Ο νέος πολιτικός κύκλος που άνοιξε αμέσως μετά τη διπλή εκλογική αναμέτρηση των αρχών του καλοκαιριού επιβεβαίωσε την κυριαρχία Μητσοτάκη στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, και μάλιστα με μια πρωτοφανή διαφορά 23 ποσοστιαίων μονάδων από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το σοκ που προκάλεσε το εύρος της ήττας στην αξιωματική αντιπολίτευση οδήγησε στην παραίτηση του αρχηγού της Αλέξη Τσίπρα, του ανθρώπου υπό την ηγεσία του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ αναδιέταξε τους κομματικούς συσχετισμούς και με τη συνεργασία των ΑΝΕΛ κυβέρνησε τη χώρα από το 2015 έως το 2019.

Η επόμενη μέρα μέχρι τώρα, στις αρχές του φθινοπώρου, χαρακτηρίστηκε:  

• Στο κοινωνικό πεδίο, από την περαιτέρω ενίσχυση της κλιματικής κρίσης και τις πρωτοφανείς φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές και βροχοπτώσεις), οι οποίες ενισχύουν την άποψη που έχουμε διατυπώσει ότι η ανθρωπότητα έχει εισέλθει σε μία νέα, αμυντική εποχή.

• Στο πολιτικό πεδίο, κυρίως από τη διαδοχή στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, με τον κ. Κασσελάκη να αναλαμβάνει τα ηνία του κόμματος και βέβαια της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Μόλις το 14% των ερωτωμένων αξιολογούν θετικά την απόδοση της Κυβέρνησης στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών (από το 27% του περασμένου Μαρτίου)

Διαχειριστικό μειονέκτημα

Οι επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών ήταν – και είναι – ανυπολόγιστες γιατί εκτείνονται σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας. Αναπόφευκτα υπάρχουν και πολιτικές επιπτώσεις. Η βασικότερη είναι ότι αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα του κράτους να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 14% των ερωτωμένων αξιολογούν θετικά την απόδοση της Κυβέρνησης στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών (από το 27% του περασμένου Μαρτίου). Εδώ λοιπόν η Κυβέρνηση εμφανίζει διαχειριστικό μειονέκτημα, και κατά συνέπεια η εικόνα της πλήττεται, όχι όμως τόσο όσο θα περίμενε κανείς. Ειδικά η συνολική αξιολόγησή της είναι μόλις 1% κάτω από το 35% που σημείωνε προεκλογικά, αλλά και η αξιολόγηση του κ. Μητσοτάκη κινείται στο 39%, δηλαδή 2% πάνω από τις προεκλογικές του επιδόσεις. Η ερμηνεία που θα μπορούσε εύλογα να δοθεί έχει να κάνει με τις αμιγώς πολιτικές εξελίξεις. Διαθέτει ανανεωμένη εντολή και επιπλέον η αξιωματική αντιπολίτευση ήταν όλο το προηγούμενο διάστημα ακέφαλη.

Η εκλογή του κ. Κασσελάκη στη θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει επηρεάσει μέχρι στιγμής την εκλογική επιρροή του κόμματος, ούτε θετικά ούτε αρνητικά

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι αν εκτός από τα προβλήματα, επηρεάζουν τους συσχετισμούς και οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Στον ερευνητικό μας σχεδιασμό, ακριβώς για να διερευνήσουμε τις πιθανότητες ενός τέτοιου ενδεχομένου, χρησιμοποιήσαμε το design beforeafter, τρέξαμε δηλαδή το μισό δείγμα μας πριν και το άλλο μισό μετά την εκλογή της περασμένης Κυριακής. Αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι η εκλογή του κ. Κασσελάκη στη θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει επηρεάσει μέχρι στιγμής την εκλογική επιρροή του κόμματος, ούτε θετικά ούτε αρνητικά. Η πρόθεση ψήφου του ΣΥΡΙΖΑ, από το 13,5% πριν από την εκλογή, κατεγράφη στο 13,8% μετά από αυτήν.

