Το 2018 η Ελλάδα βγήκε επίσημα από τη μακρύτερη και βαθύτερη ύφεση που έχει ποτέ καταγραφεί στον Δυτικό κόσμο. Οκτώ χρόνια συνεχούς μείωσης οικονομικής δραστηριότητας θα υπέθετε κανείς ότι έχουν καταστρέψει τον παραγωγικό ιστό της χώρας και έχουν ανατρέψει τις ισορροπίες στην αγορά. Τι έγινε όμως στην πραγματικότητα και πώς αντέδρασαν οι επιχειρήσεις; Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της PwC, η μείωση της ζήτησης και των εσόδων των 3.000 μεγαλύτερων επιχειρήσεων έφθασε το 12% σε σχέση με το 2009. Αντιδρώντας οι επιχειρήσεις μείωσαν τα λειτουργικά τους κόστη κατά 12% και η λειτουργική κερδοφορία τους ανέκαμψε. Τα απασχολούμενα κεφάλαια στις επιχειρήσεις και κυρίως ο δανεισμός μειώθηκαν, ενώ το συνολικό κεφάλαιο κίνησης έγινε αρνητικό οδηγώντας σε συσσώρευση μετρητού. Οι επενδύσεις κατέρρευσαν και η καινοτομικότητα, που απαιτεί μεγάλο χρονικό ορίζοντα για να αποδώσει, έχασε βάρος στις επενδυτικές αποφάσεις.

Ολα αυτά θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε τεκτονικές αλλαγές την επιχειρηματική οικονομία. Ομως λίγα πράγματα άλλαξαν και η οικονομία έγινε πιο απλή, με λιγότερες επενδύσεις τεχνολογίας και λιγότερα κεφάλαια. Η οικονομική δραστηριότητα έχασε προστιθέμενη αξία. Τριακόσιες δώδεκα εταιρείες παρέμειναν «zombies» μέσα στην κρίση, με γύρω στα €8 δισ. δάνεια «παγιδευμένα» και οφειλές €4 δισ. σε προμηθευτές. Στις Τop 10 ελληνικές επιχειρήσεις εκτός χρηματοπιστωτικού συστήματος συνέβη μόνο μία αλλαγή, ενώ σε κανέναν κλάδο δεν εμφανίστηκαν μαζικά νέοι διεκδικητές μεγάλων μεριδίων.

Η κρίση επέφερε δύο ουσιώδεις αλλαγές που, ενώ δεν επηρέασαν μεσοπρόθεσμα τη δομή της οικονομίας, της αποστέρησαν επενδύσεις. Πρώτον, η αδυναμία χρηματοδότησης του κράτους και των τραπεζών ώθησε το κόστος κεφαλαίου σε δυσθεώρητα ύψη. Δεύτερον, η επιβίωση των «zombies» συνεισέφερε στη διατήρηση του κόστους κεφαλαίου σε υψηλά επίπεδα και στην παραμόρφωση της αγοράς λόγω αθέμιτου ανταγωνισμού. Σαν αποτέλεσμα, η μείωση των επενδύσεων ήταν δραματική με άμεση αρνητική επίπτωση στην ενσωματωμένη τεχνολογία και στη δυνατότητα επέκτασης των εταιρειών με νέα προϊόντα και νέες αγορές. Η στρέβλωση αυτή είναι πλέον συστημική και ενώ το 70% των επιχειρήσεων θεωρητικά μπορεί να προσελκύσει κεφάλαια και έχει αυξήσει τη δυνατότητα εξυπηρέτησης χρέους στα προ κρίσης επίπεδα, οι επενδύσεις βρίσκονται στο 40% του 2009.

Η οικονομία δεν υπέστη από την κρίση το σοκ που ήταν αναγκαίο για να διεγείρει τις διεργασίες μετασχηματισμού της. Αντιστάθηκε, διατήρησε δομές και εταιρείες-«zombies», αποστραγγίστηκε από επενδύσεις, φτώχυνε από τεχνολογία και έχασε προστιθέμενη αξία. Ετσι πορεύεται χωρίς κατεύθυνση. Το αόρατο χέρι της αγοράς δεν λειτουργεί για να της ξαναδώσει ορμή, εμποδιζόμενο από συστημικές αστοχίες. Η Ελλάδα οφείλει να τις αντιμετωπίσει μέχρι το 2022, όσο υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας, ώστε να δείξει σε όλους, πιστωτές, αγορές, συμμάχους και εχθρούς, ότι μετασχηματίζεται. Για να ανεβάσει στροφές η οικονομία πρέπει να μειωθεί το κόστος κεφαλαίου και ταυτόχρονα να επιμηκυνθεί ο επιχειρηματικός ορίζοντας, να απομακρυνθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τις τράπεζες και να εξαφανιστούν ταχύτατα τα «zombies».

Η ικανή συνθήκη για αλλαγές τέτοιου εύρους είναι ένα πειστικό συνολικό σχέδιο που θα προτεραιοποιεί τις στρατηγικές επιλογές σε όλες τις διαστάσεις της οικονομίας, θα αποτελεί θεμέλιο πολιτικών που θα διευκολύνουν την οικονομική δραστηριότητα και τη συγκέντρωση πόρων, αλλά, πιο σημαντικά, θα κινητοποιεί τους πολίτες στην επιχειρηματική τους δράση. Ενα σχέδιο που θα σπρώχνει την οικονομία να γίνει πιο ανοικτή και πιο ανταγωνιστική και να διαμορφώσει έναν ευρύτερο γεωπολιτικό ρόλο ώστε να προσελκύει κεφάλαια.

Ο κ. Κώστας Μητρόπουλος είναι εντεταλμένος σύμβουλος της PwC Ελλάδος.