Των Κατερίνας Κελέκη, Νεφέλης Μπλάγα, Δημήτρη Ουζούνη, Χριστίνας Σούδη
Οι 12 καταρράκτες της Εδεσσας είναι οι μεγαλύτεροι της Ελλάδας και των Βαλκανίων και οι μόνοι στην Ευρώπη που βρίσκονται κυριολεκτικά μέσα στην πόλη. Το πάρκο των καταρρακτών μάλιστα είναι ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης. Καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου προσελκύει χιλιάδες τουρίστες που έρχονται να επισκεφτούν τους φημισμένους καταρράκτες του, οι οποίοι αποτελούν ένα φυσικό φαινόμενο το οποίο δημιουργήθηκε έπειτα από ισχυρό σεισμό που έπληξε τη γύρω περιοχή τον 14ο αιώνα.
Χωρίς αμφιβολία το σπήλαιο των καταρρακτών της Εδεσσας με την πλούσια γεωμορφολογία του κατέχει υψηλή θέση ενδιαφέροντος πανελλαδικά. Είναι πρωτογενές, που σημαίνει ότι έχει δημιουργηθεί από την εναπόθεση διαλυμένου ασβεστόλιθου και χρονολογείται όσο η χρονολογία των πετρωμάτων του. Ακόμη είναι τραβερτινικό, δηλαδή η επικάλυψη του ασβεστόλιθου γίνεται από ανθρακικό ασβέστιο. Ως αποτέλεσμα όχι μόνο των όρων αυτών αλλά και της σπουδαιότητας των καταρρακτών εμφανίζεται το φαινόμενο να μετατοπίζονται προς τα έξω και να δημιουργούνται συνεχώς νέα σπήλαια. Οι καταρράκτες με το σπήλαιό τους έχουν αναγνωριστεί παγκοσμίως για τη σπανιότητά τους και αποτελούν για εμάς τη φυσική μας κληρονομιά.
Είναι απαραίτητο να αναφερθεί πως το σπήλαιο ξεχωρίζει και για τα χαρακτηριστικά στο εσωτερικό του τα οποία προκαλούν έντονο ενδιαφέρον. Εκεί λοιπόν μπορεί κανείς να παρατηρήσει έναν μεγάλο αριθμό των σπάνιων «εκκεντριτών», οι οποίοι έχουν ακανόνιστο σχήμα με διαφορετικές ενδείξεις. Και φυσικά τους σταλακτίτες σε εξαιρετικά μεγέθη, σχήματα και χρώματα. Παράλληλα, εμφανίζονται και «σταλακτατικές κολόνες» που φτάνουν το ύψος μέχρι και των τριών μέτρων. Στον τελικό χώρο του σπηλαίου έχουμε ένα βάραθρο με ύψος πέντε μέτρων και διάφορους σχηματισμούς, τα «κουνουπιδοειδή», δηλαδή μια μορφή σπηλαιοαποθέσεων. Ολα τα παραπάνω προσφέρουν στο συγκεκριμένο σπήλαιο μια μοναδικότητα η οποία το κάνει να ξεχωρίζει.
Η συμβολή στην οικονομία
Τα νερά της Εδεσσας έχουν αξιοποιηθεί ως ένα φυσικό μέσο ηλεκτρισμού. Ως αποτέλεσμα αυτού, έντεκα νερόμυλοι, με τους περισσότερους να διατηρούνται από τον Δήμο Εδεσσας στην περιοχή των Μύλων, δημιουργήθηκαν και βοηθούν ως σήμερα στην ευημερία της περιοχής. Για παράδειγμα, υπάρχουν οι Μύλοι των πέντε αισθήσεων, του νερού, της γεύσης οι οποίοι λειτουργούν ως επισκέψιμοι χώροι, ενώ παλαιότερα χρησιμοποιούνταν ως σησαμοτριβεία και παρήγαν σουσάμι, ελαιόλαδο, δημητριακά και ταχίνι. Επιπλέον, το παλιό Μπατάνι αξιοποιήθηκε από τους ντόπιους για να πλένουν τα ρούχα και τα υφαντά τους.
Βέβαια, η «δύναμη του νερού» δεν εφαρμόστηκε αποκλειστικά στις μικρές επιχειρήσεις. Κατά την περίοδο 1890 έως 1960 εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Εδεσσας σημαντικοί βιομήχανοι χτίζοντας τα εργοστάσιά τους εκεί. Τέτοια ήταν το Κανναβουργείο, το μεγαλύτερο που υπήρχε τότε στην Ελλάδα, η Ανω και η Κάτω Εστία, το ΣΕΦΕΚΟ και το εργοστάσιο Τσίτσι, τα οποία εστίαζαν στην παραγωγή σκοινιών και σπάγκων από ινδική κάνναβη. Με τη βοήθεια ιμάντων, η δυναμική ενέργεια από την ορμή του νερού μετατρεπόταν σε ηλεκτρική, η οποία συντελούσε στην ενεργοποίηση των μηχανών και οδηγούσε σε μια οικονομικά ωφέλιμη διαδικασία παραγωγής. Ετσι, λοιπόν, η περιοχή της Εδεσσας έγινε γνωστή ως το «Μάντσεστερ των Βαλκανίων», καθώς άνθησε απότομα λόγω του φυσικού φαινομένου των νερών της.
Αλλά στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο ατού των καταρρακτών είναι η ομορφιά τους και η αίσθηση που σου δίνουν όταν είσαι κοντά τους ότι νιώθεις τη δύναμη της φύσης. Δεν είναι τυχαίο ότι αποτελούν ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της Ελλάδας και των Βαλκανίων και δημιουργούν συναισθήματα θαυμασμού και δέους στους περισσότερους επισκέπτες τους.