Η πλήρης αλλαγή του επιχειρηματικού μοντέλου και η υιοθέτηση ενός νέου, προσαρμοσμένου στις νέες συνθήκες αγοράς, στη διαμόρφωση των οποίων έχει συμβάλει κατά πολύ η οικονομική κρίση, θεωρείται ως ο μόνος τρόπος επιβίωσης για τις επιχειρήσεις όχι μόνο του τηλεπικοινωνιακού κλάδου αλλά όλων των τομέων, σύμφωνα με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Wind Ελλάς κ. Νάσο Ζαρκαλή.

Μιλώντας στο «Βήμα», περιγράφει την εμπειρία που έζησε, από το «πιλοτήριο» του ομίλου τηλεπικοινωνιών, στην προσπάθεια αναδιοργάνωσής του.
Δεν διστάζει μάλιστα να παραλληλίσει την τότε κατάσταση της εταιρείας με αυτήν της ελληνικής οικονομίας.
Πώς βλέπετε τον ρόλο του ιδιωτικού τομέα στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας; Οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν πληγεί σοβαρά από την παρατεταμένη ύφεση και πολλές φαίνεται ότι δεν έχουν δυνάμεις να αντεπεξέλθουν…

«Η κρίση που βιώνουμε είναι βέβαια πρωτοφανής, αλλά σε πολλές περιπτώσεις έχει αποτελέσει και άλλοθι για να κρύψουμε χρόνια προβλήματα του ιδιωτικού τομέα. Δεν είναι μόνο το κράτος που πρέπει να μεταρρυθμιστεί, οφείλουν και οι εταιρείες να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Επίσης. σε αυτή τη φάση, οι επιχειρήσεις έχουν μία επιπλέον υποχρέωση, όχι μόνο απέναντι στους μετόχους και τους εργαζομένους τους, αλλά και γενικότερα απέναντι στη χώρα, να συμβάλουν στην ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας. Αυτό θα το επιτύχουν μόνο οι εταιρείες που εγκαίρως άλλαξαν τη στρατηγική και τον τρόπο λειτουργίας τους ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικές και να παράγουν αξία. Οσες ελληνικές επιχειρήσεις είναι προσκολλημένες στο παρελθόν, είτε έχουν ήδη καταρρεύσει είτε βρίσκονται στη μονάδα εντατικής θεραπείας».

Εσείς πώς αντιμετωπίσατε τα νέα δεδομένα της κρίσης;
«H Wind πριν από τέσσερα χρόνια βρισκόταν σε μια κατάσταση αρκετά όμοια με αυτή της ελληνικής οικονομίας. Είχε όλα τα χαρακτηριστικά δηλαδή που έκαναν το μέλλον της δυσοίωνο. Ο δανεισμός ήταν υπέρογκος για το μέγεθος της εταιρείας, στα 3,2 δισ. ευρώ, ποσό δεκαπλάσιο της λειτουργικής κερδοφορίας.
Το μοντέλο λειτουργίας ήταν εξαιρετικά κοστοβόρο, αποτέλεσμα της εκρηκτικής ανάπτυξης του κλάδου, η αγορά συρρικνωνόταν, τα όρια της χρηματοδότησης στένευαν και την κατάσταση επέτεινε ο πρωτοφανής πόλεμος τιμών σε μια αγορά που από 4,5 δισ. ευρώ το 2008 θα φθάσει τα 2,2 δισ. ευρώ το 2013. Βέβαια, τότε δεν γνωρίζαμε όλες τις εξελίξεις που έμελλε να βιώσουμε, γρήγορα όμως καταλάβαμε ότι έπρεπε να αλλάξουμε και να προετοιμαστούμε για το χειρότερο σενάριο».

