Στην παρουσίαση του μυθιστορήματος του Φίλιππου Φιλίππου Οι τελευταίες ημέρες του Κωνσταντίνου Καβάφη («Το Βήμα», 11.5.2003) ο αρθρογράφος προσπαθεί να ερμηνεύσει ένα βασικό στοιχείο της πλοκής: τη «φανταστική συνάντηση» του Καβάφη με τον Φιλίπο Μαρινέτι. Και υποθέτει είτε ότι το κοινό βαφτιστικό του ιταλού συναδέλφου με τον συγγραφέα εφοδιάζει τον δεύτερο με ένα πρώτης τάξεως προσωπείο για τη διήγηση είτε ότι ο φουτουριστής Μαρινέτι ήταν το καταλληλότερο πρόσωπο για να οργανώσει το «χάπενινγκ» που διαδραματίζεται στο προσκέφαλο του θνήσκοντος ποιητή. Νομίζω ότι το καλύτερο πρόσχημα για την εμπλοκή του ρηξικέλευθου Ιταλού στο μυθιστόρημα θα μπορούσε να το είχε δώσει στον Φιλίππου η πραγματική συνάντηση του Μαρινέτι με τον Καβάφη.


Ο Μαρινέτι είχε γεννηθεί το 1876 στην Αλεξάνδρεια. Στις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας αλλά και στις μεταγενέστερες επισκέψεις του στην πόλη στηρίζεται μια σειρά λιγότερο γνωστών κειμένων του που είχε δημοσιεύσει στην εφημερίδα του Τουρίνου «Gazzetta del Popolo» από τον Μάρτιο του 1930 ως τον Δεκέμβριο του 1931. Το 1933 εκδόθηκαν σε ένα τομίδιο από τον οίκο Mondadori στο Μιλάνο με τίτλο Il fascino dell’ Egitto. Πολλά ενδιαφέροντα θυμάται ο Μαρινέτι από την Αλεξάνδρεια της παιδικής του ηλικίας: τους ανεμόμυλους της Ελ Μεκς, την αυλή στο κολέγιο των ιησουιτών, μάγουλα ξαναμμένων κοριτσιών, τη μυρωδιά γλυκερής μούχλας που ανέδιδαν οι μουρτζιές στους περιφραγμένους κήπους της οικογενείας Αντωνιάδη. Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα κείμενα αναφέρεται στην κατοπινή επίσκεψη του Μαρινέτι στο σπίτι του Καβάφη.


«Αυτός είναι λοιπόν ο Καβάφης» σημειώνει ο ιταλός συγγραφέας. «Μικρό γκριζωπό κεφάλι μιας πράας, ευφυέστατης χελώνας, αδύναμα χέρια που λάμνουν βγαίνοντας από το τεράστιο καβούκι της ελληνορωμαϊκής λογιοσύνης του. Ο χώρος γεμάτος σκούρο κόκκινο βελούδο και πίνακες που αποπνέουν τον κονιορτό αιώνων». Ο σουδανέζος υπηρέτης με την μπορντό χρυσοκέντητη βράκα του προσφέρει ουίσκι με σόδα και ελληνικό τυρί. Συζητούν για τον φουτουρισμό και τη νεοελληνική ποίηση, για τον Ψυχάρη και τον δυναμισμό της δημοτικής. Ο Καβάφης ζωηρεύει και «αποδεικνύει» με παραδείγματα ότι ο αντίπαλός του Παλαμάς είναι ένα μείγμα της ευγλωττίας του Ουγκό και του σπαραξικάρδιου ύφους του Λαμαρτίνου. Και μια και το ακροατήριο δεν προβάλλει αντιστάσεις, παραλαμβάνει και τους υπολοίπους: ο Μαλακάσης είναι ένας συμφυρμός του Μυσέ και του Συλί Πριντόμ, ο Πορφύρας είναι ένας συνδυασμός του Μποντλέρ και του Βερλέν, ενώ τα σονέτα του Γρυπάρη θυμίζουν τα ανάλογα του Ζοζέ Μαρία ντε Ερεντιά.


Ο Καβάφης έχει ανάψει κυριολεκτικά. Εκθέτει τις απόψεις του για τον ιψενισμό του Ξενόπουλου και του Νιρβάνα και εξαίρει την Ελευθέρα Σκηνή του Σπύρου Μελά που ανεβάζει έργα της γαλλικής πρωτοπορίας. Επικαλείται μάλιστα ενώπιον του ιταλού επισκέπτη του τη θεατρική κριτική του «Ελευθέρου Βήματος» για να τον πείσει για τις θαυμάσιες ερμηνείες του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη, της «Ντούζε της Αθήνας», όπως συμπληρώνει ο Μαρινέτι. Οι παρευρισκόμενοι επιμένουν να ακούσουν ανέκδοτους στίχους του Αλεξανδρινού και ο Καβάφης τους απαγγέλλει το «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον», ενώ με το χέρι γράφει αραβουργήματα στον αέρα. Ο Μαρινέτι καταλήγει: «Μία ώρα μετά η επίσκεψη έχει τελειώσει. Τρέχω με το αυτοκίνητο. Πανσέληνος. Αηδόνια. Το κανάλι Μαχμουντία είναι γεμάτο ρευστά φεγγάρια, νοσταλγικά σαν τους υπερσύγχρονους και ταυτόχρονα παμπάλαιους ελεύθερους στίχους του έλληνα ποιητή της Αλεξάνδρειας Κωνσταντίνου Καβάφη».


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της «Deutsche Welle».