Αν δεν έχετε βρεθεί ποτέ στη Σουηδία, εκτός από όσες καλές πρακτικές έχουν εγγραφεί στο συλλογικό ασυνείδητο ως «σουηδικό μοντέλο» τόσο σε ό,τι αφορά τον τρόπο διαβίωσης όσο και την οργάνωση και τον τρόπο «λειτουργίας» ενός κράτους, αυτό που σίγουρα αξίζει να παρατηρήσει κανείς στη χώρα του ευρωπαϊκού βορρά είναι η παράδοξη γαλήνη της φύσης της.

Παράδοξη καθώς παρά την αίσθηση ηρεμίας που αποπνέει κάθε φυσικό σουηδικό τοπίο (και είναι πολλά καθώς η Σουηδία εκτός από τις μητροπολιτικές περιοχές της είναι από τις χώρες με τη χαμηλότερη πληθυσμιακή πυκνότητα), ταυτόχρονα η Σουηδία πόρρω απέχει από κλιματικής απόψεως από ό,τι έχουμε συνηθίσει ως Μεσόγειοι.

Τα αποτελέσματα αυτής της αντίθεσης είναι πολλαπλά τόσο στην ψυχονοοτροπία των ίδιων των Σουηδών όσο και κατ’ επέκταση στα δημιουργήματά τους καθώς από τις καταβολές της χώρας τους, ήδη από τη μετά Βίκινγκ εποχή και την Ένωση του Κάλμαρ το 1397, οι Σουηδοί σμιλεύτηκαν επιχειρώντας να αντισταθμίσουν τη δριμύτητα του κλίματός τους με αξίες και αρχές που να τους ωθούν κάθε φορά ένα βήμα μπροστά χωρίς να αφήνουν σε δεύτερη μοίρα τον σεβασμό στην τόσο πολύτιμη φύση τους αλλά και στον Ανθρωπο.

Η νέα τροπή

Επειδή όμως πλέον βρισκόμαστε στον πιο πολύπλοκο 21ο αιώνα και ακόμα και μια χώρα μέχρι πρότινος πρότυπο, όπως η Σουηδία, αφενός βιώνει περιστατικά όπως η έξαρση βίας στους δρόμους λόγω του πολέμου συμμοριών για την οποία, πρωτοφανώς, ζητήθηκε η συνδρομή του στρατού, αφετέρου – σε μια λιγότερο ακραία έκφραση αλλά ενδεικτική της αλλαγής των πραγμάτων – πάλαι ποτέ αμιγώς σουηδικές εταιρείες όπως η αυτοκινητοβιομηχανία της Volvo πλέον έχουν κινεζική ιδιοκτησία.

Επειδή όμως δεν πρόκειται για στήλη ανάλυσης κοινωνικοπολιτικών αλλαγών, αλλά μέρος ενός ενθέτου αυτοκινήτου, θα αφήσουμε στους καθ’ ύλην αρμόδιους το εξόχως θλιβερό για οποιοδήποτε ευνομούμενο κράτος πρώτο σκέλος, εστιάζοντας στο δεύτερο.

Για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την πρόσφατη ιστορία της Volvo, η σχεδόν εκατόχρονη φίρμα – ιδρύθηκε το 1927 – αποκτήθηκε το 2010 από τον κινεζικό όμιλο Geely Auto, ο οποίος αν και ιδρύθηκε μόλις το 1997 έχει μέσω συμμετοχής στο μετοχικό τους κεφάλαιο ή μέσω κοινοπραξιών και συνεργασιών καταφέρει να εισχωρήσει σε ουκ ολίγες ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες εκτός φυσικά από όσες «δικές» του, όπως η τεχνολογικά και εταιρικά συναφής με τη Volvo Lynk, προωθεί στο ευρωπαϊκό αυτοκινητιστικό γίγνεσθαι.

Ένα γίγνεσθαι που, υπενθυμίζεται, σε ό,τι αφορά τις ισορροπίες Κίνας – Ευρώπης, χαρακτηρίζεται, προς το παρόν, από εκατέρωθεν αιτιάσεις σε σχέση με τη διεξαγωγή έρευνας από μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τυχόν στρέβλωση του ανταγωνισμού στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας από τους εξαιρετικά επιθετικούς κινέζους παίκτες. Μένει να αποδειχθεί λοιπόν κατά πόσο η διελκυστίνδα που έχει δημιουργηθεί θα έχει επιπτώσεις σε ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες με έντονους δεσμούς με την Κίνα όπως η Volvo.

