος κάποιοι επιθυμούν να μην αλλάξει τίποτα.


H κυβέρνηση του ΠαΣοΚ με τη σοβαρή και ταυτόχρονα οραματική πολιτική της, προσηλωμένη στα μείζονα εθνικά συμφέροντα, προχωρεί στην κατοχύρωσή τους. Διαφυλάσσει όλα όσα κατακτήσαμε και θέτει τις βάσεις που θα εγγυηθούν τον ρόλο της χώρας στο ανταγωνιστικό και διαρκώς μεταβαλλόμενο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο. H προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν αποτελεί διεκπεραιωτική και διαχειριστική υποχρέωση αλλά εθνική προτεραιότητα και ευθύνη με καθοριστικό αντίκτυπο στην πορεία της χώρας. Και είναι για τους λόγους αυτούς ασαφής και άστοχη η διατύπωση της αντίληψης ότι μόνο «έξω πάμε καλά» καθώς ο πολίτης στην αξιολόγηση και κριτική της κυβέρνησης δεν κάνει κάθετους και θεματικούς διαχωρισμούς σε ζητήματα εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής, αλλά μια συνολική αποτίμηση στην οποία κυρίαρχο ρόλο παίζει το αίσθημα σιγουριάς και ασφάλειας που η κυβέρνηση είναι σε θέση να εμπνεύσει στο σύνολο της κοινωνίας.


Την ίδια στιγμή η ανάγκη εκσυγχρονισμού και θωράκισης του πολιτικού μας συστήματος καθίσταται αναγκαία και επιτακτική. Πρόκειται για μια υπόθεση που αφορά όλους και όλα τα κόμματα καθώς ο εκχυδαϊσμός και η απαξίωση της πολιτικής ζωής είναι σε θέση να ακυρώσουν όλα όσα έχουν γίνει στον τόπο και να αποτρέψουν όσα σχεδιάζονται να γίνουν.


Οι ως σήμερα νομοθετικές πρωτοβουλίες των κομμάτων έχουν αποδειχθεί σε έναν βαθμό ανεπαρκείς και ατελέσφορες, όχι μόνο εξαιτίας του περιεχομένου τους, αλλά και γιατί δεν έχει υπάρξει στο εύρος και στον βαθμό που απαιτείται η αναγκαία πολιτική βούληση. Ο νόμος 2429/96 και ο νεότερος 3023/2002 που ρυθμίζουν τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων, τα έσοδα, τις δαπάνες, την προβολή, τη δημοσιότητα και τον έλεγχο των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών, γνωστοί ως νόμοι για το πόθεν έσχες, προβλέπουν αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των διατάξεών τους, όπως δήμευση περιουσιακών στοιχείων που απέκτησε ο ελεγχόμενος επωφελούμενος από την ιδιότητά του ή και έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα.


Είναι κοινή όμως η αίσθηση ότι πρόκειται για νομοθετικά κελύφη που στην πράξη αδυνατούν να θωρακίσουν τον δημόσιο βίο και να προστατεύσουν τη διαφάνεια, ενώ την ίδια στιγμή εισάγουν περιορισμούς που αποσκοπούν ουσιαστικά στον αποκλεισμό νέων υποψηφίων από την πολιτική ζωή καθιστώντας την ανανέωσή της όνειρο θερινής νυκτός.


Το υφιστάμενο πολιτικό πλαίσιο έχει εδώ και καιρό αγγίξει τα όριά του. H αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας δεν έχει ανάγκη ούτε από πρωτοσέλιδα ούτε από «αποκαλύψεις» υπαρκτών ή ανύπαρκτων σκανδάλων. Γίνεται καθημερινά αντιληπτή μέσα από τη λειτουργία των κομμάτων, των βουλευτών, του Κοινοβουλίου και της κυβέρνησης. Γίνεται αντιληπτή μέσα από τη μελαγχολική απουσία νέων ανθρώπων από την πολιτική ζωή αλλά και μέσα από την πληθώρα των τρόπων που εφευρίσκονται προκειμένου να δυσχεράνουν την είσοδό τους στην πολιτική. Γίνεται, τέλος, αντιληπτή μέσα από ένα κλίμα ψιθύρων και κραυγών που ισοπεδώνει τα πάντα, εξομοιώνει τους πάντες και καταδικάζει χωρίς αποδείξεις, καθώς εδώ και καιρό υπάρχει πλέον τεκμήριο ενοχής για το σύνολο του πολιτικού κόσμου, το οποίο τείνει να καταστεί αμάχητο.


Είναι λοιπόν η ώρα για σοβαρές αποφάσεις και τομές έξω από λογικές προσωπικών σχεδιασμών και διατήρησης του υφισταμένου πλαισίου, το οποίο δίνει συχνά μια εικόνα υποκρισίας και αναξιοπιστίας, συμπαρασύροντας αναπόφευκτα ακόμη και όσους το υπηρετούν με ήθος και εντιμότητα.


H διαφύλαξη και η ενίσχυση της τιμής και της αξιοπιστίας του πολιτικού κόσμου δεν αποτελεί υπόθεση των ενδιαφερομένων αλλά υπόθεση όλης της κοινωνίας. Δεν απαιτεί μόνο θεσμικές μεταρρυθμίσεις αλλά θα έλεγα πρωτίστως την πολιτική βούληση των κομμάτων να επιβάλουν την τήρηση όσων τα ίδια έχουν ψηφίσει στη Βουλή, συνοδεύοντάς τα κατά καιρούς με υπερφίαλες δηλώσεις.


Απέναντι στην ιδιοτέλεια και στην πονηριά υπάρχουν η ευθύνη και η αξιοπρέπεια. Ας τις προστατεύσουμε.


H κυρία Μιλένα Αποστολάκη είναι μέλος του ΕΓ του ΠαΣοΚ.