Ενδειξη πολυτέλειας, σύμβολο αθλητικής ζωής, προστιθέμενη αρχιτεκτονική αξία, φορολογικό τεκμήριο, η πισίνα αποτελεί αντικείμενο με τη δική του ιδιαίτερη γοητεία. Ανάγεται στη βαθιά αρχαιότητα –αν αναζητήσουμε μια συγγένεια με τις τελετουργικές «δεξαμενές καθαρμών», μικρά υπόγεια δωμάτια στα ανάκτορα της μινωικής Κρήτης -, αναγνωρίζεται στην κλασική Ελλάδα – όπου οι λίγες αλλά υπαρκτές πηγές την παρουσιάζουν ως χώρο άσκησης και προπόνησης συνδεδεμένο με κάποια γυμναστήρια -, διαδίδεται σε όλον τον τότε πολιτισμένο κόσμο με τις περίφημες «thermae», τα μεγαλοπρεπή δημόσια κτίρια των ρωμαϊκών λουτρών που δίνουν στους θαμώνες τους την ευκαιρία χαλάρωσης σε χλιαρά, θερμά και ψυχρά ύδατα.

Υδάτινος κόσμος

Είναι όμως στη σύγχρονη εποχή που η πισίνα υπερβαίνει τις απλές διαστάσεις ενός χώρου γεμάτου νερό για να γίνει μέρος του αστικού πολιτισμού και οικεία φόρμα της καθημερινής ζωής. Χαρακτηριστικά που αποτυπώνονται στην πρόσφατη έκδοση «The Swimming Pool in Photography» (εκδ. Hatje Cantz), οι 240 σελίδες της οποίας περιλαμβάνουν περισσότερα από 200 στιγμιότυπα διακριτών όψεων της σύγχρονης ύπαρξής της.
«Η πισίνα έχει υπάρξει σε διαφορετικές εποχές και σε διαφορετικούς τόπους συνδεδεμένη με τη ζωή στα προάστια, εξωτική, εντελώς ιδιωτική, θορυβωδώς δημόσια, απειλή ή ευλογία. Είναι, προφανώς, ικανή για κάθε είδους συμβολισμό, από τη χυδαία επιβεβαίωση οικονομικού στάτους έως τη μυστικιστική ρευστότητα των εννοιών οι οποίες συμπληρώνουν με τρόπο τακτικό τη μεγάλη λακκούβα με το χλωριωμένο νερό που έχει μέσα της». Ο Φράνσις Χότζον, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μπράιτον, υπογραμμίζει στον πρόλογο του βιβλίου την πολλαπλότητα της πρόσληψης της πισίνας ως έννοιας και αντικειμένου. Είναι γεγονός ότι κατά κανόνα η επίκληση του ονόματός της συνδέεται με την πολυτέλεια, τη σχόλη, το χρήμα, την εξουσία –πραγματική ή συμβολική. Η Λούσι Σκόουλς σημείωνε σε κείμενό της στον δικτυακό τόπο του BBC ότι η φωτογραφία του Τέρι Ο’Νιλ με τη Φέι Ντάναγουεϊ να γέρνει σε μια πολυθρόνα πλάι στην πισίνα του «Beverly Hills Hotel» το 1977, πλαισιωμένη από τον πρωινό Τύπο και ατενίζοντας το βραβείο Οσκαρ που είχε αποσπάσει την προηγουμένη, είναι ενδεικτική του εύπορου lifestyle με το οποίο ταυτίζουμε τις πισίνες.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, για κάθε μαρμάρινη υπερβολή όπως αυτή του Τζέι Γκάτσμπι στον «Μεγάλο Γκάτσμπι» του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ υπάρχει και η ατέλειωτη σειρά από παρόμοιες προαστιακές πισίνες, σε καθεμία από τις οποίες ο Νέντι Μέριλ αποφασίζει παρορμητικά να κολυμπήσει για να φτάσει στο σπίτι του στον «Κολυμβητή» του μεγάλου αμερικανού συγγραφέα Τζον Τσίβερ, ανακαλύπτοντας τελικά στην πορεία την εσωτερική ερημιά του τοπίου και της ζωής του. Στις σελίδες του λευκώματος «The Swimming Pool in Photography» παρατίθενται και οι δύο όψεις –του πλούσιου στυλ και της μίμησής του. Ως προς τη χλιδή, τέτοια είναι η αίσθηση που δίνει η θέα της επιφάνειας του νερού με ορίζοντα το βουνό και τη θάλασσα στην οικία «House on the Cliff» του γραφείου Fran Silvestre Arquitectos στο Αλικάντε της Ισπανίας. Ως προς τις λιγότερο κραυγαλέες οικονομικά απολαύσεις, αψευδής μάρτυρας είναι η χαρακτηριστική εικόνα της δεκαετίας του ’50, με το πρότυπο μιας καλλονής της εποχής να αναπαύεται σε ξαπλώστρα παρά θίν’… πισίνας προκειμένου να επωφεληθεί από τις ευεργετικές συνέπειες της ηλιοθεραπείας.