Από τα ψυγεία… στο Top 10

Για την ιστορία, σε ό,τι αφορά την ιδιοκτήτρια της Volvo (αλλά και των Polestar, Lotus, smart – εξ ημισείας με την Mercedes-Benz – καθώς ακόμα και της εταιρείας που κατασκευάζει τα χαρακτηριστικά μαύρα λονδρέζικα ταξί) Geely, χρήσιμο θα ήταν να σημειωθεί ότι η εταιρεία ξεκίνησε το 1986 ως επιχείρηση προμήθειας ανταλλακτικών ψυγείων, εισήλθε στον κόσμο των τροχών από το 1994 με μοτοσικλέτες, κατασκεύασε το πρώτο της αυτοκίνητο ως Geely Auto, για την Κίνα το 1998, και έως το 2002 είχε καταφέρει να ανελιχθεί στο Νο 10 της κατάταξης πωλήσεων αυτοκινήτων στην Κίνα.

Το 2010 απέκτησε τη Volvo από τη Ford έναντι 1,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εξασφαλίζοντάς της τους απαιτούμενους πόρους και την επιβίωσή της – όλοι θυμόμαστε τι συνέβη με την εξίσου σουηδική Saab για την οποία δεν βρέθηκε αντίστοιχη «λύση».

Στην περίπτωση της Volvo η «λύση» της Geely συνοδεύτηκε με κάποια ελευθερία, με τη Volvo όσο και την ομογάλακτη Polestar να συνεχίσουν «να κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα» όπως έχουν γράψει αναλυτές για την επίμαχη συμφωνία η οποία, σημειωτέον, έδωσε στον κινεζικό όμιλο Golden Visa διαρκείας για την ευρωπαϊκή επικράτεια.

Παρ’ όλα αυτά, όπως εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς το «ανήκειν» σε έναν τόσο ευρύ ως προς τις εταιρείες και τους στόχους κινεζικό όμιλο, αν και δεν επέφερε μεγάλους κραδασμούς και ρηγματώσεις στην εμπιστοσύνη του κοινού προς τη σουηδική φίρμα ούτε αλλοίωσε ριζικά τη σουηδική ταυτότητά της, η διατήρησή της απαιτεί μια συνεχή μάχη από μέρους της Volvo, η οποία μόλις έριξε στον αγώνα ένα νέο όσο και συμβολικό υπερόπλο, ένα νέο μουσείο το οποίο σχεδιάστηκε να απηχεί τόσο τις αξίες της φίρμας όσο και εκείνων που είναι συνυφασμένες με τη «σουηδικότητά» της.

Νέος σουηδικός κόσμος

Η προετοιμασία για το New World of Volvo, όπως ονομάζεται το νέο μουσείο που άνοιξε τις πύλες του στα μέσα Απριλίου ή ορθότερα το νέο «κέντρο εμπειριών» όπως αρέσκονται να το ονομάζουν – δικαίως – οι Σουηδοί, ξεκίνησε το 2018. Όπως τονίζει ο επικεφαλής του νέου μουσείου Paul Weelander για τις διεργασίες της δημιουργίας του, «οι Volvo Group και Volvo Cars είναι δύο από τις μεγαλύτερες εταιρείες στη Σουηδία (Volvo Group και Volvo Cars).

Σκεφτήκαμε λοιπόν ότι θα πρέπει να τολμήσουμε. Εξάλλου πόσες φορές στη ζωή μας έχουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε κάτι μοναδικό;». Σε ό,τι αφορά τις «προδιαγραφές» του νέου κτιρίου όπως αυτές αποτυπώθηκαν από την Kina Weleke, υπεύθυνη επικοινωνίας του Volvo Group, «θέλουμε οι άνθρωποι να νιώθουν ευπρόσδεκτοι στο World of Volvo. Να γίνει ένα σημείο όπου οι επισκέπτες δεν θα έρχονται όχι μόνο μία αλλά πολλές φορές».