Ψυχρή υποδοχή για Κασσελάκη

Αλλά και ο ίδιος ο κ. Κασσελάκης, με πολιτική παρουσία λίγων εβδομάδων στην ελληνική πολιτική ζωή, δεν φαίνεται να συγκεντρώνει ανάλογη αποδοχή και δημοφιλία με αυτήν που κατέγραφαν πρόσφατα εκλεγμένοι πολιτικοί αρχηγοί, όπως οι κ.κ. Τσίπρας, Μητσοτάκης και Ανδρουλάκης τη χρονική στιγμή αμέσως μετά την εκλογή τους στην ηγεσία των κομμάτων τους. Ετσι, η Νέα Δημοκρατία, η οποία κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που κατέγραψε στις εκλογές (στην εκτίμηση ψήφου περίπου στο 36-37%), δεν φαίνεται να επηρεάζεται από τον ανταγωνισμό του ΣΥΡΙΖΑ υπό τη νέα ηγεσία του.

Η πτώση της συναρτάται κυρίως με:

1. Την αρνητική συγκυρία των φυσικών καταστροφών και τη συνακόλουθη αίσθηση αδυναμίας των κρατικών μηχανισμών να τις αντιμετωπίσουν.

2. Την παρατεινόμενη ακρίβεια στην αγορά.

3. Την αναμενόμενη μετεκλογική χαλάρωση και αποσυσπείρωση που δείχνουν οι ψηφοφόροι των κυβερνώντων κομμάτων.

Εξάλλου η κυριαρχία Μητσοτάκη αποτυπώνεται σε αυτή τη συγκυρία και στις αυθόρμητες αναφορές προτιμώμενου ως καταλληλότερου Πρωθυπουργού. Προηγείται στη σχετική λίστα με 38%, ενώ στη δεύτερη θέση, σε απόσταση 31 ποσοστιαίων μονάδων, βρίσκεται ο κ. Κασσελάκης με 7%. Ετσι, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει στη δεύτερη θέση της πρόθεσης ψήφου, παρουσιάζοντας και αυτός μία μικρή υποχώρηση αφού στην εκτίμηση ψήφου κινείται κοντά στο 17%, ενώ το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ εμφανίζει μικρή τάση ανόδου με εκτίμηση ψήφου 12,5%. Τα κόμματα που δείχνουν να ενισχύουν σαφώς τα ποσοστά τους στη μετεκλογική συγκυρία είναι αφενός το ΚΚΕ, με εκτίμηση ψήφου 9,5%, και αφετέρου η Ελληνική Λύση, με εκτίμηση ψήφου 7,5%.

Συνεχίζονται οι αναταράξεις

Σε κάθε περίπτωση, όλα όσα συνέβησαν αυτό το καλοκαίρι δείχνουν ότι η εποχή των μεγάλων αναταράξεων συνεχίζεται και τα στοιχεία της είναι πολλά, διαφορετικά και απρόβλεπτα, αφήνοντας αποτύπωμα και στο πολιτικό σύστημα, το οποίο κλυδωνίζεται από τις κρίσεις εμπιστοσύνης και μεταβάλλεται με ταχύτητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ενδιαφέρον για τις επικείμενες τοπικές εκλογές που θα διεξαχθούν την επόμενη Κυριακή είναι μέχρι στιγμής πολύ χαμηλό, παρά τις χιλιάδες των υποψηφίων σε όλη τη χώρα. Το ποσοστό ενδιαφέροντος (πολύ/αρκετά) κινείται στο 67%, όταν λίγο πριν τις βουλευτικές εκλογές ήταν 20 ποσοστιαίες μονάδες πάνω, στο 87%. Ωστόσο, και η αναμέτρηση αυτή θα αποτυπώσει νέους συσχετισμούς και θα παραγάγει πολιτικά συμπεράσματα για τις τάσεις των τοπικών κοινωνιών και για έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς του πολιτικού συστήματος της χώρας μας, την τοπική αυτοδιοίκηση.

Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis SA.