Οι ΗΠΑ τον 21ο αιώνα έχουν κάνει δύο πολέμους για να «εξαγάγουν» το δημοκρατικό μοντέλο, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, με παταγώδη αποτυχία στο πρώτο και ημιαποτυχία στο δεύτερο, αλλά όπως έδειξαν τα γεγονότα στην Μπραζίλια την περασμένη Κυριακή, οι Αμερικανοί, και κυρίως ο τραμπισμός, υπήρξαν πολύ πιο επιτυχημένοι τα τελευταία χρόνια στην εξαγωγή «τεχνογνωσίας» για την ανατροπή δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων. Και αν η Αμερική «ηγείται δίνοντας το παράδειγμα» στις υπόλοιπες χώρες, όπως διατείνονται οι ίδιοι οι Αμερικανοί, το παράδειγμα της 6ης Ιανουαρίου 2021 αποδείχθηκε εξαιρετικά δυνατό.

«Η δημοκρατία στις ΗΠΑ βρίσκεται υπό απειλή, δοκιμαζόμενη από τα πολιτικά κέρδη εθνοεξτρεμιστών και τον αναχρονισμό μερικών από τους πολιτικούς θεσμούς της χώρας», έγραψε ο Ισάαν Θαρούρ σε ανάλυσή του στη «Washington Post», και οι ΗΠΑ «αντί να εξάγουν δημοκρατικές αξίες, παίζουν ρόλο στην υποδαύλιση ανελεύθερων και αυταρχικών ξεσπασμάτων στον κόσμο, από τα μπλόκα των φορτηγατζήδων στον Καναδά ως τις αντιεμβολιαστικές εκστρατείες στη Γερμανία».

Χιλιάδες υποστηρικτές του Ζαΐρ Μπολσονάρου εισέβαλαν στο Κογκρέσο, στο Ανώτατο Δικαστήριο και στο Προεδρικό Μέγαρο της Βραζιλίας ζητώντας την ανατροπή της κυβέρνησης Λούλα

Στενές σχέσεις και ομοιότητες

Βραζιλιάνοι αναλυτές, όπως ο Νταβίντ Νεμέρ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, θεωρούσαν, από την επομένη της εισβολής στο Καπιτώλιο το 2021, σχεδόν προαναγγελθείσεις παρόμοιες ταραχές στην Μπραζίλια δύο χρόνια αργότερα και μάλιστα τις είχαν προβλέψει από τότε. Οι αναλυτές αυτοί έβλεπαν τις ομοιότητες ανάμεσα στον «τραμπισμό» και στον «μπολσοναρισμό», αλλά και τις στενές σχέσεις ανάμεσα στο περιβάλλον του Ντόναλντ Τραμπ και στον στενό κύκλο του Ζαΐρ Μπολσονάρου. Για παράδειγμα, fake news πλημμύρισαν τα βραζιλιάνικα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δύο χρόνια πριν από τις εκλογές στη χώρα, διαδίδοντας το ψέμα ότι οι μηχανές ψηφοφορίας ήταν «στημένες» για να νοθεύσουν το εκλογικό αποτέλεσμα, όπως ακριβώς έκανε ο Τραμπ στις ΗΠΑ.

Επίσης, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο οικογένειες ήταν και παραμένουν στενές: ο γιος του βραζιλινάνου προέδρου Εντουάρντο Μπολσονάρου βρισκόταν στην Ουάσιγκτον όταν έγινε η εισβολή στο Καπιτώλιο και έκτοτε έχει πραγματοποιήσει πολυάριθμες συναντήσεις με στενούς συμβούλους του Τραμπ, όπως με τον Στιβ Μπάνον και τον Στίβεν Μίλερ.

Οι θερμοκέφαλοι υποστηρικτές του Μπολσονάρου ριζοσπαστικοποιήθηκαν μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διαδίδοντας ψέματα για κλεμμένες εκλογές. Το ίδιο είχαν πράξει και οι οπαδοί του Τραμπ

Εξαγωγή «τεχνογνωσίας»

