Η Αργεντινή ήταν κάποτε μια από τις πλουσιότερες χώρες στον κόσμο, αλλά εδώ και οκτώ δεκαετίες βρίσκεται σε κατήφορο. Μαστιζόμενοι από την αυξανόμενη οικονομική κρίση που τροφοδοτείται από τον εξαιρετικά υψηλό πληθωρισμό, την πόλωση, την αύξηση της φτώχειας και την κλιμακούμενη ευρύτερη δυσαρέσκεια, οι πολίτες της χώρας προσφεύγουν σήμερα στις κάλπες για τις πιο αβέβαιες εκλογές στην πρόσφατη ιστορία της Αργεντινής, με μια οικονομία-ναρκοπέδιο που ο επόμενος πρόεδρος θα κληθεί να αντιμετωπίσει.

Το φαβορί που εξέπληξε τους δημοσκόπους, και όχι μόνο, είναι ο ακροδεξιός λαϊκιστής υποψήφιος Χαβιέρ Μιλέι. Αντίπαλοί του, που «κονταροχτυπιούνται» για τη δεύτερη θέση, ο υπουργός Οικονομίας του κυβερνώντος περονιστικού κόμματος και εκλεκτός της πρώην προέδρου Κριστίνα Κίρτσνερ, Σέρχιο Μάσα, και από τη συντηρητική αντιπολίτευση η πρώην υπουργός Ασφαλείας Πατρίσια Μπούλριτς.

Το φαινόμενο Μιλέι

Το συντηρητικό κόμμα της Μπούλριτς υποστηρίζει πως ο Μιλέι, ένα μείγμα Ντόναλντ Τραμπ και Ζαΐρ Μπολσονάρου όπως περιγράφεται διεθνώς, προωθήθηκε από το περονιστικό κατεστημένο για να διχάσει την αντιπολίτευση. Ακόμη και αν αυτό αληθεύει, θα περίμεναν ότι θα συγκέντρωνε το πολύ 10%. Τώρα όμως που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, όλοι έχουν αναγκαστεί να αντιμετωπίσουν σοβαρά αυτόν και τις προτάσεις του.

Ο οικονομολόγος Μιλέι είναι κατά των αμβλώσεων, βαθιά αντισοσιαλιστής και θέλει να κλείσει την Κεντρική Τράπεζα – «το χειρότερο σκουπίδι στη Γη», όπως την αποκάλεσε

Η θεαματική άνοδος του Μιλέι έχει εκπλήξει τους αναλυτές, ωστόσο την αποδίδουν στην απογοήτευση του κόσμου από το κατεστημένο του περονισμού. Με εξαίρεση μια περίοδο μεταξύ 2015 και 2019, οι Περονιστές κατείχαν την εξουσία στην Αργεντινή τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Ωστόσο η πολιτική πόλωση, που αποκαλείται «la grieta» (το ρήγμα), έχει διευρυνθεί τα τελευταία χρόνια, το οποίο αντικατοπτρίζεται στο αίσθημα των ψηφοφόρων.

Οικονομολόγος, κατά των αμβλώσεων, βαθιά αντισοσιαλιστής, που θέλει να κλείσει την Κεντρική Τράπεζα – «το χειρότερο σκουπίδι στη Γη», όπως την αποκάλεσε σε συνέντευξή του – και να επιβάλει το αμερικανικό δολάριο, ο Μιλέι έχει διχαστική πολιτική ατζέντα και αποτελεί υπαρξιακή απειλή για τις υπάρχουσες συμμαχίες της κυβέρνησης με μεγάλο μέρος του επιχειρηματικού τομέα. Εάν πράγματι καταφέρει να κλείσει την Κεντρική Τράπεζα, ο αντίκτυπος θα είναι αισθητός πολύ πέρα από τα σύνορα της Αργεντινής, επισημαίνει το Bloomberg.

Είναι το δολάριο η λύση;

Ωστόσο παρά τον ακραίο, λαϊκιστικό του λόγο και τις αμφίβολες πολιτικές που υποστηρίζει, πολλοί αναλυτές τοποθετούνται υπέρ της δολαριοποίησης της αργεντινής οικονομίας, δεδομένου μεταξύ άλλων πως ο πληθωρισμός στην Αργεντινή έχει αυξηθεί στο 138,3%, το υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές του 1990. Τρεις οικονομίες της Λατινικής Αμερικής (ο Παναμάς, ο Ισημερινός και το Ελ Σαλβαδόρ) έχουν ήδη προχωρήσει σε δολαριοποίηση. Και αν και τα αποτελέσματα διαφέρουν, η δολαριοποίηση αυτή καθαυτή λειτούργησε και για τις τρεις: έχουν περάσει όλες από καθεστώτα πολύ υψηλού περιοδικού πληθωρισμού στη σχετική νομισματική σταθερότητα.

Ετσι, παρά την κριτική που ασκεί στον Μιλέι, η οικονομική ομάδα της Μπούλριτς έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα πιέσει για ελεύθερη κυκλοφορία και συμβάσεις σε δολάρια, ενώ υπόσχεται να μειώσει τις κρατικές δαπάνες για να περιορίσει τον πληθωρισμό και να εξαλείψει επίσης τους φόρους στις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων. Οι προκλήσεις, για να τεθεί η Αργεντινή σε μια σταθερή πορεία προς την ευημερία είναι τεράστιες «αλλά τα «υγιή χρήματα» είναι ένα απαραίτητο πρώτο βήμα – και ο Μιλέι παραδόξως βοήθησε να αλλάξει θετικά το αφήγημα» εξηγεί το «Forbes».

Ο Μάσα από την άλλη, ως εκφραστής της καθεστηκυίας τάξης, συνεχίζει να στηρίζει το αργεντινό πέσο, προτείνοντας ωστόσο πιο μετριοπαθείς πολιτικές σε σχέση με τον νυν πρόεδρο Αλμπέρτο Φερνάντες.

Οπως και να έχει, όλα αυτά δεν φαίνεται πως θα αποσαφηνιστούν σύντομα. Μετά τις σημερινές εκλογές και για να σχηματιστεί κυβέρνηση, που θα ορκιστεί στις 10 Δεκεμβρίου, πρέπει ο πρώτος να φτάσει τουλάχιστον το 45%, ή έστω το 40% αλλά με 10% διαφορά από τον δεύτερο, ώστε να ανακηρυχθεί νικητής. Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν πως δεν θα επιτευχθεί τίποτα από τα δύο και πως οι δύο πρώτοι υποψήφιοι θα περάσουν στον δεύτερο γύρο που έχει οριστεί για τις 19 Νοεμβρίου.