Η αρχιτεκτονική

Η συγκεκριμένη προτροπή μεταφράστηκε από το δανέζικο αρχιτεκτονικό γραφείο Henning Larsen που ανέλαβε το project ως μια πολυδιάστατη πρόκληση. «Η Volvo ήθελε για πρώτη φορά να κατασκευάσει κάτι στο κέντρο του Gothenburg, τη φυσική της έδρα, επιθυμώντας να δημιουργήσει ένα σημείο συνάντησης και να προσφέρει κάτι στην κοινωνία» δήλωσε ο Martin Stenberg Ringner, ένας από τους βασικούς σχεδιαστές του μουσείου.

Έτσι, όπως εξηγεί ο επικεφαλής αρχιτέκτονας του project Soren Ollgard, «θέλαμε κάτι μεγαλειώδες, θεαματικό. Σκεφτήκαμε μια αιωρούμενη οροφή. Θέλαμε να αποφύγουμε τη λογική ενός ερμητικά κλειστού κουτιού, δημιουργώντας ένα κτίριο που θα θυμίζει ένα τοπίο που συναντά κανείς στη φύση. Ο οδηγός και έμπνευσή μας μας για τη σύλληψή του υπήρξε η σουηδική φύση».

Για την ακρίβεια, όπως σημειώνουν οι Σουηδοί, η εικόνα στην οποία ήθελαν να παραπέμπει το κτίριο είναι το τόσο κλασικά σουηδικό «στιγμιότυπο» ενός επιβλητικού δέντρου που φυτρώνει πάνω σε βράχο.

Όπως επιβάλλουν τα σύγχρονα πρότυπα και οι συνήθεις αξίες των Σουηδών σε σχέση με τον σεβασμό στη φύση, η πλειονότητα των υλικών που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι φυσικής όσο και βιώσιμης προέλευσης. Το κυρίαρχο υλικό σε συντριπτικό ποσοστό είναι το ξύλο που τιμά την παράδοση υλοτομίας των Σουηδών και την αρχετυπική αρχιτεκτονική τους.

Από ξύλο έχει κατασκευαστεί και η φαραωνική σε μέγεθος, όμως ιδιαίτερα ανάλαφρη οπτικά και ιδιαίτερου σχεδιασμού, οροφή σε ασύμμετρο σχήμα. Ενδεικτικό του μεγέθους της αλλά και του εγχειρήματος είναι ότι χρειάστηκαν 6.000 κυβικά μέτρα ξύλου, δηλαδή όσο θα χρειαζόταν ένα γήπεδο ποδοσφαίρου για να καλυφθεί με ξύλινη επένδυση, πάχους ενός μέτρου. Μία μόνο από τις βασικές δοκούς της οροφής μήκους 35 μέτρων και πλάτους 1,8 μέτρων χρειάστηκε δύο γερανούς για την τοποθέτησή της καθώς το βάρος της ξεπερνούσε τους 14 τόνους.

Ωστόσο η «αξία» της οροφής εκτός από το σχήμα της, την κατασκευή της, την έμπνευση και την τυπική της χρησιμότητα ως στεγάστρου έχει και ένα διαφορετικό περιβαλλοντικό πρόσημο. Σχεδιάστηκε με το σκεπτικό αυτού που ονομάζουμε πράσινη οροφή καθώς εκτός από τον σκελετό και την εσωτερική επένδυση από ξύλο, προστέθηκαν τόνοι από πέτρα και χώμα στην κορυφή της, ούτως ώστε εκτός από την αισθητική της να μπορεί να λειτουργήσει ως ένα μέσο αύξησης της βιοποικιλότητας του Gothenburg και ως ένα φιλόξενο σημείο ξεκούρασης πτηνών. «Είναι σαν να έχουμε θολώσει τα όρια ανάμεσα στο αρχιτεκτόνημα και το φυσικό τοπίο καταργώντας την αίσθηση που φυσιολογικά θα βίωνε κάποιος εισερχόμενος σε μια ανθρώπινη κατασκευή» επισημαίνει χαρακτηριστικά μία εκ των σχεδιαστών του.

Το οβάλ κτίσμα περιβάλλεται εξ ολοκλήρου από γυαλί που εκτείνεται από το έδαφος ως την οροφή σε ύψος 16 μέτρων, δημιουργώντας αυτή την αίσθηση εξωστρέφειας και λειτουργώντας ως πρόσκληση για τον επισκέπτη, σύμφωνα με τη σχετική διατύπωση της Volvo. Χαριτωμένη λεπτομέρεια της αρχιτεκτονικής αλλά και ενδεικτική του εναλλακτικού σουηδικού τρόπου αντίληψης των πραγμάτων, οι γραμμές στο εξωτερικό του κτιρίου αλλά και στους βασικούς χώρους του εσωτερικού δεν περιλαμβάνουν ούτε μία ορθή γωνία.

