Οι κοινοπραξίες Vinci – Ελλάκτωρ, Fraport – όμιλος Κοπελούζου και Corporacion America – ΜΕΤΚΑ είναι τα τρία σχήματα που κατέθεσαν οικονομικές και τεχνικές προτάσεις για την παραχώρηση των 7+7 περιφερειακών αερολιμένων στον διαγωνισμό του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).

Η κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί εντός του Νοεμβρίου.

Όπως ανακοίνωσε το Ταμείο, «σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει η πρόσκληση υποβολής προσφορών, θα ακολουθήσει το στάδιο του ελέγχου εγκυρότητας των τεχνικών προσφορών και της πληρότητας των δικαιολογητικών».

«Μετά τη σχετική εισήγηση των συμβούλων του έργου, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ σε προσεχή συνεδρίασή του θα εγκρίνει τα επενδυτικά σχήματα που προκρίνονται στο επόμενο στάδιο, ήτοι την αποσφράγιση οικονομικών προσφορών» αναφέρει.

Ειδικότερα, οι κοινοπραξίες CASA (Corporation America SA) – METKA ΑΕ, Fraport AG – Slentel Ltd και Vinci Airports SAS – Αktor Παραχωρήσεις ΑΕ διεκδικούν για 40+10 χρόνια τις εξής δύο ομάδες αεροδρομίων:

* Θεσσαλονίκης, Χανίων, Κέρκυρας, Ζακύνθου, Κεφαλλονιάς, Ακτίου και Καβάλας, με option για την Αλεξανδρούπολη, τον Άραξο, την Καλαμάτα και τη Νέα Αγχίαλο.

* Ρόδου, Κω, Σκιάθου, Μυκόνου, Σαντορίνης, Σάμου και Μυτιλήνης, με option και τους αερολιμένες Χίου, Καρπάθου, Νέας Αγχιάλου και Λήμνου.

Σημειωτέον, από τη διαδικασία εξαιρείται το αεροδρόμιο «Νίκος Καζαντζάκης» του Ηρακλείου, το οποίο θα αξιοποιηθεί στο πλαίσιο της σύμβασης παραχώρησης για την ανάπτυξη του νέου διεθνούς αερολιμένα στο Καστέλι.

Είχε προηγηθεί η εκδήλωση ενδιαφέροντος και άλλων διεθνών ομίλων, όπως η γαλλική Aeroport De La Cote d’Azur, η κοινοπραξία J&P Αβαξ – Zurich Airport, ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών και ο όμιλος Advent, οι οποίοι όμως δεν κατέθεσαν προσφορές στον διαγωνισμό.

Σύμφωνα με κύκλους του ΤΑΙΠΕΔ, η συμμετοχή των υποψήφιων επενδυτών «επιβεβαιώνει την πρόσφατη εκτίμηση της τρόικας στις συζητήσεις της με τη διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ ότι το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων “ανεβάζει στροφές”».

Όπως μεταδίδουν, η άνοδος της κίνησης των αεροδρομίων και η προβλεπόμενη ανάπτυξη του τουρισμού καθιστούν απαραίτητη την εκτέλεση επενδύσεων ως και 250 εκατ. ευρώ προκειμένου να αντέξουν τη ζήτηση, οι οποίες μάλιστα θα εκτελεστούν τα πρώτα τέσσερα χρόνια.

«Η αποκρατικοποίηση των αεροδρομίων θα αναμορφώσει ριζικά την εικόνα των αεροδρομίων που αποτελούν τις πύλες εισόδου εκατομμυρίων επισκεπτών στη χώρα μας και στην ουσία τον καθρέφτη του τουριστικού μας προϊόντος. Μέσα από την αξιοποίηση θα υλοποιηθούν οι απαραίτητες επενδύσεις, που θα αναβαθμίσουν την ποιότητα των υποδομών και των υπηρεσιών στα αεροδρόμια συμβάλλοντας έτσι στην περαιτέρω ενίσχυση της τουριστικής κίνησης, προς όφελος της οικονομίας της χώρας και των τοπικών κοινωνιών» επισημαίνουν στελέχη του Ταμείου.

Σύμφωνα με το σχέδιο της σύμβασης παραχώρησης, οι χρεώσεις των αεροδρομίων θα ανέρχονται ως τα 14,5 ευρώ ανά αναχωρούντα επιβάτη πριν από την ολοκλήρωση των επενδύσεων και ως 20 ευρώ στη συνέχεια.

Στο πλαίσιο της σύμβασης, προβλέπεται και η θέσπιση ενός νέου «Σπατόσημου». Σε πρώτη φάση θα ανέρχεται σε 12 ευρώ και θα διαρκέσει ως το 2024, ενώ από την 1η Νοεμβρίου 2024 θα μειωθεί σε 3 ευρώ ανά επιβάτη.

Αντίστοιχα, στην αρχή θα παρακρατείται ποσοστό 8,5% ή αλλιώς 1,02 ευρώ υπέρ της ΥΠΑ, η οποία, χρησιμοποιώντας αυτόν τον πόρο, θα χρηματοδοτεί τη λειτουργία της ως ρυθμιστικής αρχής, τη ζημιογόνο δραστηριότητα των μικρών, περιφερειακών αεροδρομίων που θα παραμείνουν στο Δημόσιο και τις «άγονες γραμμές», κόστους 50 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Στη συνέχεια, θα παρακρατείται το 35% ή αλλιώς 1 ευρώ.

Όπως αναφέρουν στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ, το σχέδιο της σύμβασης «αποτελεί αποτέλεσμα μιας ουσιαστικής και σοβαρής διαβούλευσης με τους φορείς της τουριστικής αγοράς και είναι υπόδειγμα της αναπτυξιακής διάστασης του προγράμματος».

«Οι τιμές που θα ισχύσουν μετά την ολοκλήρωση των επενδύσεων θα είναι από τις πιο ανταγωνιστικές σε σχέση με αεροδρόμια της ευρύτερης περιοχής της Νότιας Ευρώπης και της Μεσογείου» καταλήγουν.