Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και η υποβάθμιση της εξισορροπητικής απειλής που ασκούσε η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ενωση είχε ως αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να αναδειχθούν η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο. Αρχικά η εξέλιξη αυτή δεν φάνηκε να έχει δυσάρεστες επιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις, γιατί οι αμερικανικές κυβερνήσεις συνέχισαν να συμπεριφέρονται με σεβασμό προς τη διεθνή νομιμότητα και με κατανόηση προς φίλους και συμμάχους, οσάκις οι τελευταίοι διαφωνούσαν μαζί τους κατά τις σχετικές συζητήσεις στους διεθνείς οργανισμούς. Πιο πρόσφατα όμως τα πράγματα άλλαξαν και σήμερα οι ΗΠΑ διεξάγουν στο Ιράκ έναν πόλεμο με τον οποίο διαφωνεί η συντριπτική πλειονότητα των χωρών και των πολιτών σε όλον τον κόσμο. Ποιος είναι ο ουσιαστικός λόγος που βάρυνε στη ζυγαριά των επιλογών τους ώστε οι θεμελιώδεις αρχές που πρέσβευαν τη ειρήνη και τη αμυνόμενη δημοκρατία να περάσουν σε δεύτερη μοίρα; Αυτό είναι το ερώτημα που θα με απασχολήσει πιο κάτω.


Στις ΗΠΑ η πιθανότητα ενός τρομοκρατικού χτυπήματος ήταν πάντα επίκαιρη. Αλλά όταν επήλθε στη Νέα Υόρκη στις 11/9/2001 επιβεβαιώθηκαν οι χειρότεροι φόβοι τους. Και τούτο γιατί διαπιστώθηκε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο ότι μια δράκα αποφασισμένων τρομοκρατών, με μικρά σχετικά μέσα, μπορούν να τους καταφέρουν μεγάλα πλήγματα, χωρίς να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν εναντίον τους το τεράστιο οπλοστάσιο που διαθέτουν. Ετσι, εκ των πραγμάτων, προκειμένου να προστατευθεί ο τρόπος ζωής της χώρας, τέθηκε ως καίριο ζητούμενο η διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής αμυντικής πολιτικής εναντίον ασύμμετρων απειλών.


Οπως ήταν εύλογο και αναμενόμενο, στη συζήτηση πήραν μέρος πολλά ανεξάρτητα ερευνητικά ιδρύματα και πολλά πανεπιστημιακά κέντρα προχωρημένων αμυντικών μελετών. Για αρκετό διάστημα συζητήθηκαν όλες οι πτυχές του προβλήματος. Τελικά, από τις διάφορες προσεγγίσεις που προτάθηκαν διαμορφώθηκε και υιοθετήθηκε το αποκαλούμενο δόγμα των προληπτικών πολέμων, σύμφωνα με το οποίο οι ΗΠΑ διατηρούν μονομερώς το δικαίωμα να χρησιμοποιούν βία εναντίον όσων κρατών υποθάλπουν την τρομοκρατία. Ετσι, αν και δεν το διετύπωσαν ξεκάθαρα, για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους οι επεμβάσεις πέρυσι στο Αφγανιστάν και τώρα στο Ιράκ αποτελούν νόμιμη άμυνα και δεν βλέπουν καμιά αντίφαση μεταξύ των θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας και της χρήσεως βίας σε διεθνή κλίμακα.


Από την πλευρά μας θεωρούμε λογικό να διαφωνούμε με το δόγμα των προληπτικών πολέμων, γιατί δεν αναγνωρίζουμε στις ΗΠΑ το δικαίωμα να επιτίθενται σε όποια χώρα απλώς υποψιάζονται ότι υποθάλπει την τρομοκρατία. Γι’ αυτό, ελλείψει αποδείξεων ότι το Ιράκ διατηρούσε όπλα μαζικής καταστροφής ή υπέθαλπε την τρομοκρατία, η διεθνής αξιοπιστία των ΗΠΑ θα πληγεί ανεπανόρθωτα για πολλά χρόνια και η διεθνής κατάσταση ίσως χειροτερεύσει, αφού οι ΗΠΑ δεν θα μπορούν πλέον να παίζουν τον ρόλο του ειρηνοποιού. Τότε ακριβώς, και ανεξάρτητα από την επιτυχή μεταφύτευση της δημοκρατίας ή όχι στις μουσουλμανικές χώρες, θα σημάνει ξανά η ώρα ο ΟΗΕ να ξαναγεννηθεί από τις στάχτες του. Και τούτο γιατί το κεντρικό πρόβλημα της εποχής μας θα είναι πώς να προστατευθούν οι όποιες υπερδυνάμεις διαμορφωθούν από τις έξωθεν ασύμμετρες απειλές, χωρίς να καταστραφεί παντελώς το πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας.


Ο κ. Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.