Οι πίνακες του Λες Ρότζερς ήταν ανέκαθεν «broken». Ηταν δηλαδή «χαλασμένοι», γιατί η άψογη τάξη των πραγμάτων δεν τον αφορούσε ποτέ. Στο έργο του συχνά η έμπνευση ή το σημείο αναφοράς είναι κάποια φωτογραφία ή ο πίνακας ενός μεγάλου καλλιτέχνη στην Ιστορία της Τέχνης, τα οποία ωστόσο καθιστά ολικά μη αναγνωρίσιμα φροντίζοντας να τα «πειράξει» σχεδόν ολοκληρωτικά. «Αν κάτι μοιάζει να είναι στη σωστή θέση πρέπει να επιστρέψω και να το αποσταθεροποιήσω» είναι ένα από τα motto του. Συχνά όμως οι εικόνες στους πίνακές του είναι προϊόν της δικής του φαντασίας. Οπως στο σώμα των έργων που παρουσιάζει στην έκθεση με τίτλο «Prometheus Now» στην γκαλερί Allouche Benias στο Κολωνάκι (έως τις 20/12). Στους δεκαέξι πίνακες, οι μισοί από τους οποίους δημιουργήθηκαν ειδικά για τον συγκεκριμένο εκθεσιακό χώρο, ο Ρότζερς δανείζεται κάτι από τη μέθοδο με την οποία τα παιδιά του ανακαλύπτουν τον κόσμο με ενθουσιασμό έτσι όπως παίζουν με τις πλαστελίνες τους. Για χάρη τους, εξάλλου, μετακόμισε από τη Νέα Υόρκη, όπου δούλευε για 25 ολόκληρα χρόνια, στο γειτονικό και πιο φιλικό στα παιδιά Νιου Τζέρσεϊ. Οπως εκείνα έτσι και ο Ρότζερς αφήνεται στο τυχαίο χωρίς να έχει κάποιον οικείο, καθησυχαστικό μπούσουλα. «Στο παρελθόν ήθελα να περιγράψω τον κόσμο μας, οπότε χρησιμοποιούσα εικόνες από εφημερίδες, από την τηλεόραση, από τον κινηματογράφο ή από την τέχνη, όμως τώρα, σε αυτή την περίπτωση, άρχισα να ζωγραφίζω χωρίς να κοιτάζω πουθενά, σαν να έχω σβήσει τα πάντα, και προσεγγίζω τη δημιουργία σαν να μην έχω προηγούμενα μαζί της. Οπως δεν ξέρω πώς θα εξελιχθούν τα παιδιά μου, αντίστοιχα δεν γνωρίζω εξαρχής τι αποτέλεσμα θα έχω πάνω στον καμβά μου. Τελικά όμως αυτό που βλέπω εκ των υστέρων είναι ότι αυτή η αυθόρμητη σχεδιαστική προσέγγιση γεννά ζωγραφική που θυμίζει φιγούρες. Γι’ αυτό χρησιμοποίησα τον τίτλο «Προμηθέας» για την έκθεση, τον οποίο και δανείστηκα από το μυθιστόρημα της Μέρι Σέλεϊ «Φρανκενστάιν ή ο σύγχρονος Προμηθέας». Γιατί είναι σαν να δίνεις σχήμα στον πηλό και να δημιουργείς μια νέα ζωή. Αυτοί οι πίνακες έχουν μια πιο γλυπτική διάσταση σε σχέση με το προηγούμενο έργο μου. Δημιουργούνται από το τίποτα» εξηγεί στο BHΜΑgazino.
Δεν πρόκειται για μια μόνιμη δημιουργική κατάσταση. Ο Ρότζερς, εξάλλου, πράττει κατά περίσταση, εν προκειμένω, χωρίς να κάνει προπαρασκευαστικά σκίτσα, αυτοσχεδιάζει σαν να ακολουθεί τους ρυθμούς ενός τζαζ κομματιού, «όπως το έκανε ο Βίλεμ ντε Κούνινγκ». Εξακολουθεί να είναι ο ίδιος καλλιτέχνης ο οποίος ενόσω ζωγραφίζει έναν πίνακα τον γυρίζει ανάποδα και τον ολοκληρώνει «σε αυτή την κατάσταση αποσταθεροποίησης επιφέροντάς του μια «ρωγμή» με μια τελευταία αποφασιστική πινελιά». Είναι ένα ρίσκο που μπορεί να καταστρέψει τον πίνακα, αλλά είναι και μια διαδικασία που τον διατηρεί σε εγρήγορση και διατηρεί φρέσκια τη δουλειά του.
Εχει κατακτήσει εξάλλου τα διδάγματα του Αμερικανού Φίλιπ Γκάστον και του Γερμανού Μάρτιν Κιπενμπέργκερ και έχει φροντίσει να ασπαστεί από καθέναν τους ό,τι εκτιμά περισσότερο. «Είναι δύο από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες. Από τη μία αγαπώ την παιχνιδιάρικη διάθεση του Κιπενμπέργκερ, ο οποίος είναι σε θέση να κοροϊδεύει τον καλλιτέχνη εαυτό του. Κι εγώ πιστεύω ότι όταν παίρνεις τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά όταν είσαι καλλιτέχνης είναι πρόβλημα. Ο Γκάστον από την άλλη αναζήτησε την αγνή ομορφιά στην αφαίρεση, αλλά σύντομα αναθεώρησε. «Τι κάνω με την όμορφη ζωγραφική όταν ο κόσμος έχει τόσο πολλή ασχήμια μέσα του;» διερωτήθηκε και έπραξε ανάλογα». Κάπως έτσι και ο Ρότζερς πιστεύει ότι ενώ οι πίνακες στην γκαλερί Allouche Benias «είναι όμορφοι», η ωραιότητά τους δεν είναι αρκετή. «Οταν κάτι δείχνει πολύ όμορφο είναι εύκολο. Εξακολουθώ να ελπίζω ότι αναδίδουν μια απειλή» θα πει.
Στο τέλος της ημέρας, όμως, αυτό που ενδιαφέρει τον 52χρονο Λες Ρότζερς είναι να ζωγραφίζει με τις χρωστικές του πάνω σε καμβάδες. Ανατρέχει ακόμη και μέχρι τον Βαν Γκογκ προκειμένου να δανειστεί τα λόγια του για να περιγράψει (το παραδόξως τόσο ταιριαστό με του ολλανδού ζωγράφου) διαφορετικό ιδίωμά του: «Δεν ακολουθώ κανένα σύστημα ζωγραφικής πινελιάς, απλώνω πρόχειρα την μπογιά πάνω στον καμβά σε άνισα περάσματα, τα οποία αφήνω όπως είναι κομμάτια με μεγάλη ποσότητα απλωμένου χρώματος, σημεία εδώ κι εκεί όπου ο καμβάς παραμένει κενός, κομμάτια που παραμένουν εντελώς ημιτελή, σημεία στα οποία έχω επιστρέψει, σκληρές ποιότητες, το τελικό αποτέλεσμα είναι (έχω την τάση να πιστεύω) τόσο ανησυχητικό και ενοχλητικό, ώστε να μην ευχαριστεί ανθρώπους με προκαταλήψεις στις ιδέες για την τεχνική».
INFO: «Prometheus Now»: Γκαλερί Allouche Benias, Κανάρη 1, Κολωνάκι, έως τις 20 Δεκεμβρίου 2018.