«Το 1971 ήταν η εποχή που έψαχνα να κάνω κάτι διαφορετικό στο θέατρο.Δεν είχα δει ποτέ παιδικό και ίσως γι΄ αυτό να το σκέφτηκα.Πήγα στο Λονδίνο και αγόρασα έναν πάκο με παιδικά θεατρικά έργα. Βρήκα ένα που μου φάνηκε συμπαθές και το είπα στον Σταμάτη Φασουλή μια μέρα που τρώγαμε ψάρι στη Ραφήνα.Αμέσως ο Σταμάτης μάζεψε όλη την παρέα του θεάτρου και ανεβάσαμε μια διασκευή του Πινόκιο. Ηταν η Παιδική Σκηνή Καλογεροπούλου- Φέρτη. Χαριτωμένη παραγωγή που είχε και μεγάλη απήχηση. Και όπως τα οικονομικά μας τότε ήταν χάλια, το παιδικό ήταν μια τόνωση. Ακολούθησε ο “Μορμόλης” που είχε πολύ μεγάλη επιτυχία.Πήρε και αντιστασιακές διαστάσεις γιατί ανέβηκε παραμονές του Πολυτεχνείου και τα παιδιά τα βάζανε επί σκηνής με έναν στρατηγό.Και πρέπει να πω ότι σχεδόν πάντα τα έργα τα σκηνοθετούσε ο Σταμάτης-17 παραστάσεις,μαζί με τις επαναλήψεις,κάναμε μαζί.Στην αρχή ήταν στο θέατρο Αθηνά της οδού Δεριγνύ και μετά στην Πόρτα της Μεσογείων. Αυτή θα έλεγα ότι ήταν η πρώτη περίοδος του παιδικού.Η δεύτερη έχει την υπογραφή του Θωμά Μοσχόπουλου, από το ΄92 και μετά». Κάπως έτσι ξεκίνησε η ενασχόληση της Ξένιας Καλογεροπούλου με το παιδικό θέατρο. Μέσα στα επόμενα δυο-τρία χρόνια κατάλαβε ότι θα είχε συνέχεια, «μέχρι που είχα σκεφτεί να κάνω μόνο αυτό». Τελικά τα συνδύασε, δίνοντας όμως προβάδισμα στη Μικρή Πόρτα. Στις αρχές του 1980 και αφού η αναζήτηση έργων για παιδιά είχε αποδειχθεί δύσκολη υπόθεση, βρέθηκε στο Βερολίνο σε ένα σχετικό φεστιβάλ. Τότε κατάλαβε «ως πού μπορεί να φτάσει το παιδικό θέατρο» και στρώθηκε στη δουλειά.

«Η πρώτη κουβέντα για τον “Οδυσσεβάχ” έγινε μαζί με τον Διονύση Σαββόπουλο , την Ειρήνη Λεβίδη και άλλους φίλους στο σπίτι.Συμπέρασμα δεν βγήκε,γι΄ αυτό κι εγώ αποφάσισα να φτιάξω τη δική μου ιστορία και να τη δώσω σε έναν συγγραφέα να τη γράψει.Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης ήταν ο πρώτος.Είχε μάλιστα ενθουσιαστεί, αλλά τελικά μου ομολόγησε ότι “δεν του βγαίνει”. Ο δεύτερος ήταν ο Ιωάννουπουαν και μου έφερε ένα έργο, δεν το κατάλαβα καλά κι έτσι δεν το ανεβάσαμε και τον στενοχώρησα».

Πώς άρχισε η «οδύσσεια»

Πήρε λοιπόν την απόφαση να γράψει μόνη της: «Αρχισα να διαβάζω την “Οδύσσεια” που μου άρεσε από παιδί. Μετά διάβασα τις “Χίλιες και μια νύ χτες” και βρήκα πόσο μοιάζει ο Σεβάχ με τον Οδυσσέα.Ο άνθρωπος που ταξιδεύει…Εφτιαξα λοιπόν μια ιστορία» – έχοντας τη στήριξη του συντρόφου της Κωστή Σκαλιώρα και τη γνώμη του φίλου και συνεργάτη της Σταμάτη Φασουλή. «Μια μέρα τού τηλεφώνησα για να του πω τον τίτλο:“Οδυσσεβάχ”,πώς σου φαίνεται;“Μεγαλειώδες”μου απάντησε.Αυτό ήταν».

