Γράφουν: Ιωάννα Σαπφώ Πεπελάση, Γιάννης Μπέσης

Με αφορμή την πρόσφατη κατάρρευση της Silicon Valley Bank έχει έρθει στο προσκήνιο – αν και δεν αποτελεί τον μοναδικό λόγο το ζήτημα της κλιμακούμενης δυσκολίας των startups να αντλήσουν κεφάλαια. Η συγκεκριμένη συγκυρία αποτελεί έναυσμα για παράθεση ορισμένων προβληματισμών για το αν πρέπει το κυρίαρχο πρότυπο που ακολουθούν πολλές startups υψηλής τεχνολογίας να επαναπροσδιοριστεί και να μην αποτελεί μονόδρομο. Ποιο είναι αυτό το πρότυπο; Είναι η διαδρομή ταχύτατης ανάπτυξης / γιγάντωσης της νεοφυούς επιχείρησης, μέσω υψηλού δανεισμού, με στόχο την απόκτηση του σπάνιου status του «Μονόκερου», δηλαδή αποτίμησης άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων.

Κατ’ αρχάς, να υπογραμμισθεί ότι το οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων στην Ελλάδα ήταv εξαρχής αξιόλογο. Ενίσχυσε σημαντικά τη θέση της χώρας στην τέταρτη τεχνολογική επανάσταση μέσω της παραγωγής καινοτόμων προϊόντων / υπηρεσιών και εφευρίσκοντας υψηλής απόδοσης τεχνικές, σε διάφορα στάδια της αλυσίδας αξίας, ακόμα και σε παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας. Επίσης, το ελληνικό οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων ήταν ιδιαίτερα εξωστρεφές. Από την έρευνά μας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών προκύπτει ότι οι startuppers ήταν διεθνοποιημένοι από την αρχή. Ενδεικτικά, να αναφερθεί ότι ένα μεγάλο, για τα ελληνικά δεδομένα, ποσοστό των ιδρυτών είχε εργασιακή εμπειρία στο εξωτερικό και επιπλέον οι μισές startups είχαν εξαγωγικό χαρακτήρα.

Επίσης, τονίζουμε ότι στη δωδεκαετή πορεία του το οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων έχει διανύσει αξιοσημείωτη πρόοδο σε πολλά επίπεδα. Παρότι ξεκίνησε σχεδόν εκ του μηδενός, σήμερα εκτιμάται ότι ο συνολικός αριθμός των νεοφυών επιχειρήσεων της χώρας κυμαίνεται στις 2.000-2.500. Επίσης, όπως προκύπτει από τις μελέτες, το οικοσύστημα αυτό στην πορεία του χρόνου έχει ωριμάσει ποικιλότροπα. Επιπλέον, οι διάφοροι οργανισμοί που στηρίζουν το νεοφυές επιχειρείν έχουν πληθύνει εντυπωσιακά και έχουν μεγαλύτερη ποικιλότητα. Τέλος, η γεωγραφική κατανομή των νεοφυών επιχειρήσεων και των θεσμών που τις στηρίζουν (όπως για παράδειγμα τα εκκολαπτήρια / incubators και οι επιταχυντές) έχει διευρυνθεί σημαντικά και το ποσοστό συμμετοχής της περιφέρειας στο οικοσύστημα αυξάνεται.

Είναι εμφανές πλέον ότι οι έλληνες startuppers μπορούν να εκτοξεύσουν την Ελλάδα σε μια νέα εποχή ουσιαστικής και βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης με επίκεντρο την καινοτομία, την εξωστρέφεια και τον υγιή ανταγωνισμό, δημιουργώντας νέους εθνικούς πρωταθλητές που θα παραμείνουν στη χώρα. Υπάρχει όμως ένας προβληματισμός.

