Henry David Thoreau
Περιπλανήσεις. Φιλοσοφικοί στοχασμοί
Μετάφραση Βασίλης Αθανασιάδης.
Εκδόσεις Κέδρος, 2013,
σελ. 240, τιμή 12,90 ευρώ

Ο Χένρι Ντέιβιντ Θορό είναι ο ένας από τους δύο κορυφαίους υπερβατιστές. Ο άλλος είναι βεβαίως ο Εμερσον. Στους υπερβατιστές έχουν τις ρίζες τους η αμερικανική κουλτούρα, η πίστη στις ατομικές αξίες και η σημασία του αυτεξούσιου, δηλαδή της πεποίθησης ότι μόνον ο άνθρωπος, ως φύσει καλός, έχει τη δύναμη να αλλάξει την κοινωνία και ότι χωρίς αυτή την προϋπόθεση οι κοινωνικοί θεσμοί, η οργανωμένη Εκκλησία και τα πολιτικά κόμματα αναπόφευκτα καταλήγουν στη διαφθορά. Η γνώση επομένως της ανθρώπινης φύσης προϋποθέτει το πολλαπλό βίωμα του φυσικού κόσμου. Και αυτό κανείς πριν από τον Θορό –αλλά και αργότερα –δεν το περιέγραψε με τη δική του απαράμιλλη ενάργεια, ευαισθησία και ποιητικότητα.

Οπως η αμερικανική ποιητική παράδοση προϋποθέτει τον Γουίτμαν, έτσι και ο Γουίτμαν προϋποθέτει τον Εμερσον και τον Θορό. Το βιβλίο του τελευταίου, που φέρει τον γενικόλογο τίτλο Περιπλανήσεις. Φιλοσοφικοί στοχασμοί, περιλαμβάνει τέσσερα από τα ωραιότερα κείμενά του. Το πρώτο ιδίως («Ενας χειμωνιάτικος περίπατος») είναι δοκίμιο εξαίσιας ποιητικότητας και απίστευτης ευαισθησίας, ένας ύμνος στη φύση, τη μόνη μέσω της οποίας ο άνθρωπος αναγνωρίζει τον εαυτό του. Στη φύση «οι σκέψεις μας αποκτούν μεγαλύτερο πλούτο και μεγαλύτερη ποικιλία» και «οι ζωές μας είναι πιο γαλήνιες και πιο άξιες να τις συλλογιστείς», ενώ «το καλοκαίρι είναι το υγρό μάτι του κόσμου, ένας καθρέφτης στον κόρφο της φύσης».
Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα ο Θορό διετύπωσε με σαφήνεια αλλά και πάθος εκείνο που επανέλαβαν στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα οι οικολόγοι: ότι το φυσικό περιβάλλον είναι η πραγματική μας κατοικία. Γι’ αυτό και παρομοιάζει το τοπίο με το σπίτι, τα έπιπλα, την κατασκευή του. Εχει κανείς την υποψία ότι αυτόν θα πρέπει να είχε στον νου ο Γουάλας Στίβενς όταν, σχεδόν 100 χρόνια αργότερα, έγραφε ότι «όλες μας οι ιδέες προέρχονται από τον φυσικό κόσμο. Π.χ.: δέντρα = ομπρέλες».
Αλλά για να κατανοήσουμε και να βιώσουμε τον φυσικό κόσμο σε βάθος πρέπει να τον καταστήσουμε αναπόσπαστο τμήμα του εσωτερικού μας κόσμου, να τον έχουμε μέσα μας. Μαθαίνοντας τη φύση μαθαίνουμε τον εαυτό μας και κατά συνέπεια πώς να ζούμε. Το νόημα της ανθρώπινης ζωής χάνεται αν δεν γνωρίζει κανείς τη ζωή της χλωρίδας και της πανίδας, τη διαδοχή των εποχών, τις μεταμορφώσεις του τοπίου, όλα όσα παραμορφώνονται συχνά στο αστικό τοπίο. Αυτή την ιδέα, η οποία διαπερνά το έργο του Θορό και κυριαρχεί στο βασικότερο βιβλίο του Γουόλντεν. Η ζωή στο δάσος (έχει εκδοθεί επίσης από τον Κέδρο) υπάρχει και εδώ.
Πολιτική ανυπακοή
Ο συγγραφέας διατρέχει τα τοπία της Μασαχουσέτης, περνά μέσα από τα δάση, διαπλέει με κανό ποτάμια και λίμνες, όχι σαν επισκέπτης, ούτε μόνο σαν προσεκτικός παρατηρητής, αλλά «σαν προσκυνητής», όπως τονίζει ο ίδιος. Και όλες οι εικόνες έρχονται να συντεθούν σε ένα τεράστιο πεδίο, στο απέραντο ηχείο της φύσης, όπου όμως κυριαρχεί η Σιωπή, γιατί «η δυσαναλογία μεταξύ του ειπωμένου και του ανείπωτου είναι τεράστια». Το ανείπωτο λοιπόν, η μεγάλη ζωή στην οποία ενσωματώνονται οι ζωές των υλοτόμων που συναντά στις περιπλανήσεις του, των κυνηγών και των Ινδιάνων, εκείνων που δίνουν τον δικό τους αγώνα επιβίωσης συντονισμένοι στους ρυθμούς της φύσης, που τους ορίζει η διαδοχή των εποχών.
Το γράψιμο του Θορό είναι αργό, όπως αργό παρουσιάζεται και το κύλισμα του χρόνου μέσα στη φύση, όπου αποκτούμε την πραγματική αίσθηση της διάρκειας και νιώθουμε το άγγιγμα της αιωνιότητας, ανεπαίσθητο όπως ο ελαφρύς αέρας όταν περνάει μέσα από τα φυλλώματα την άνοιξη και το καλοκαίρι ή όπως το χιόνι όταν πέφτει τον χειμώνα απαλά πάνω στις καλύβες του δάσους.
Δεν είναι τυχαίο που ο Θορό έθεσε τις ανθρώπινες (φυσικές) αξίες πάνω από τις συλλογικές (και αφηρημένες) της λεγόμενης οργανωμένης κοινωνίας. Δεν ήταν απλός φυσιοκράτης. Ηταν ουσιαστικά αναρχικός –γι’ αυτό και το πασίγνωστο δοκίμιό του Περί πολιτικής ανυπακοής, στο οποίο υπερασπίζεται το δικαίωμα του ατόμου να μην υπακούει σε νόμους που αντιτίθενται σε όσα του υπαγορεύει η συνείδησή του. Αυτή η περίφημη, πολυχρησιμοποιημένη και συχνά διαστρεβλωμένη «πολιτική ανυπακοή» ενέπνευσε φυσιογνωμίες όπως ο Τολστόι, το παράδειγμα ζωής του οποίου στα γεράματα είναι σαν να προέρχεται ευθέως από τον Θορό. Ή όπως ο Γκάντι, που η «παθητική διαμαρτυρία» την οποία κήρυξε οφείλεται επίσης κατά ένα μέρος της στον Θορό και κατά ένα άλλο στον Ιησού.
Θεός και Δικαιοσύνη