Μετά το διάβασε στον Δημήτρη Οικονόμου και στην Πέπη Οικονομοπούλου και τους κάλεσε να παίξουν. Ενθουσιάστηκαν. Οσο για τη μουσική, επέστρεψε στον Σαββόπουλο.

«Ηταν στο Πήλιο και πή γα ως εκεί για να του το διαβάσω.“Θα το σκεφθώ”μου είπε,κι έφυγα.Πέρασε ο καιρός και δεν μου τηλεφώνησε.“Περίμενα το Οχι” του είπα όταν του τηλεφώνησα.“Ετοιμα είναι” μου είπε,“θα σ΄ τα στείλω”.Αυτό ήταν.Για να είμαι ειλικρινής,δεν έμαθα ποτέ αν του άρεσε το έργο.Του βγήκαν όμως τα τραγούδια». Και είναι αυτά το μοναδικό κοινό στοιχείο της εφετινής παράστασης με εκείνη του ΄81. Οσο για τον Μιχαήλ Μαρμαρινό που ερμήνευσε τον Οδυσσεβάχ, της τον είχε προτείνει η Αλέκα Κατσέλη. «Δεν τον ξέραμε» λέει η ιδρύτρια της Μικρής Πόρτας «αλλά μόλις ανέβηκε στη σκηνήείπαμε “Αυτός είναι ο Οδυσσεβάχ”. Γιατί κουβαλούσε κάτι».

«Ηταν ο πρώτος μου ρόλος, η αρχή της δικής μου Οδύσσειας,της δικής μου περιπέτειας μέσα στο θέατρο» συμπληρώνει, 30 χρόνια αργότερα, ο Μαρμαρινός. «Και νομίζω ότι αυτή τη φράση μπορεί να τη διατυπώσει το μισό ελληνικό θέατρο. Γιατί η Μικρή Πόρτα είναι με έναν τρόπο ένα εργοτάξιο περιπετειών που ξεκινάνε.Και αυτή είναι η μεγάλη μου ευχή:να συνεχίσει να παράγει τέτοιου τύπου περιπέτειες…Ενιωθα ότι ήμουν και θεατής και ηθοποιός της ίδιας παράστασης.Ημουν και αυτός που έβλεπε και αυτός που την παρήγαγε.Με καθόρισε με έναν τρόπο εξαιρετικά ρομαντικό και αδιατύπωτο,και ταξιδεύει μέσα μου ακόμη.Γιατί έτσι είναι τα ταξίδια…Μόνο που από εκείνο τον θίασο δεν υπάρχουν σήμερα ο Δημήτρης Οικονόμουκαι ο Θανάσης Καραγιάννης».

Από τον «Μορμόλη»… στο μέλλον

Τι αρέσει στα παιδιά; «Νομίζω ότι έχω καταλάβει,αλλά πολλές φορές το ζήτημα είναι τι αρέσει στους μεγάλους. Προτού παγιωθεί η συνεργασία του παιδικού θεάτρου με τα σχολεία,πήγαινα πόρτα-πόρτα, κυρίως στην επαρχία, για να συστήσω τις παραστάσεις μας.Αλλοι με αγκάλιαζαν,άλλοι χαιρόντουσαν που γνώριζαν την ηθοποιό του ελληνικού κινηματογράφου και άλλοι,πάλι,μου έδειχναν την έξοδο.Ολα αυτά ήταν για μένα εμπειρίες,όπως μεγάλη εμπειρία για μένα είναι η επαφή μου με τα παιδιά στο εργαστήριο.Είναι πράγματι συγκλονιστικές οι αντιδράσεις τους» λέει η Ξένια Καλογεροπούλου. «Στα παιδιά πάντως δεν αρέσει η φλυαρία ούτε ο διδακτισμός. Θέλουν κάτι καθαρό και εδώ χωράνε πολλά.Συνήθως κάτι που μου αρέσει,αρέσει και σε εκείνα».