Ποιες ήταν οι βασικές κινήσεις που κάνατε για την αναδιάρθρωση της εταιρείας;
«Το 2009 προχωρήσαμε στην πρώτη αναδιάρθρωση χρέους, κατεβάζοντας τον δανεισμό στα 1,8 δισ. ευρώ έναντι 3,2 δισ. ευρώ. Το 2010 προχωρήσαμε και σε δεύτερη αναδιάρθρωση, καθώς το εξωτερικό περιβάλλον συνεχώς δυσκόλευε. Η επιτυχία της Wind εκείνη τη χρονική στιγμή είναι ότι προσελκύσαμε το ενδιαφέρον πολλών επενδυτών και τελικά επενδυτικά funds προχώρησαν στην εξαγορά της εταιρείας, πραγματοποιώντας τη μεγαλύτερη επένδυση στην Ελλάδα από το ξέσπασμα της κρίσης, της τάξεως των 800 εκατ. ευρώ. Οι νέοι μέτοχοι πίστεψαν στις προοπτικές της εταιρείας μας, αλλά και στην ελληνική οικονομία. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν να απαλλάξουμε πλήρως την εταιρεία από τα βάρη της και σήμερα λειτουργούμε χωρίς ούτε ένα ευρώ δανεισμό».
Η επιβίωση όμως στο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης δεν απαιτεί μόνο απαλλαγή από τον δανεισμό αλλά και ανάπτυξη και επενδύσεις ώστε μια εταιρεία να παραμείνει δυνατή στο δύσκολο παιχνίδι του ανταγωνισμού.
«Αυτό το καταφέραμε με πλήρη αλλαγή του επιχειρηματικού μοντέλου μας. Στα χρόνια της ευμάρειας και της ανάπτυξης είχαμε, όπως και πολλές άλλες εταιρείες στην Ελλάδα, ένα μοντέλο βαρύ, δυσκίνητο, γραφειοκρατικό και αναποτελεσματικό. Πήραμε τολμηρές αποφάσεις, μειώσαμε τη γραφειοκρατία, φτιάξαμε απλές δομές, ελέγξαμε το κόστος σε κάθε επί μέρους δραστηριότητά μας. Με τις κινήσεις αυτές το λειτουργικό κόστος μας μειώθηκε κατά 40% και παράλληλα αποκτήσαμε σημαντική ρευστότητα ώστε να μπορούμε να χρηματοδοτούμε τις ετήσιες επενδύσεις μας με ίδια κεφάλαια».
Μπορείτε να μας δώσετε τάξη μεγέθους για τις επενδύσεις σας;
«Τα τελευταία τρία χρόνια επενδύσαμε πάνω από 200 εκατ. ευρώ για τον πλήρη εκσυγχρονισμό του δικτύου κινητής τηλεφωνίας και καταβάλαμε στην Πολιτεία 93 εκατ. ευρώ για την ανανέωση της άδειας λειτουργίας μας. Το έργο του εκσυγχρονισμού, ένα από τα μεγαλύτερα του είδους του στην Ευρώπη, συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς».
Δηλαδή, μιλώντας με φόντο τη βαθιά οικονομική ύφεση, ποιο μοντέλο είναι αυτό που υιοθετήσατε προκειμένου η εταιρεία να επιβιώσει αλλά και να αναπτυχθεί, το συντηρητικό ή το επιθετικό;
«Θα έλεγα ότι πρόκειται για έναν συνδυασμό και των δύο παραπάνω. Δηλαδή συντηρητικό σε ό,τι αφορά τα κόστη, αλλά επιθετικό σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Κερδισμένος βέβαια είναι και ο καταναλωτής, όχι μόνο από τις χαμηλές τιμές, καθώς έχουμε προβεί σε μείωση 30% την τελευταία τριετία, αλλά και από την αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών που του παρέχονται, αποτέλεσμα των επενδύσεων στον εκσυγχρονισμό του δικτύου».

Θα υπάρξει νέα συγκέντρωση στον κλάδο

Εκτιμάτε ότι θα υπάρξει και νέα συγκέντρωση στην τηλεπικοινωνιακή αγορά; Ενδιαφέρεστε να διαδραματίσετε και εσείς ρόλο;