«Η καλύτερη κυβέρνηση είναι εκείνη που δεν κυβερνά καθόλου» υποστήριζε ο Χένρι Ντέιβιντ Θορό, το παθιασμένο τέκνο της Μασαχουσέτης που πέθανε από φυματίωση το 1862 στα 45 χρόνια του. Στο βιβλίο αυτό περιλαμβάνεται ως χωριστό κεφάλαιο ένα μέρος από το ημερολόγιο που κρατούσε. Γράφει λοιπόν εκεί, τον Ιανουάριο το 1858, όταν ήταν 40 ετών: «Υπάρχει ένα πλήθος λέξεις κίβδηλες και τεχνητές, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μονάχα με την κακή έννοια, αφού τα πράγματα τα οποία υποδηλώνουν δεν είναι καθαρά και απτά. Τέτοιες λέξεις είναι για παράδειγμα οι λέξεις «εκκλησία», «δικαστικό σώμα» και «μομφή». Οσοι τις χρησιμοποιούν δεν πατούν σε στερεό έδαφος».
Ο Θορό εν τούτοις δεν ήταν άθεος. Είχε, όπως οι περισσότεροι υπερβατιστές, μια συμπαντική άποψη περί Θεού, το υπέρτατο νόημα του οποίου το έβρισκε στη φύση. Δεν ήταν εναντίον της δικαιοσύνης, αλλά εναντίον του συστήματος των νόμων που ήταν άδικοι και εναντίον της φύσης. Εκείνο που δημιουργεί ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ανώτερο από τη Δημιουργία στο σύνολό της. Εστω κι αν, όπως λέει –και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μότο σε οποιοδήποτε οικολογικό μανιφέστο –«η Ιστορία εξακολουθεί να συσσωρεύεται σαν τα σκουπίδια μπροστά στις πύλες της φύσης». Ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό, θα λέγαμε σήμερα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