Στην αναδρομή προς τα πίσω πολλές είναι οι στιγμές που ξεχωρίζουν. Και αν το 1971 είναι η χρονιά της αφετηρίας, ο «Μορμόλης» είναι η παράσταση που έχει αφήσει έντονα σημάδια στις καρδιές των παιδιών- και όχι μόνο εκείνης της δεκαετίας, γι΄ αυτό και ξαναπαίχθηκε. Ακολούθησαν μεταξύ άλλων τα έργα «Ο Μιχάλης ο σφυρίχτρας», «Φατς και Σβου», «Παπουτσωμένος γάτος», «Οικογένεια Νώε»… Το 1989 είναι η χρονιά της «Ελίζας», του έργου που έγραψε για τη Μάνια Παπαδημητρίου, ενώ τρία χρόνια μετά (1992) ξεκινά η συνεργασία της με τον Θωμά Μοσχόπουλο: «Ετσι η Μικρή Πόρτα μπήκε σε νέα φάση και απέκτησε καινούργιες κατευθύνσεις. Εκτός από τη σκηνοθεσία,με τον Θωμά αρχίσαμε και να γράφουμε έργα». Στην εικοσαετία που ακολούθησε ως σήμερα ξεχωρίζουν «Το σκλαβί» (2000), που πήρε και το Βραβείο Κουν καλύτερου έργου της χρονιάς, «Το αγόρι με τη βαλίτσα» (2005), «Η κοιμωμένη ξύπνησε» (2006), «Παραμυθίssimo» (2008) και «Ο τυχερός στρατιώτης» (2010). Παράλληλα το 1996 στο πλαίσιο του Προγράμματος «Μελίνα» ανέβηκε και πάλι ο «Οδυσσεβάχ» αλλά σε ειδική παράσταση, σε 40 σχολεία όλης της επικράτειας.

«Η πειραματική αυτή πρόταση,που συμπληρώθηκε με σειρά από θεατρικά παιχνίδια, μας έδωσε το έναυσμα να ασχοληθούμε πιο συστηματικά με το θέατρο στην εκπαίδευση». Νωρίτερα ανέβασαν ένα έργο για εφήβουςτο «Παραμύθι για δύο» του Φίλιπ Ρίντλεϊ που έκανε πρεμιέρα στην Αμοργό-, ενώ μόλις το 2010 εγκαινίασαν το θέατρο για βρέφη με το «Ελα έλα» της Ξένιας Καλογεροπούλου και την ίδια στη σκηνή. Ξεχωριστή υπήρξε και η συνεργασία με τη Λίλο Μπάουρ, ηθοποιό και σκηνοθέτρια, συνεργάτιδα του Πίτερ Μπρουκ. Πριν από επτά χρόνια παράγγειλε από την Ιταλία ένα μικρό ειδικά κατασκευασμένο θεατράκι για 100, που στήνεται μέσα στην Πόρτα των 440 θέσεων, για παραστάσεις δωματίου. Εγκαινιάστηκε με το έργο «Ενα αλλιώτικο καλοκαίρι» του Μάικ Κένι. Τέλος, το Θεατρικό Εργαστήρι, το οποίο ιδρύθηκε το 2004 και συνεχίζει την πορεία του με τμήματα για παιδιά και εφήβους καθώς και δασκάλους, αποτελεί ξεχωριστό καμάρι της ιδρύτριάς του, η οποία διδάσκει. Πρόσφατα το πρόγραμμα εμπλουτίστηκε με ασκήσεις για βρέφη μαζί με τις μητέρες τους. Και να ήταν μόνο αυτά…

Οι μόνιμοι συνεργάτες, το θέατρο, οι άνθρωποι, το εργαστήρι, οι αποθήκες, τα κείμενα. Για όλο αυτό που είναι σήμερα η Μικρή Πόρτα η Ξένια Καλογεροπούλου έχει προνοήσει όσο ελάχιστοι για το αύριο: «Με ενδιαφέρει η προοπτική της Πόρτας, πέρα από το δικό μου το εγώ. Γι΄ αυτό και είτε αν εγώ κουραστώ είτε όταν δεν θα υπάρχω,μέσα από τη διαθήκη μου έχει προβλεφθεί η συνέχεια».

