Σε τι εποχή ζούμε; Σε μια εποχή, θα μπορούσε να πει κανείς, όπου ένα ιστορικό περιοδικό δεν διστάζει να γράψει την Ιστορία με μια-δυο λέξεις ή ακόμη και χωρίς λόγια. Σε ένα τεύχος του «Time», ένας ολόσωμος Τζο Μπάιντεν είχε τοποθετηθεί στην άκρη του εξωφύλλου σαν να βαδίζει προς την έξοδο. Σε κάποιο από τα επόμενα, ο Μπάιντεν φεύγει και η Κάμαλα Χάρις, στην άλλη άκρη της σελίδας, έρχεται. Αλλά στο τελευταίο, ένα πορτρέτο της φτιαγμένο με μολύβι καταλαμβάνει πλέον ολόκληρο τον χώρο, μαζί με έναν λακωνικό τίτλο: «Η στιγμή της».
Η Ιστορία, όμως, γράφεται ακόμη και με αντισυμβατικούς τίτλους: «Η Χάρις», ενημέρωναν οι «New York Times» τους αναγνώστες τους από την πρώτη τους σελίδα την επομένη της ομιλίας της, «εναποθέτει την πίστη της στην τέχνη του εφικτού». Η ευφυΐα του τίτλου δεν βρίσκεται μόνο στην τόλμη του. Βρίσκεται και στο βάθος του, σε αυτό που μοιάζει να υπονοείται πέρα από την πρώτη του ανάγνωση. Με την «τέχνη του εφικτού», η πολιτική είναι σαν να επιστρέφει στην κοίτη της. Δεν υπόσχεται θαύματα, δεν μοιράζει λύσεις για κάθε πιθανό και απίθανο πρόβλημα. Στην ομιλία της στο Συνέδριο των Δημοκρατικών που διαβάστηκε και σαν «μανιφέστο», η Κάμαλα Χάρις υποσχέθηκε απλώς πως θα είναι «πρακτική». Η τέχνη του εφικτού δεν είναι παρά μια δέσμευση ρεαλισμού, μια γείωση ακόμη και της πιο ισχυρής εξουσίας με την πραγματικότητα.
Παρακολουθώντας κανείς το συνέδριο ενός κόμματος, η παρακμή του οποίου έως πριν από λίγο καιρό απεικονιζόταν από εκείνους που γράφουν την Ιστορία χωρίς λόγια, με τη βιολογική παρακμή του σώματος, θα παρατηρούσε ότι η πολιτική παραμένει μια υπόθεση αξιών. Στην εποχή που προαναγγέλλεται ξανά και ξανά το τέλος των ιδεολογιών, ένα κόμμα αναγεννήθηκε όχι μόνο επειδή αποσύρθηκε ένας ηλικιωμένος πρόεδρος. Αλλά και επειδή, σε κάτι που από μακριά υποβιβάζεται ως άλλο ένα αμερικανικό σόου, ένα μη πολιτικό πρόσωπο, όπως η Μισέλ Ομπάμα, εκφωνεί μια ομιλία βαθιά πολιτική. Η μεσαία τάξη, η κοινωνική κινητικότητα, η δυνατότητα της δεύτερης και της τρίτης ευκαιρίας στις αποτυχίες σου, η αυτοδιάθεση του σώματος, ένα πλέγμα ελευθεριών που δεν μπορεί να απειληθεί από κανέναν υπερσυντηρητικό δικαστή.
Απέναντι στην Αμερική του Τραμπ που τρομάζει, ο Μπάιντεν, η Ομπάμα και η Χάρις αντιπαρέβαλαν μια Αμερική τόσο φιλική ώστε να καθησυχάζει ακόμη και εκείνους που αγαπούν να τη μισούν. Μια Αμερική της επιδίωξης της ευτυχίας – είτε την εξασφαλίζει το χρώμα του χρήματος είτε τα ατελείωτα χιλιόμετρα της Route 66 και οι αχανείς εκτάσεις της Nomadland.
Η Αμερική είναι το παράδοξο μιας χώρας όπου ο καθένας μπορεί να επιλέξει τη χώρα της αρεσκείας του. Τον τρόπο της ζωής του και τον θεό του γούστου του. Η τέχνη της εμπνεύστηκε πολύ από τη βία της, άντλησε άφθονο υλικό από το πιο σκοτεινό της πρόσωπο, σχεδόν το μυθοποίησε. Και ο βαθύς διχασμός που βιώνει σήμερα θα βρει μια μέρα τον δρόμο του στην καλλιτεχνική της ελευθερία και σε ένα καλό στόρι, αρκετά εύπεπτο για ευρεία κατανάλωση, όπου θα πρωταγωνιστούν ένας τσαρλατάνος και ορδές από ξεσαλωμένους φανατικούς που θα εφορμούν στο Καπιτώλιο με γούνινα σκουφιά, τατουάζ και όπλα.
Στο μεταξύ, η Ιστορία θα συνεχίσει να γράφεται – και πού και πού θα γράφεται χωρίς λόγια. Ετσι θα γραφτεί και την ημέρα της κάλπης, εκείνη την Τρίτη του Νοεμβρίου που η Αμερική και μαζί της ο υπόλοιπος κόσμος θα κρατάνε την ανάσα τους για την έκβαση του αποτελέσματος. Τα υπόλοιπα, μετά, είναι θέμα έμπνευσης. Πώς, ας πούμε, θα μπορούσε να γραφτεί το happy end χωρίς λόγια;