«Πιστεύουμε ότι θα υπάρχει συγκέντρωση στη σταθερή τηλεφωνία.
Οι «παίκτες» αυτή τη στιγμή είναι περισσότεροι από όσο μπορεί να αντέξει η αγορά.
H Wind έχει κάνει ήδη τις πρώτες κινήσεις της. Καθώς έχουμε θετικές ταμειακές ροές και είμαστε πλήρως απαλλαγμένοι από δανεισμό και έχουμε και ευέλικτους και γρήγορους μετόχους, πιστεύουμε ότι είμαστε στρατηγικά καλά τοποθετημένοι ώστε να παίξουμε ρόλο στις επόμενες κινήσεις συγκέντρωσης της αγοράς τηλεπικοινωνιών.
Θα είμαστε σίγουρα ένας από τους τρεις μεγάλους πόλους των τηλεπικοινωνιών στη χώρα».
«Μάχη» πακέτων στην κινητή τηλεφωνία
Στα €2,2 δισ., από €4,4 δισ. που ήταν το 2008, θα περιοριστεί εφέτος ο τζίρος της αγοράς

Στα 2,2 δισ. ευρώ, από 4,4 δισ. ευρώ που ήταν το 2008, προβλέπεται ότι θα περιοριστεί εφέτος ο τζίρος της αγοράς κινητής τηλεφωνίας που πλήττεται από την υπερφορολόγηση.
Ο κ. Ζαρκαλής εξηγεί τους λόγους.
Πώς βλέπετε την κατάσταση στην αγορά κινητής τηλεφωνίας;
«Η αγορά της κινητής τηλεφωνίας έχει υποστεί τις συνέπειες όχι μόνο της κρίσης αλλά και συνέπειες από τρεις πολύ σημαντικούς παράγοντες. Αυτοί είναι η μείωση των τελών τερματισμού, η υπερβολική φορολόγηση των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας αλλά και ο εντονότατος ανταγωνισμός, καθώς η αγορά της κινητής τηλεφωνίας είναι από τις πιο έντονα ανταγωνιστικές αγορές σήμερα στην Ελλάδα. Αποτέλεσμα αυτών είναι την τελευταία πενταετία, περίπου, η αγορά να είναι κατά 50% κάτω.
Από τα 4,4 δισ. ευρώ που ήταν το 2008, το 2013 προβλέπουμε ότι θα κλείσει με τζίρο κάτω από τα 2,2 δισ. ευρώ. Εδώ θα πρέπει να εστιάσουμε και σε έναν πιθανό κίνδυνο που υπάρχει από τη δραματική μείωση των εσόδων των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας όσον αφορά τη δυνατότητά τους να επενδύουν προκειμένου να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες και κυρίως αυτήν της κινητής ευρυζωνικότητας στη χώρα μας. Στο σημείο αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει και η Πολιτεία, αίροντας τουλάχιστον όλα τα γραφειοκρατικά εμπόδια».

Πώς έχετε διαμορφώσει την τιμολογιακή σας πολιτική στα πακέτα τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που προσφέρετε;
«Οπως προαναφέρθηκε, οι τιμές των τηλεπικοινωνιακών πακέτων που προσφέρονται είναι ήδη διαμορφωμένες σε αρκετά χαμηλά επίπεδα. Ηδη μέσα στην τελευταία τριετία οι τιμές μειώθηκαν κατά 30%, ενώ η Wind είναι η πρώτη εταιρεία στον τομέα της κινητής τηλεφωνίας που λανσάρισε τα πακέτα απεριόριστης ομιλίας με όλα τα υπόλοιπα δίκτυα. Ακόμη, οι τιμές και στα πακέτα συμβολαίου και στην καρτοκινητή είναι αρκετά ελκυστικές και ανταγωνιστικές. Σε ιδιαίτερα ελκυστικές τιμές είναι και το συνδυαστικό πακέτο που περιλαμβάνει σταθερή τηλεφωνία, Ιnternet και κινητή τηλεφωνία. Σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις τα 4 στα 10 νοικοκυριά που έχουν επιλέξει σταθερή από Wind έχουν επιλέξει και κινητή. Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι το 2012 στην κινητή τηλεφωνία αναστράφηκαν οι αρνητικές τάσεις στο ισοζύγιο πελατών. Δηλαδή αυτοί που έρχονται στην εταιρεία είναι περισσότεροι από αυτούς που φεύγουν. Στη σταθερή έχουμε ξεπεράσει τους 400.000 πελάτες, έχοντας υπερδιπλασιάσει τους πελάτες μας τα τελευταία δύο χρόνια».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