Δύο φανατικοί «θαμώνες» της πόρτας θυμούνται

«Θεατής της Πόρτας από την πρώτη παράσταση,του 1971»,θυμάται σήμερα ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, «έπαιξα το 1990 στο “Φατς και Σβου”,το πρώτο έργο που είδε ο ούτε τρίχρονος τότε γιος μου,ο Μίλτος(σ.σ.: ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Μίλτος Σωτηριάδης ).Και έτσι συνδέθηκα πολύ προσωπικά με το θέατρο της Ξένιας Καλογεροπούλου,του οποίου έχω δει όλες τις παραστάσεις ως σήμερα.Θυμάμαι ότι επειδή ο Μίλτος ήξερε ήδη τους κανόνες του θεάτρου,έλεγε στα άλλα παιδιά να κάνουν ησυχία.Και μετά η Ξένια τον έφερνε σαν παράδειγμα στην αίθουσα».

«Ο πατέρας μας άρχισε να μας πηγαίνει στις παραστάσεις της Πόρτας από τότε που ήμασταν πολύ μικροί»θυμάται ο 39χρονος Σέργιος Φωτιάδης ο οποίοςμαζί με τους δύο αδελφούς του,τον Μάρκο και τον Φίλιππο, έχουν δει όλα τα έργα που έχει ανεβάσει η Ξένια Καλογεροπούλου.«Θυμάμαι τη χαρά μας όταν επρόκειτο να πάμε στο θέατρο.

Θυμάμαι τον “Μορμόλη” και φυσικά τον “Οδυσσεβάχ”,που μετά τον αναπαραστήσαμε οι τρεις μας στο σπίτι.Αγοράζαμε τις κασέτες και τους δίσκους,και ακούγαμε τα τραγούδια.Σήμερα,που τόσο εγώ όσο και τα αδέλφια μου έχουμε μικρά παιδιά,συνεχίζουμε.Την περασμένη άνοιξη ο γιος μου, που δεν είναι ούτε τριών ετών,παρακολούθησε την πρώτη του παράσταση στην Πόρτα,το “Ελα,έλα”».

Ο«Οδυσσεβάχ» σήμερα

Ο «Οδυσσεβάχ» έχει μεταφραστεί σε οκτώ γλώσσες,έχει παρουσιαστεί από αρκετούς ξένους θιάσους αλλά και από 10 ελληνικά ΔΗΠΕΘΕ,ενώ εξακολουθεί να ανεβαίνει από γυμνάσια,λύκεια,δημοτικά σχολεία,ακόμη και νηπιαγωγεία. Στην καινούργια παραγωγή,τη σκηνοθεσία υπογράφει ο 25χρονος Δημήτρης Καραντζάς. «Το θέατρο για παιδιά σού δίνει πολλές ελευθερίες,ελευθερίες που έχουν όμως κανόνες»λέει για την πρώτη του δουλειά η οποία απευθύνεται σε παιδιά.«Σήμερα οι περιπέτειες του Οδυσσεβάχ” έχουν άλλα σημεία αναφοράς,άλλες εικόνες.Η παράσταση δίνει έμφαση σε όσα σημεία μάς αφορούν και σήμερα.Πάνω σε μια μεγάλη εξέδρα που άλλοτε είναι καράβι και άλλοτε νησί εξελίσσεται η ιστορία,η οποία πραγματεύεται τη νοσταλγία και την επιμονή να πετύχεις».

Η πρεμιέρα θα δοθεί το τρίτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου.Την άνοιξη του 2012 στο Μικρό Θεατράκι θα ανέβει το έργο με τον προσωρινό τίτλο « Πού είναι» (με την Αννα Μάσχα) ενώ σε σχολεία θα παρουσιαστεί «Ο Μίλτος» του Σωκράτη Πατσίκα.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