Ο σεισμός στην επαρχία Γκαζιαντέπ της Τουρκίας, που ψιθυρίζεται ότι μπορεί να έχει περισσότερα από 100.000 θύματα, δυστυχώς ενδέχεται να αποδειχθεί πιο φονικός και από τον σεισμό της Μεσσήνης το 1908. Ο σεισμός και το τσουνάμι της Μεσσήνης σκότωσαν τουλάχιστον 60.000 και αποτελούν ίσως τη χειρότερη φυσική καταστροφή στην Ευρώπη, μετά το τσουνάμι της Λισαβόνας του 1755.

Εννέα ώρες μετά τον κύριο σεισμό μεγέθους 7,8 τα ξημερώματα της 6ης Φεβρουαρίου, ακολούθησε δεύτερος σεισμός μεγέθους 7,5. Στην Ελλάδα ο πιο μεγάλος σεισμός των τελευταίων 100 ετών έγινε στην Αμοργό, με μέγεθος 7,5 βαθμούς. Τον σεισμό ακολούθησε ένα τσουνάμι που έφτασε τα 22 μέτρα στην Αμοργό και τα 4 μέτρα στη Βόρεια Κρήτη.

Αν αναλογιστούμε την επαναληψιμότητα του σεισμού που μόλις έγινε, από τις πόσες φορές έπεσε ή επισκευάστηκε το κάστρο του Ιουστινιανού στο Γκαζιαντέπ, τότε μπορεί κανείς να κάνει την αρχική εκτίμηση ότι μεγάλοι σεισμοί στην περιφέρεια γίνονται κάθε 400 χρόνια.

Η διαχείριση της κρίσεως παραμένει εξαιρετικά δύσκολη, ενώ ήδη ασκείται κριτική για τη διαχείριση της πρώτης ημέρας. Οι δύο σεισμοί έχουν επηρεάσει άμεσα περίπου δέκα εκατομμύρια ανθρώπους, με τουλάχιστον 80.000 τραυματίες και ίσως πάνω από 150.000 αστέγους στην Τουρκία. Ηδη επιχειρούν 13.000 διασώστες, ενώ το συμβατικό παράθυρο των 72 ωρών όπου υπάρχουν πιθανότητες επιβίωσης έχει ήδη κλείσει, αλλά «θαύματα» συμβαίνουν, και βρέθηκαν δύο επιζώντες μετά από 90 ώρες. Η κατάσταση στη Βόρεια Σύρια κοντά στα σύνορα με την Τουρκία είναι δραματική, ενώ η περιοχή είναι πιο δύσκολα προσβάσιμη λόγω του εμφυλίου πολέμου και των κακών διμερών σχέσεων με την Τουρκία.

Στα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης γίνεται έντονη συζήτηση για την ποιότητα των κατασκευών στη γειτονική χώρα και συχνά αναφέρεται ο φόρος για τους σεισμούς που επιβλήθηκε μετά τον σεισμό της Νικομήδειας του 1999, που σκότωσε 18.000 ανθρώπους. Χρησιμοποιήθηκαν τα έσοδα για αναβαθμίσεις κατοικιών και εφαρμογή του οικοδομικού κανονισμού, που στην Τουρκία είναι ιδιαίτερα σύγχρονος; Οπως και ο ελληνικός, αναβαθμίστηκε μετά τους σεισμούς του 1999, ενώ η τελευταία του αλλαγή στην Τουρκία έγινε το 2018. Προβληματισμούς δημιουργεί το γεγονός ότι καινούργια ιδιωτικά κτίρια που ολοκληρώθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια και μάλιστα διαφημίζονταν σαν αντισεισμικής τεχνολογίας κατέρρευσαν, ενώ τρία νοσοκομεία που χτίστηκαν την τελευταία δεκαετία λειτουργούν κανονικά. Τα περισσότερα πολυώροφα κτίρια που κατέρρευσαν ήταν κτισμένα από οπλισμένο σκυρόδεμα. Στην Καλιφόρνια ανάλογα κτίρια είναι κατασκευασμένα από ξύλο ή χάλυβα, υλικά που όταν χρησιμοποιούνται όπως πρέπει, τότε μπορεί να είναι πιο ανθεκτικά στους σεισμούς. Θεωρητικά, δεν υπάρχει κανένας λόγος που πολυώροφα κτίρια από σκυρόδεμα κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα, εκτός από αστοχία στην εφαρμογή της μελέτης, ή μη εφαρμογή του αντισεισμικού κώδικα, ή μη σωστό υπολογισμό της σαθρότητας του εδάφους. Είμαι σίγουρος ότι θα μάθουμε πολύ περισσότερα τους επόμενους μήνες για τους λόγους κατάρρευσης και τότε πρέπει να αξιολογήσουμε πόσο καλά καταλαβαίνουμε τη συμπεριφορά τέτοιων κτισμάτων σε μεγάλους σεισμούς και να αναβαθμίσουμε τους κώδικες, αλλά και τις υπάρχουσες κατασκευές ανάλογα.

