Οπως όλη η Ελλάδα, έτσι και ο σημερινός Δήμος Ιστιαίας-Αιδηψού δέχτηκε ένα κύμα προσφύγων το 1924. Αυτή η εισροή, αποτέλεσμα της Μικρασιατικής Καταστροφής, προβλεπόταν στη Συνθήκη της Λωζάννης (Ιούλιος 1923), η οποία περιλάμβανε για πρώτη φορά στην ιστορία υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, και μάλιστα με βάση το θρήσκευμα. Προσφυγικές εγκαταστάσεις έγιναν στη Νέα Σινασό, στον Νέο Πύργο, στην Καστανιώτισσα (τουρκόφωνοι πρόσφυγες από τα βάθη της Μ. Ασίας) και στον Ταξιάρχη-Μουρσαλή, γνωστό για την παραγωγή ξερών σύκων, καλλιέργεια που έφεραν οι πρόσφυγες.

Στον παλαιό Δήμο Αιδηψίων έγιναν τρεις εγκαταστάσεις. Στο χωριό της Αιδηψού, δημιουργήθηκε ένας προσφυγικός οικισμός όπου εγκαταστάθηκαν άτομα από την περιοχή του Τσεσμέ, από το Μελί, την Αγία Παρασκευή και τα Αλάτσατα. Η μετεγκατάσταση δεν ήταν εύκολη, γρήγορα όμως οι άνθρωποι κατάφεραν να ορθοποδήσουν ασχολούμενοι κυρίως με την αλιεία, εφαρμόζοντας μάλιστα καινοτόμες πρακτικές. Εγκαταστάθηκαν στις παρυφές του χωριού, σε γειτονιά που και σήμερα ονομάζεται Συνοικισμός.

Στα Λουτρά της Αιδηψού έφτασαν το 1924 πολλοί πρόσφυγες προερχόμενοι οι περισσότεροι από τη Μηχανιώνα της Προποντίδας. Περίπου τα 2/3 των αφιχθέντων εγκατέλειψαν την περιοχή μαζί με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, για να εγκατασταθούν τελικά στη σημερινή Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης, μια και η περιοχή θεωρήθηκε ιδανικότερη για να ασκήσουν την αλιεία.

Η πλειονότητα όσων εγκαταστάθηκαν στα Λουτρά της Αιδηψού ανήκε σε εύπορες οικογένειες. Η τεχνογνωσία τους, οι νέες καλλιέργειές τους και η εμπειρία τους στη θάλασσα έδωσαν ώθηση στη Λουτρόπολη, οργανώνοντας την αλιεία, αναπτύσσοντας τη γεωργία και το εμπόριο. Αντίστοιχα, και η Βαρβάρα είναι ένα αμιγώς ποντιακό χωριό, 6 χιλιόμετρα από τα Λουτρά της Αιδηψού. Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν εκεί κατάγονταν από την Τσολόχαινα, το Αμπρίκ, την Κερασούντα, το Μπελέν, την Κουρκούτα της Χαλδίας και την Τραπεζούντα. Το κράτος έδωσε σε κάθε οικογένεια ένα σπίτι και επιπλέον 60 στρέμματα γης σε διάφορα σημεία. Οι άνθρωποι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία και χάρη στην εφευρετικότητα και την εργατικότητά τους κατάφεραν να αποστραγγίσουν τα βαρκά (λασπώδη) χωράφια του κάμπου με σούδες (κανάλια) δημιουργώντας ιδιαίτερα εύφορη γη. Επίσης, εισήγαν στην περιοχή την εκτροφή μεταξοσκώληκα και εμπορεύονταν μεταξωτά υφαντά ή το μετάξι από τα κουκούλια.   Συζητώντας με απογόνους τρίτης γενιάς, μαθαίνουμε πως η εγκατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της Αιδηψού δεν ήταν εύκολη. Οι γηγενείς δυσκολεύονταν να τους αποδεχτούν, θεωρώντας τους ξένους και αποκαλώντας τους «τουρκόσπορους». Ωστόσο, η όρεξη αυτών των ανθρώπων για εργασία και η ανάπτυξη της περιοχής χάρη σε αυτούς οδήγησαν τελικά στην ομαλή ενσωμάτωσή τους στο κοινωνικό σύνολο.

Των Αγγελικής Μαρίνα, Εφης Μανιάδη, Στάθη Ζάχου