Αν κάτι μ΄ αρέσει ακόμα Είναι οι πέτρες και το χώμα. Α. Ρεμπώ Μια εποχή στην κόλαση, μτφρ. Χ. Λιοντάκη

Ο Αλμπέρ Καμύ (αριστερά) με τον αδελφό του Λυσιέν, στην Αλγερία, στη δεκαετία του 1910

«Η πέτρα της Αριάδνης»: αυτός ο παράξενος τίτλος κεφαλαίου του πρώιμου αφηγήματος «Ο Μινώταυρος ή η στάση του Οράν» (1939, από τη συλλογήΤο καλοκαίρι) είναι ενδεικτικός του μοτίβου που συνέχει, θαρρώ, αδιάλειπτα τόσο τον οντολογικό στοχασμό όσο και τον λυρικό ρεμβασμό του Αλμπέρ Καμύ. Ο μίτος του συγγραφέα στην πορεία του προς τη γνώση της απόγνωσης, προς την αναγνώριση του παράλογου και της τραχιάς ομορφιάς του, προς την αποδοχή της σκληρής αλλά και εύθρυπτης ανθρώπινης συνθήκης, είναι η πέτρα. Γέννημα της φύσης και μαζί ερείπιο νεκρών πολιτισμών, ασήκωτη και ανάλαφρη, πέτρωμα και πεπρωμένο, βράχος και βότσαλο, άχθος και απελευθέρωση, ύλη και σύμβολο.

Πέτρα πανταχού παρούσα, από τουςΓάμουςήδη τού 1936-37 ως το ύστεροΗ εξορία και το βασίλειοτου 1957 και το ακροτελεύτιο αφήγημα της συλλογής «Η πέτρα που μεγαλώνει» (ή μήπως η πέτρα που περιέργως «ωθεί», μια και το επιτρέπει η αμφισημία του γαλλικού τίτλου «La Ρierre qui pousse»;).

Είναι ως εάν η πέτρα- το πράγμα, η εικόνα, η λέξη, οι συνδηλώσεις της – να μαγνητίζει τους συνειρμούς, που με τη σειρά τους ανασύρουν ορμαθούς μύθων και συμβολισμών. Η πέτρα δεσπόζει στον «Προμηθέα στον Αδη» (ΤοΚαλοκαίρι), στονΜύθο του Σισύφουτου 1942, βεβαίως, αλλά και στη συναφή εκεί «σισύφεια» πραγμάτευση του μολιερικού μύθου του Δον Ζουάν, τηςπέτρινης ευωχίαςτου και του αγαλμάτινου εκδικητή του: «Τι άλλο σημαίνει αυτός ο πέτρινος ιππότης, αυτό το ψυχρό άγαλμα, το οποίο εκκινεί για να τιμωρήσει το αίμα και το θάρρος που τόλμησαν να σκεφτούν; […] Αυτή η γιγαντιαία και άψυχη πέτρα συμβολίζει μόνο τις δυνάμεις που ο Δον Ζουάν αρνήθηκε διά παντός».

Η πέτρα λοιπόν εκπροσωπεί για τον Καμύ τη σκοτεινή επιβολή «του αιωνίου Λόγου, της τάξης, της οικουμενικής ηθικής», ενάντια στην οποία ορθώνεται η σάρκα, και η «περιορισμένη, θνητή και εξεγερμένη σκέψη» του «παράλογου ανθρώπου» μπροστά και μέσα στο παράλογο της ύπαρξης. Ετσι και με τον Σίσυφο: «Βλέπουμε μόνο όλον τον κόπο ενός τανυσμένου σώματος να σηκώσει την τεράστια πέτρα, να την κυλήσει και να τη βοηθήσει ν΄ ανέβει μια πλαγιά, εκατό φορές ξαναρχινισμένη· βλέπουμε το σφιγμένο πρόσωπο, το μάγουλο κολλημένο στην πέτρα. […] Ενα πρόσωπο που μοχθεί τόσο κοντά στις πέτρες είναι ήδη πέτρα το ίδιο!».