Ο Μπάνον, που προσπάθησε σκληρά να προωθήσει τον τραμπισμό στον κόσμο, κυρίως στην Ευρώπη και στη Λατινική Αμερική, δεν κατόρθωσε να μετατρέψει το Κίνημά του (The Movement) σε υπολογίσιμη παγκόσμια δύναμη. ομως τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι πρώην σύμβουλοι του Τραμπ κατάφεραν να διαδώσουν την «τεχνογνωσία» σε κάθε ενδιαφερόμενο για να υπονομεύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Το κορυφαίο παράδειγμα είναι η Βραζιλία, όμως αναλυτές από όλον τον κόσμο θεωρούν ότι ο τραμπισμός έδωσε αέρα στα πανιά επίδοξων ακροδεξιών στασιαστών, όπως στη Γερμανία, όπου τον Δεκέμβριο εξαρθρώθηκε εξτρεμιστική οργάνωση που απεργαζόταν την ανατροπή του πολιτεύματος.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Κέντρου Σουφάν (TSC), που παρακολουθεί τις εξτρεμιστικές απειλές στον κόσμο (ισλαμιστικές, ακροδεξιές κ.λπ.), «πολλοί αναλυτές ειδικοί στην τρομοκρατία θεωρούν ότι οι ΗΠΑ έχουν γίνει εξαγωγείς αντικυβερνητικού και αντιεξουσιαστικού εξτρεμισμού, εμπνέοντας και κινητοποιώντας ομοϊδεάτες σε πολλές χώρες».

«Αντιδημοκρατικές επαναστάσεις»

Η ιστορικός και δημοσιογράφος Αν Απλμπαουμ, γράφοντας στο «The Atlantic», κάνει μια σύγκριση ανάμεσα στους δημοκρατικούς και αντιαποικιοκρατικούς επαναστάτες που ενέπνευσε η Αμερικανική Επανάσταση (1765-1791) – όπως τον Σιμόν Μπολίβαρ που περιόδευσε σε πόλεις της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ το 1807 και στη συνέχεια έγινε ο ελευθερωτής αρκετών λατινοαμερικανικών χωρών – με τον τραμπισμό και τους οπαδούς του σήμερα. Οι τελευταίοι «ονειρεύονται μια άλλου είδους αμερικανική επιρροή, όχι υπέρ του Συντάγματος και της έννομης τάξης αλλά υπέρ της εξέγερσης και του χάους, όχι μέσω διακηρύξεων ανεξαρτησίας αλλά μέσω τρολ στα σόσιαλ μίντια». Και καταλήγει: «Οι δημοκρατικές επαναστάσεις είναι εδώ και αιώνες μεταδοτικές. Σήμερα βλέπουμε ότι μπορούν να μεταδοθούν και οι αντιδημοκρατικές επαναστάσεις».

Ημέτεροι και Δικαιοσύνη

Ο Αλέν Φρασόν, αναλυτής του «Monde», πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα παρατηρώντας ότι ο Τραμπ, ο Μπολσονάρου, ο Βίκτορ Ορμπαν στην Ουγγαρία, ο Βενιαμίν Νετανιάχου στο Ισραήλ, ο Γιαροσλάβ Κατσίνσκι στην Πολωνία και άλλοι αυταρχικοί επικεφαλής δημοκρατικών κρατών έχουν κάτι κοινό: «μειώνουν» τη δημοκρατία περιορίζοντάς την απλώς και μόνο στις εκλογές. «Για αυτούς, η πολιτική πλειοψηφία της στιγμής – εκείνη ενός προέδρου ή ενός πρωθυπουργού -, το κόμμα που κερδίζει τις εκλογές, γίνεται ιδιοκτήτης του κράτους. Το κράτος δικαίου τους ξεβολεύει διότι προϋποθέτει ότι η πλειοψηφία δεν έχει όλα τα δικαιώματα: πρέπει να λειτουργεί μέσα σε ένα ευρύτερο νομικό πλαίσιο» συνεχίζει ο γάλλος αναλυτής. Ο Τραμπ έδωσε το παράδειγμα διορίζοντας «δικούς του» στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι στη Βραζιλία την περασμένη Κυριακή οι διαδηλωτές δεν εισέβαλαν μόνο σε κτίρια της κυβέρνησης αλλά και στο Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο.

Υπάρχουν υποψίες ότι το #BrazilSpring επινοήθηκε και διακινείται από αμερικανική εταιρεία δημοσίων σχέσεων. Οι οπαδοί του Μπολσονάρου, που συγκεντρώνονται έξω από το σπίτι όπου φιλοξενείται στη Φλόριντα, χρησιμοποιούν το τραμπικό MAGA (Make America Great Again) δίπλα σε βραζιλιάνικα συνθήματα.

Αφότου ο Ιλον Μασκ απέκτησε το Twitter, κλείνει το μάτι στη βραζιλιάνικη Ακροδεξιά: απέλυσε σχεδόν όλους τους εργαζομένους στη Βραζιλία, ιδίως εκείνους που αντιμετώπιζαν την παραπληροφόρηση χαρακτηρίζοντάς τους «υποχείρια της Αριστεράς», και επανέφερε τους καταργημένους λογαριασμούς μπολσοναριστών.