Τι θα γινόταν στη χώρα μας με έναν παρόμοιο σεισμό των 7,5 βαθμών σε μικρό εστιακό βάθος κάτω από κατοικημένη περιοχή, ή τι θα γινόταν αν συνέβαινε ένας σεισμός περίπου 8,5 κάπου στο ελληνικό τόξο, όπως συμβαίνει περίπου, κατά μέσο όρο, κάθε 600-800 χρόνια; Το ελληνικό τόξο είναι σύνορο σύγκρουσης δύο μεγάλων τεκτονικών πλακών, και γνωρίζουμε δύο μεγάλους σεισμούς μεγέθους περίπου 8,5, το 365 μ.Χ. και το 1303 μ.Χ.. Και οι δυο σεισμοί προξένησαν μεγάλα τσουνάμι και τις δύο φορές τα κύματα κατέστρεψαν την Αλεξάνδρεια. Το 365 μ.Χ. η Δυτική Κρήτη ανυψώθηκε κατά 10 μ., ενώ ακόμη μπορεί να δει κανείς τα σημάδια της ανυψωμένης ακτογραμμής στα Σφακιά και στα Χανιά.

Ας αναλογιστούμε ότι το τσουνάμι που έφτασε 40 μέτρα από τον σεισμό μεγέθους 9,0 στη Βορειοανατολική Ιαπωνία σε αντίστοιχη υποθαλάσσια τεκτονική ζώνη σκότωσε περίπου 18.000 ανθρώπους – ελάχιστοι σκοτωθήκαν από καταρρεύσεις κτιρίων επειδή εφαρμόζεται αυστηρά ο οικοδομικός κανονισμός και οι παρεμβάσεις και οι προσθήκες ελέγχονται. Τα περισσότερα θύματα φαίνεται ότι δεν απομακρύνθηκαν εγκαίρως μετά την προειδοποίηση που εκδόθηκε, και σε μερικές περιπτώσεις τα σχέδια εκκένωσης δεν είχαν λάβει υπόψη τους τις συνδυασμένες επιπτώσεις σεισμού και τσουνάμι. Αυτό ήταν το ατυχές αποτέλεσμα σχεδιασμού για έναν και μόνο κίνδυνο αντί για πολλαπλούς.

Το βασικό συμπέρασμα παραμένει ότι όταν εφαρμόζονται οι αντισεισμικοί κώδικες, όταν υπάρχει σωστός σχεδιασμός για συνδυασμό πολλαπλών κινδύνων, όταν γίνονται ασκήσεις εκκενώσεων και ετοιμότητας, τότε ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις.

Στην Ελλάδα ο κύριος κίνδυνος από έναν μεγάλο σεισμό στο ελληνικό τόξο θα είναι από τσουνάμι, αλλά φυσικά χρειάζεται επαναξιολόγηση όλων των κινδύνων με βάση τα μαθήματα από την Τουρκία. Εχει γίνει μεγάλη πρόοδος με το 112, και στον σεισμό της Σάμου το 2020 υπήρξε έγκαιρη προειδοποίηση για τσουνάμι πριν φτάσει το μεγάλο κύμα που ήταν το δεύτερο. Χρειάζονται όμως ασκήσεις εκκενώσεων και ετοιμότητας. Χρειάζεται άμεσα εγκατάσταση παλιρροιογράφων σε κάθε ελληνικό νησί και τουλάχιστον δύο τσουναμογράφων σε κομβικά σημεία ώστε το παράθυρο για έγκαιρη προειδοποίηση να μεγαλώσει.

Στην Τουρκία η κοινή λογική στην εφαρμογή κανονισμών θα είχε βοηθήσει να έχουμε λιγότερα θύματα. Η ίδια κοινή λογική πρέπει να μας φωτίσει και στη χώρα μας. Πρέπει να κάνουμε έγκαιρα σωστές αξιολογήσεις στις κατοικίες μας, κυρίως αυτές που έχουν υποστεί παρεμβάσεις, να εξαλείψουμε τις αναμονές για περισσότερους ορόφους σε ταράτσες και να κάνουμε σωστές επενδύσεις σε έγκαιρη προειδοποίηση για ακραία φαινόμενα, πάντα υπό το πρίσμα πολλαπλών σύγχρονων κινδύνων.

Ο κ. Κώστας Συνολάκης είναι ακαδημαϊκός, καθηγητής Φυσικών Καταστροφών και πρόεδρος της Εθνικής Επιστημονικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή.