Οι πολλαπλές εκδοχές του ’21
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Διαβάζοντας, ακούγοντας, παρακολουθώντας, βλέποντας ταινίες, σερφάροντας για την ελληνική επανάσταση διαπιστώνει κανείς ότι το 1821 διαθέτει πολλαπλές εκδοχές, ανάμεσα στις οποίες κυριαρχούν δύο κατηγορίες.
Η πρώτη έχει επίκεντρο την ιστορική έρευνα και τις ιστορικές σπουδές κυρίως από τη Μεταπολίτευση και μετά. Παρά τους διαφορετικούς φακούς μέσα από τους οποίους οι θαμώνες της βλέπουν τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, διακρίνεται από την προσπάθεια κατανόησης και ερμηνείας αυτού του σημαντικού για τους ελληνορθόδοξους πληθυσμούς και την ευρύτερη περιοχή γεγονότος. Εχει κατά καιρούς προκαλέσει με τις απόψεις της καθώς ενδιαφέρεται για όλες τις πτυχές της Επανάστασης, ακόμα και τις πιο δυσάρεστες κοινωνικά, όπως είναι ο ρόλος του Πατριαρχείου και της εκκλησιαστικής ηγεσίας στην Επανάσταση, ή οι εμφύλιοι πόλεμοι ή η κατάληξη των δανείων του Αγώνα. Βλέπει τον περίγυρο του ’21 και προσπαθεί να το εντάξει στη συγκυρία της εποχής του, να το απαλλάξει από τον απομονωτισμό του, να το συσχετίσει με τις επαναστάσεις της εποχής του. Επιχειρεί να απαντήσει σε ερωτήματα και περιέργειες που έχουν να κάνουν με τον χρόνο της Επανάστασης, τις βασικές εξελίξεις, την κατάληξή της και τον απόηχό της στη δημιουργία του ελληνικού εθνικού κράτους. Ενδιαφέρεται για τις χρήσεις της Επανάστασης, όπως και για τις αναγνώσεις της περιόδου που προηγήθηκαν.
Για την εκδοχή αυτή, τα 400 χρόνια που προηγήθηκαν δεν ήταν, παρά τις ομοιότητές τους, ενιαία ούτε αναφορικά με τον χρόνο ούτε σε σχέση με τον χώρο. Η οθωμανική κυριαρχία, όπως ονομάζεται, διακρίνεται αρχικά σε δύο μεγάλες περιόδους που ανταγωνίζονται η μία την άλλη με όρους φωτός και σκότους. Τα πρώτα 150 χρόνια, τα χρόνια της περίφημης Οθωμανικής Ειρήνης, θεωρούνται, σύμφωνα με τα τεφτέρια και τα αρχαιολογικά ευρήματα, περίοδος ευημερίας για τους ελληνορθόδοξους πληθυσμούς που είχαν προηγουμένως αποδεκατιστεί από την πανούκλα και τους συνεχείς πολέμους. Οι πληθυσμοί προοδεύουν, οι οικισμοί αναπτύσσονται, οι αγρότες απαλλάσσονται από την πίεση που ασκεί πάνω τους η μεγάλη ιδιοκτησία γης. Η εκπαιδευτική και θρησκευτική ελευθερία σε συνδυασμό με την ειρήνη και την κατασκευή μεγάλων για την εποχή τους δημόσιων έργων δίνει σχετικά γρήγορα καρπούς και οι πληθυσμοί ευημερούν και συνυπάρχουν αρμονικά.
Η εικόνα αλλάζει δραματικά τον 18ο αιώνα όπου η κεντρική διοίκηση αποστασιοποιείται, το γαιοκτητικό καθεστώς μεταβάλλεται υπέρ της μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας και οι ορθόδοξοι πληθυσμοί στενάζουν κάτω από την αυθαιρεσία και την απληστία τούρκων αξιωματούχων και ελλήνων κοτζαμπάσηδων. Στη νέα αυτή κατάσταση που ριζοσπαστικοποιείται από τις ιδέες του διαφωτισμού και ενισχύεται από τη δυναμική συμμαχία λογίων και εμπόρων αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό η Επανάσταση του 1821.
Η δεύτερη είναι η δημόσια ιστορία με τα πολλά της πατώματα και τη μεταξύ τους επικοινωνία: τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, το διαδίκτυο, το ελληνικό μουσείο, τον δημόσιο λόγο, τον λόγο των πολιτικών, ακόμα και την ιστορία που διδάσκονται τα παιδιά στο σχολείο ή τις εκδοχές της ιστορίας που συναντούμε στην τέχνη ή τη λογοτεχνία. Η δεύτερη αυτή εκδοχή σε ένα πρώτο επίπεδο απευθύνεται στο συναίσθημα και δεν ενδιαφέρεται να συνεισφέρει στην κατανόηση του ’21. Στην πραγματικότητα όμως κατανοεί το 1821 ως αναπόφευκτο γεγονός που κυοφορείται από τη στιγμή της άλωσης της Πόλης. Είναι αναμενόμενο και αυτονόητο γεγονός εντός της συνέχειας του ελληνικού έθνους. Από τη στιγμή που το έθνος σκλαβώνεται, αναμένει την απελευθέρωσή του. Η περίοδος αυτή ονομάζεται τουρκοκρατία και σκιαγραφείται ως περίοδος απόλυτου σκότους, όπου «όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά». Στην αναπαράσταση αυτή πρέπει να ταιριάξουν όσα την αμφισβητούν. Ετσι, το σχολείο γίνεται «κρυφό» ή το παιδομάζωμα και ο εξισλαμισμός πραγματοποιούνται μόνον με την άσκηση βίας. Οι πληθυσμοί, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί, είναι απόλυτα διαχωρισμένοι μεταξύ τους. Αφέντες και σκλάβοι δεν επιτρέπεται να συνυπάρχουν. Ούτε Μουσουλμάνοι με Χριστιανούς. Ούτε νοείται εκατέρωθεν επιρροή, πολύ περισσότερο αν αυτή είναι μονόπλευρη παρά αμφίδρομη. Οι πληθυσμοί, αντίθετα με τις ιστορικές πηγές, δεν ζουν μαζί, δεν θάβουν ποτέ σε κοινούς χώρους ταφής τους νεκρούς τους, δεν επηρεάζονται οι μεν από τη θρησκεία των δε, δεν παντρεύονται ποτέ μεταξύ τους και ξεχωρίζουν σε όλα, στο ντύσιμο, στο φαγητό, στον τρόπο που χτίζουν και διακοσμούν τα σπίτια τους. Οι δυο κοινότητες, διαχωρισμένες με βάση τη θρησκεία και τη γλώσσα, αναμένουν τη στιγμή που θα σηκώσουν τα όπλα η μία κατά της άλλης.
Οι εκατονταετηρίδες των πολύ σημαντικών ιστορικών γεγονότων, όπως είναι η Επανάσταση του 1821, προσφέρονται για πλήθος εκδηλώσεων που χαρακτηρίζουν την εποχή τους και το περιβάλλον μέσα στο οποίο σχεδιάστηκαν και πραγματοποιήθηκαν. Πρόκειται για διευθετήσεις του παρόντος που επιβεβαιώνουν τον παροντικό χαρακτήρα της ιστορίας και τη βαρύτητα των δημόσιων χρήσεών της. Θα μπορούσαν επίσης να είναι μια πολύ καλή ευκαιρία συνομιλίας των εκδοχών της ιστορίας στον δημόσιο χώρο και προσπάθειας ιστορικοποίησης του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, όσο και αν αυτή η προσπάθεια είναι εξαιρετικά δύσκολη σε μια ακραία μονοπρισματική και απόλυτα εθνοκεντρική ιστορική κουλτούρα, όπως είναι η κυρίαρχη ελληνική.
+++++++
Η κυρία Μαρία Ρεπούση είναι καθηγήτρια Ιστορίας και ιστορικής Εκπαίδευσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