Η πρό(σ)κληση

Εκτός από το σχεδόν «φυσικό», άρρηκτα συνδεδεμένο με τις σουηδικές αξίες αρχιτεκτονικό του μεγαλείο, όπως επέβαλλε ο αρχικός σχεδιασμός του, το συνολικής επιφάνειας 22.000 τ.μ. World of Volvo κατασκευάστηκε προκειμένου να δημιουργήσει κυρίως εμπειρίες για τους επισκέπτες του.

Υπό αυτήν ακριβώς τη λογική εφεξής, εκτός από την ιστορική συλλογή αυτοκινήτων της Volvo που μετακόμισε εκεί από τον πωληθέντα προηγούμενο φυσικό της χώρο στο Arendal, ούσα πλέον προσβάσιμη σε ένα ευρύτερο κοινό, οι επισκέπτες θα μπορούν να περιηγηθούν σε περιοδικές εκθέσεις όχι απαραιτήτως σχετιζόμενες με την αυτοκινητοβιομηχανία, να επισκεφθούν ή να διοργανώσουν εκδηλώσεις, συνέδρια και συναντήσεις, μαζικές ή «κεκλεισμένων των θυρών», με τη συμμετοχή από πέντε έως 1.100 ατόμων, σε μία από τις 11 διαφορετικής δυναμικότητας, αισθητικής όσο και χρηστικότητας αίθουσες του κτιρίου ή ακόμα και να κλείσουν test drive για να οδηγήσουν έναν τράκτορα Volvo.

Σε ό,τι αφορά τη συλλογή ιστορικών αυτοκινήτων, ανάμεσά τους βρίσκονται όλα τα κλασικά τετράτροχα της Volvo, μεταξύ των οποίων τα P1800, 240, Duett ή ακόμα και παλαιότερα οχήματα βαρέος τύπου, αλλά και το πρώτο Volvo, ÖV4, το οποίο βγήκε από τις γραμμές παραγωγής της φίρμας στις 14 Απριλίου, ημερομηνία που επελέγη και για τα εγκαίνια του World of Volvo.

Εκτός από τα στατικά εκθέματα, οι επισκέπτες θα μπορούν να περιηγηθούν στην ιστορία της σουηδικής φίρμας και στα επιτεύγματα της σε ό,τι αφορά την αυτοκίνηση και την ασφάλειά της με τη συνδρομή της διαδραστικής σύγχρονης τεχνολογίας όπως τα γυαλιά επαυξημένης πραγματικότητας αλλά και να βιώσουν τη σουηδική φιλοξενία, το «swedish Fika» όπως το αποκαλούν και την τέχνη της απλότητας, σε κάποιον από τους χώρους εστίασης του World of Volvo.

Μάχες χαμένες και κερδισμένες

Και επειδή όλα κατά κάποιον τρόπο συνδέονται και ίσως επιστρέφουν στο ίδιο σημείο, κατά μία ειρωνική σύμπτωση, το World of Volvo κατασκευάστηκε στον χώρο όπου βρισκόταν το παλιό εργοστάσιο συστημάτων μετάδοσης της Saab, η οποία χάθηκε στη δίνη των οικονομικών προβλημάτων. Η Volvo με τη συνδρομή της Geely αντιθέτως επιβίωσε. Μένει να αποδείξει το μέλλον και οι συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες κατά πόσο η συγκεκριμένη σύμπραξη θα αποβεί και μακροπρόθεσμα υπέρ της σουηδικής φίρμας και της τόσο θετικά ξεχωριστής φιλοσοφίας της.

Σε κάθε περίπτωση, με το νέο «γυάλινο κάστρο» της δείχνει να κερδίζει ακόμη μία μάχη για τη διατήρηση της ιδιάζουσας ταυτότητάς της, της τόσο συνυφασμένης με τις αξίες ενός κόσμου που, λόγω των καταιγιστικών εξελίξεων και των συνεχών πολέμων επικράτησης των αριθμών έναντι της ανθρωπιστικής λογικής και της δημιουργικότητας, μάλλον, για ακόμη μία φορά στην ανθρώπινη ιστορία, τείνει να απομακρύνεται από το οπτικό μας πεδίο.