Ηγαλλο-γερμανική πρόταση χρηματοδότησης των κρατών της ΕΕ ώστε να αντιμετωπίσουν την ύφεση της πανδημίας και να ισχυροποιήσουν τις οικονομίες τους αποτελεί σταθμό στην ιστορία της Ενωσης, τόσο για το μεγάλο ύψος των κονδυλίων όσο και επειδή θα διατεθούν στις χώρες κυρίως ως χορηγίες αντί για δάνεια. Προφανώς η αντιμετώπιση της ύφεσης – προς το παρόν απροσδιόριστου βάθους και χρόνου – δεν θα μπορούσε να βαρύνει το δημόσιο χρέος τους, ιδιαίτερα όταν μερικές από τις πλέον ευπαθείς είναι ταυτόχρονα και υπερχρεωμένες και μια περαιτέρω επιβάρυνση θα τις έστελνε στα δημοσιονομικά τάρταρα.
Στην πράξη βέβαια τα κράτη θα υποστούν το κόστος εξυπηρέτησης των ευρω-ομολόγων που θα εκδοθούν, απλώς αυτό θα μετατεθεί στο απώτερο μέλλον και επιπλέον θα γίνει με την αναλογικότητα συμβολής εκάστου στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Αυτός είναι και ο λόγος που διευρύνεται το μπλοκ των αντιρρησιών χωρών εναντίον του Νότου, επειδή οι χώρες του Βορρά θα είναι αυτή τη φορά οι λιγότερο ευνοημένες.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.