Το έθνος-κράτος αναδύθηκε κατά τη διάρκεια του 19ου και εξελίχθηκε κατά τον 20ό αιώνα στη βασική μονάδα της διεθνούς οργάνωσης. Κατά τη διάρκεια του 21ουυ αιώνα η βιωσιμότητά του αμφισβητήθηκε. Σημαντικοί διανοητές και πολιτικοί θεώρησαν ότι αντιμετώπιζε μια διπλή πίεση, εκ των άνω, από μορφές υπερεθνικής οργάνωσης και τη διαδικασία της Παγκοσμιοποίησης, αλλά και εκ των κάτω, από περιφερειακές οντότητες που διεκδικούσαν την επιστροφή αρμοδιοτήτων σε μικρότερες μονάδες που ανταποκρίνονταν και σε παλαιότερες ταυτίσεις.

Ποιες ήταν όμως οι λειτουργίες του έθνους-κράτους, ποιον ιστορικό ρόλο έχει επιτελέσει; Μια βασική λειτουργία του ήταν η πολιτική αντιπροσώπευση. Η έννοια της εθνικής κυριαρχίας της εποχής των Επαναστάσεων, εκκινώντας από τη Γαλλική το 1789, ήταν η απόδοση της πολιτικής κυριαρχίας στο σώμα των πολιτών, η αφαίρεσή της από τη μοναρχία. Εκτός από αυτό, το έθνος-κράτος επετέλεσε ρόλο ενοποιητικό. Ενοποίησε πολιτισμικά και διοικητικά ανομοιογενείς χώρους των οποίων το μόνο κοινό χαρακτηριστικό έως τότε ήταν η υπαγωγή τους σε μία κοινή μοναρχική εξουσία. Αυτό συνέβη στη Γαλλία με την επίδραση της δημόσιας εκπαίδευσης, της διοίκησης, του στρατού, σε μια μακρά διαδικασία οι απαρχές της οποίας εντοπίζονται στο Παλαιό Καθεστώς, συνεχίζονται με τη Γαλλική Επανάσταση και τον Ναπολέοντα και ολοκληρώνονται με την Τρίτη Δημοκρατία που εγκαθιδρύθηκε το 1870.

Ανάλογη περίπτωση είναι η Ιταλία, η οποία προέκυψε από την ενοποίηση πολλών βασιλείων από τα οποία προέκυψε μια ιταλική εθνική ταυτότητα η οποία υπήρχε μόνο θεωρητικά. Η ενοποίηση της Ισπανίας στο πεδίο αυτό ήταν ατελής με συνέπεια την επιβίωση των περιφερειακών εθνικισμών όπως ο βασκικός και ο καταλανικός. Αυτή την ενοποιητική λειτουργία αναλαμβάνουν τα έθνη-κράτη και στην περίπτωση πρώην αποικιών, ιδίως στην Αφρική, όπου δεν υπήρχε η παραμικρή πολιτισμική ομοιογένεια ή διοικητική και πολιτική ενότητα. Σε άλλες περιπτώσεις τα έθνη-κράτη προέκυψαν από εθνικά κινήματα που επεδίωκαν την απόσχιση, την ανεξαρτησία από πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Αυτή ήταν η περίπτωση της Ελλάδας και των υπόλοιπων βαλκανικών κρατών καθώς και άλλων εθνών-κρατών που αναδύθηκαν στην Ευρώπη, ιδίως μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη διάλυση των πολυεθνικών αυτοκρατοριών, της Αυστρο-ουγγαρίας, της Οθωμανικής και της Ρωσικής.

Υπάρχει όμως και μια οικονομική λειτουργία την οποία επιτελούν τα έθνη-κράτη. Συγκροτούν μια ενιαία και ολοκληρωμένη εθνική οικονομία, η οποία υποτίθεται θα μπορούσε να επιδιώκει την αυτάρκεια και να υψώνει δασμολογικά τείχη ή άλλους περιορισμούς έναντι των άλλων ή να είναι ανοιχτή στο διεθνές εμπόριο αλλά πάντως συνιστούσε μια εθνική αγορά. Ο ιστορικός ρόλος του έθνους-κράτους στο πεδίο αυτό ήταν κρίσιμος καθώς κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ενοποιεί παραγωγικές δομές και διαδικασίες με τοπική μόνο ή περιφερειακή εμβέλεια. Συνεπώς το έθνος-κράτος παίζει έναν ενοποιητικό ρόλο σε επίπεδο οικονομικό, διοικητικό, πολιτικό και πολιτισμικό σε πολύ μεγαλύτερο βάθος από τις αυτοκρατορίες, είτε εδαφικώς συνεχείς είτε αποικιακές, οι οποίες απέβλεπαν κυρίως στην απόσπαση πόρων από τις περιφέρειες και δεν είχαν αξιώσεις βαθύτερης ενοποίησης.

Αυτές οι λειτουργίες των εθνών-κρατών τέθηκαν σε αμφισβήτηση από τις μεταπολεμικές εξελίξεις. Η αυξανόμενη διεθνοποίηση του κεφαλαίου και η αύξηση του όγκου των διεθνών συναλλαγών των δεκαετιών του 1960 και του 1970 εξελίχθηκε σε μια πολύ πιο σύνθετη διαδικασία Παγκοσμιοποίησης, η οποία τροφοδοτήθηκε από την ελευθερία των συναλλαγών, την τεχνολογική αλλαγή, τον προσωπικό υπολογιστή, τον παγκόσμιο ιστό, τις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, την κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας, την ευρεία κατανάλωση ειδών εταιρειών παγκόσμιας εμβέλειας. Ειδικά στην Ευρώπη, η ευρωπαϊκή νομισματική ένωση σημαίνει την παραίτηση από ένα εργαλείο και μια αρμοδιότητα που βρίσκονταν στην καρδιά της εθνικής κυριαρχίας. Παράλληλα, οι περιφέρειες απαιτούν την επιστροφή ενός μέρους των αρμοδιοτήτων που έχασαν από τα συγκεντρωτικά κράτη. Ιδίως στην Ευρωπαϊκή Eνωση, εκτός από την αναβίωση των «μικρών» εθνικισμών, η διαχείριση των κοινοτικών προγραμμάτων ευνόησε τη δημιουργία περιφερειακών πλαισίων αναφοράς ακόμα και εκεί που δεν υπάρχει θέμα αναβίωσης παλαιών εθνικών ταυτοτήτων.

Απομένει κάτι για το έθνος-κράτος; Με προφανή ασυμμετρία σε σχέση με τις απαρχές του, σαφώς ναι. Η πολιτική εκπροσώπηση στο διεθνές επίπεδο παραμένει σχεδόν αμείωτη ακόμα και για τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Eνωσης. Από άποψη εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας δεν έχει υπάρξει υποκατάστατο, μόνο κλασικές συμμαχίες όπως το ΝΑΤΟ, το οποίο δεν είναι υπερεθνικός οργανισμός. Το έθνος-κράτος υπηρετεί ακόμα κάτι αναντικατάστατο για την ώρα, το στοιχείο της ιστορικής μνήμης, της ψυχικής ταύτισης, της πολιτισμικής ταυτότητας. Πέραν δε της Ευρώπης, αν ληφθεί υπόψη η διαφαινόμενη τάση απο-παγκοσμιοποίησης, ο οικονομικός ρόλος του έθνους-κράτους δεν θα είναι κατ’ ανάγκην θέμα ενδιαφέροντος αποκλειστικά των ιστορικών.

Ο κ. Σωτήρης Ριζάς είναι διευθυντής Ερευνών του Κέντρου Ερευνας Ιστορίας Νεότερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.