Η ξινίδα ή ξινήθρα, το φυτό του οποίου το επιστημονικό όνομα ­ αν δεν κάνω λάθος ­ είναι Oxalls, έχει έρθει από τη Νότια Αφρική. Οπως έχω ξαναγράψει, έχει κατακυριεύσει τη χώρα μας και συνεχώς επεκτείνεται με γοργούς και ανησυχητικούς ρυθμούς. Ετσι, σε πολλά σημεία ο κίνδυνος περιορισμού της γηγενούς βλάστησης είναι μεγάλος. Μάλιστα, σε περιοχές όπως η Χίος οι τουλίπες που βγαίνουν στους ελαιώνες αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα από τη ξυνίδα, η οποία με την υπεραύξησή της τις ανταγωνίζεται σοβαρότατα ­ τόσο στο φως όσο και στα θρεπτικά στοιχεία και στο πολύτιμο νερό του εδάφους.


Δεν προκαλεί όμως μόνο προβλήματα μια και ­ όπως με πληροφορεί ο καθηγητής Δαμανάκης από το Πανεπιστήμιο Κρήτης ­ η δράση της στα αμπέλια είναι ευεργετικότατη. Τούτο επειδή το ριζικό σύστημά της, το οποίο επίσης χρησιμοποιείται για την επέκταση της κυριαρχίας της, δρα περίπου ως υπόγειο τρυπάνι. Οταν βρεθεί σε αμπέλια και αρχίσει να προχωρεί υπόγεια (να την πούμε «ριζοπόντικα»;), δημιουργεί πολλά ανοίγματα στο έδαφος, το οποίο γίνεται αφράτο σαν να είναι σκαμμένο πρόσφατα. Λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι το καλοκαίρι ξεραίνεται, τούτο σημαίνει ότι δεν δρα ανταγωνιστικά προς το αμπέλι σε ό,τι αφορά το σπάνιο για εκείνη την εποχή νερό.


Επιπρόσθετα δεν πρέπει να λησμονούμε ότι σε δύσκολες περιόδους όπως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τα εξογκώματα που κατασκευάζονται στις ρίζες της ­ στη Ρόδο τα λένε «φιστικάκια» ­ προσέφεραν τροφή στον πεινασμένο πληθυσμό.


Τι θα γίνει πρώτο: η χωματερή στο Γραμματικό ή μια συμφωνία ειρήνης στο Αιγαίο με τους Τούρκους;


Ευτυχώς που υπάρχουν οι απεργίες των εργατών καθαριότητας και έτσι τρώνε και τα αδέσποτα σκυλιά και γατιά.


Παρατηρήσατε ότι τα ανθισμένα δένδρα «βουίζουν» από τα έντομα;


Νόστιμες σίγουρα οι αθερίνες. Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, και όταν δεν είναι κατεψυγμένες, είναι ψάρια του γλυκού νερού που έρχονται από τη λίμνη Τριχωνίδα;


Ενώ στα νησιά της χώρας μας υπάρχουν εξήντα ένα είδη και υποείδη ερπετών, στην ηπειρωτική Ελλάδα έχουν βρεθεί μόνο επτά.


Μάλλινα και βαμβακερά


Υπήρξε πριν από μερικές δεκαετίες μια σχεδόν συνταρακτική τάση αντικατάστασης των φυσικών ινών του βάμβακος και του μαλλιού από συνθετικές. Θυμάμαι, στη δεκαετία του ’60, να φοράμε υπερήφανοι πουκάμισα και παντελόνια από όλων των ειδών «τα πλαστικά». Ιδιαίτερα στις ανδρικές κάλτσες υπήρξε εποχή όπου το νάιλον κυριάρχησε. Στη συνέχεια όμως το βαμβακερό ­ είμαστε και χώρα υπερπαραγωγής, όπως διαπιστώσαμε από τις απεργίες των αγροτών ­ καθώς και το μάλλινο επέστρεψαν δριμύτερα. Βέβαια η επεξεργασία δεν γίνεται πλέον με τον συμπαθητικό παραδοσιακό τρόπο της κυρίας στη φωτογραφία αλλά με μηχανές. Αν σας τύχει λοιπόν να δείτε (φθάνει η εποχή όπου αυτό θα γίνεται σε πολλά σημεία της χώρας) να κουρεύουν γιδοπρόβατα με τον νέο τρόπο, σταματήστε. Στο κάτω της γραφής τα παιδιά σας θα δουν από πού προέρχεται το πουλόβερ που φοράνε.