Οι startups εξ ορισμού στοχεύουν στην κάλυψη ενός κενού στην αγορά ή στη δημιουργία μια νέας αγοράς, στόχοι που για να επιτευχθούν απαιτούν την ταχεία ανάπτυξη ώστε να «προλάβουν» ουσιαστικά οι εκάστοτε εταιρείες τον ανταγωνισμό. Τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (VCs) ή αντίστοιχα επενδυτικά οχήματα στοχεύουν στο να καλύψουν αυτή την ανάγκη. Ομως αυτή η «βεβιασμένη» ανάπτυξη προϋποθέτει συχνά και υψηλή μόχλευση που μπορεί να αυξήσει υπερβολικά το ρίσκο της επένδυσης. Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις χρηματοδοτήθηκαν εταιρείες με πολύ υψηλές αποτιμήσεις, οι οποίες δικαιολογούνταν με τις ακόμα πιο υψηλές προσδοκίες για το μέλλον.

Σε μια εποχή χαμηλών επιτοκίων, αυτή η στρατηγική φάνταζε ελκυστική. Σήμερα, όμως, επειδή διανύουμε μια συγκυρία πολλαπλών κρίσεων με υψηλά επιτόκια, το διαθέσιμο κεφάλαιο για τη στήριξη πιθανών μονόκερων είναι περιορισμένο και ακριβό.

Η εναλλακτική θεώρηση είναι ότι οι startups θα έπρεπε να ακολουθούν μία σταδιακή μεγέθυνση, με γνώμονα μία επιτυχή μακρόχρονη βιωσιμότητα / μακροβιότητα, με περιορισμένη ή και ανύπαρκτη μόχλευση. Βέβαια, κάθε πλευρά έχει τα θετικά και τα αρνητικά της, αλλά καθίσταται σημαντική η έκφραση και αυτής της οπτικής.

Στην παρούσα συγκυρία, της πρόσφατης κατάρρευσης της Silicon Valley Bank στην Καλιφόρνια (τη γενέτειρα του παγκόσμιου οικοσυστήματος των startups), είναι αναγκαίο να ανοίξει η συζήτηση για τη μελλοντική πορεία του οικοσυστήματος των νεοφυών επιχειρήσεων. Θα θέλαμε να καταθέσουμε εδώ τις εξής σκέψεις:

  • Να υπάρξει συμπόρευση / στενή συνεργασία των μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων με τις startups. Τα μοντέλα ενδοεπιχειρηματικότητας (intrapreneurship) που στοχεύουν στην ανάπτυξη υψηλής καινοτομίας εσωτερικά σε μια μεγάλη εταιρεία απαιτούν χρόνο και μεγάλο βαθμό ωριμότητας. Η ύπαρξη στενών δεσμών θα συμβάλει στην επιτάχυνση της διαδικασίας, στη δημιουργία συνεργασιών και στην περαιτέρω πρόσβαση σε κεφάλαια για τις νεοφυείς εταιρείες.
  • Να αξιοποιήσουμε και άλλες προσεγγίσεις exits, πέραν της εξαγοράς. Η είσοδος σε μια οργανωμένη δευτερογενή αγορά μπορεί να εξασφαλίσει και τα απαραίτητα κεφάλαια στην εταιρεία για τους μεγαλύτερους γύρους χρηματοδότησης, αλλά και για την αποφυγή της πλήρους πώλησης της εταιρείας. Η ανάπτυξη μιας ανεπτυγμένης κεφαλαιαγοράς στην Ελλάδα, με εργαλεία για τις νεοφυείς επιχειρήσεις, κρίνεται επιβεβλημένη.
  • Γιατί όχι, σε αυτή τη συγκυρία, η παραδοσιακή ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση να μην αντλήσει τα θετικά στοιχεία της εξωστρέφειας και της καινοτομίας των startups, ώστε να εξελιχθεί και να αποτελέσει και εκείνη προπομπό για μια νέα εποχή για τη χώρα;

Συνοψίζοντας, οι στόχοι είναι να δημιουργήσουμε το έδαφος ώστε αρκετές νεοφυείς επιχειρήσεις να γίνουν οι νέοι εθνικοί πρωταθλητές που θα παραμείνουν στη χώρα, καθώς και να ενισχυθεί το ήδη υπάρχον παραγωγικό μοντέλο, αντλώντας τα θετικά στοιχεία της καινοτομίας, της ευελιξίας και της εξωστρέφειας των startups.

Η κυρία Ιωάννα-Σαπφώ Πεπελάση είναι ομότιμη καθηγήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ο κ. Γιάννης Μπέσης είναι μάνατζερ σε εταιρεία τεχνολογίας.