Σύμβολο εναντιωματικό σίγουρα, αλλά όχι μόνο. Στη διαλεκτική του Καμύ η πέτρα επιδέχεται εξίσου ένα θετικό πρόσημο, αφού κατέχει πρωτεύουσα θέση στη φαινομενολογία των πραγμάτων και σηματοδοτεί την αγαπητική συμμετοχή του ανθρώπου στο θάμβος του κόσμου: «Γιατί όταν [ο Σίσυφος] ξαναείδε το πρόσωπο τούτου του κόσμου, γεύτηκε το νερό και τον ήλιο, τις ζεστές πέτρες και τη θάλασσα, δεν θέλησε πια να επιστρέψει στην καταχθόνια σκιά».

Πρέπει κανείς να ανατρέξει στα πρωτόλεια κείμενα τωνΓάμωνκαι τουΚαλοκαιριούκαι στη λυρική ανάκληση των σκληρών και τρυφερών τόπων της γενέθλιας Αλγερίας, για να ανιχνεύσει τον θεμέλιο ρόλο της πέτρας στην ποιητική και στη φιλοσοφία του Καμύ, χάρη στον αδιάκοπο «διάλογο της πέτρας και της σάρκας». Γιατί η πέτρα μιλάει, ή μάλλον κραυγάζει, όπως ίσως η μουγκή μάνα του Καμύ: «Την ποίηση αυτής της μεγάλης πέτρινης κραυγής που η Τζεμίλα σφενδονίζει μέσα απ΄ τα βουνά, τον ουρανό και τη σιωπή, τη γνωρίζω καλά: διαύγεια, αδιαφορία, τα αληθινά σημάδια της απελπισίας ή της ομορφιάς»· ή επίσης: «[Το τοπίο] με βεβαίωνε ότι χωρίς την αγάπη μου και αυτή την όμορφη κραυγή της πέτρας, τα πάντα ήταν άχρηστα».

Και για να θυμηθώ τον Ελυάρ, η πέτρα μαρτυρεί το δικό της «dur desir de durer» (σε ελεύθερη μετάφραση: «τον πέτρινο πόθο της παράτασής» της). Της παράτασης, αλλά και της επέκτασης στους χώρους της βλάστησης και της ζωής. Στο Οράν, «είναι τα πετρωμένα φυτά που αφήνουν να πέσουν απ΄ τα κλαδιά τους μια αψιά και σκονισμένη μυρωδιά. […] Η πόλη ολόκληρη κοκάλωσε μέσα σ΄ ένα πέτρινο περίβλημα».

Εισχωρώντας στα πάντα, η πέτρα εξαγνίζει: «Η αθωότητα έχει ανάγκη την άμμο και τις πέτρες». Στην αέναη αναζήτηση της αθωότητας, έχει και ο άνθρωπος ανάγκη την πέτρα, απ΄ όπου θα αντλήσει ίσως τη σιωπηλή χαρά την οποία εκλύει, ελλείψει ελπίδας, η έλλογη κατάφαση, η πρόθυμηεπιλογήτης «πέτρινης μοίρας» του. Ο Σίσυφος μπορεί να αποδεχτεί το φορτίο του, χωρίς ωστόσο να συνθηκολογήσει, να συμβιβαστεί: «Η μοίρα του τού ανήκει. Ο βράχος του είναι το πράγμα του». Εξ ου και η αισιόδοξη, εν τέλει, κατακλείδα τουΣισύφου: «Καθένας από τους κόκκους αυτής της πέτρας, κάθε ορυκτό θραύσμα αυτού του κατάμεστου από νύχτα βουνού, σχηματίζει από μόνο του έναν κόσμο. Ο ίδιος ο μόχθος προς τις κορυφές αρκεί για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει κανείς να φανταστεί τον Σίσυφο ευτυχή».

ΥΓ.: Οι αποδόσεις των αποσπασμάτων είναι δικές μου, διότι δεν είχα στη διάθεσή μου τις ελληνικές μεταφράσεις του Καμύ. Ας με συγχωρήσουν οι άξιοι έλληνες μεταφραστές του.

Η κυρία Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου είναι μεταφράστρια και κριτικός.