Αν για τις Ηνωμένες Πολιτείες ωστόσο η πισίνα αποτελεί προνόμιο των ολίγων και φαντασία των πολλών, στην Ευρώπη μπορεί να ανήκει και στους κοινούς θνητούς. Είτε αυτοί είναι αθλητές, όπως η πρωταθλήτρια καταδύσεων Μπλαντίν Φαγκεντέ που απεικονίζεται σε βουτιά στην πισίνα «Ζορζ Βαλερέ» στο Παρίσι στις 13 Ιουλίου 1962, είτε ένα μεγάλο πλήθος λουομένων με πετσέτες, μαγιό, σωσίβια, σαγιονάρες, γυαλιά ηλίου και τα υπόλοιπα αξεσουάρ της παραλίας ατάκτως ερριμμένα στην ξύλινη «ακτή» της πισίνας «Ντελινί», στο Παρίσι και πάλι, το 1950 αυτή τη φορά. Η κοινωνική διαφορά της εμπειρίας του αντικειμένου είναι πιθανώς ζήτημα καιρού (στη Βόρεια Ευρώπη των χαμηλών θερμοκρασιών και του χλωμού καλοκαιριού τουλάχιστον) ή κουλτούρας: στη Βρετανία για παράδειγμα, όπου έξι κλειστές πισίνες υπήρχαν στο Λονδίνο ήδη από το 1837, κολυμβητικοί σύλλογοι μαρτυρούνται από το 1844. Πέρα από τις ταξικές, τις οικονομικές, τις γεωγραφικές συνδηλώσεις της, αυτή η αρυτίδωτη επιφάνεια του νερού φέρει ωστόσο και έναν βαθύτερο συμβολισμό που άπτεται της ψυχολογίας, παρατηρεί η Λούσι Σκόουλς: αποτελεί «μεταφορά καταπιεσμένων επιθυμιών και παράνομων δραστηριοτήτων. Από τη φύση τους, οι πισίνες υπαινίσσονται τη δυαδικότητα. Υπάρχει ο κόσμος πάνω και ο κόσμος κάτω από το νερό· μια ψυχολογική διασύνδεση ανάμεσα στο νερό και στη λειτουργία του υποσυνειδήτου μας». Και ποια καλύτερη υπενθύμιση για το αντικαθρέφτισμα αυτό της πραγματικότητας από ένα από τα πιο εμβληματικά ενσταντανέ του «Swimming Ρool in Photography», την εικόνα του βυθισμένου σε μια πισίνα του Μπέβερλι Χιλς αυτοκινήτου, το οποίο ο μεθυσμένος κάτοχός του απόθεσε στον πυθμένα της στις 4 Μαΐου 1961 πιστεύοντας ότι επρόκειτο για χώρο πάρκινγκ; Τα απορημένα βλέμματα των θεατών είναι εύγλωττα. Τουλάχιστον «κανείς δεν τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια της πράξης αυτής», όπως μας πληροφορεί η λεζάντα.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 12 Αυγούστου 2018.