Απ’ την ημέρα που ο Ιβάν Αφανάσα είχε δείξει πώς γίνονται τα μπουρλότα ως τούτη τη στιγμή τα πράματα είχαν προχωρήσει. Είχαν γίνει πολλές τελειοποιήσεις· τ’ όπλο, σ’ άξια χέρια, ήταν αποτελεσματικό. Και είναι η ώρα να πω λίγα λόγια για τον τύπο που ‘χε πάρει τώρα τούτο το πλοίο και τον τρόπο που το ετοίμαζαν. Για να φτιάσουν ένα μπουρλότο της προκοπής χρειαζόταν ένα μπρίκι· μπορούσαν να φτιάσουν κι από πλοία μικρότερα, μα τότε η ενέργειά τους δεν ήταν μεγάλη. Για να γίνει ένα καράβι μπουρλότο έπρεπε να ‘χει, κάτω απ’ την κουβέρτα και δεύτερο υπόστρωμα, το λεγόμενο κοραδούρο. Κι αν δεν είχε του ‘φτιαναν· στα παραπέτα, σ’ όλη την κουβέρτα πάνω, άνοιγαν τρύπες, τρία, τέσσερα μέτρα τη μίαν από την άλλη κι ως δυο ποδάρια πλάτος και μάκρος. Άλλες δυο ή τρεις τέτοιες τρύπες άνοιγαν ανάμεσα στο πρώτο άλμπουρο -το πλωριό- και το πανιόλιο του αμπαριού. Κι από το άλλο άλμπουρο πάλι ως τον εργάτη -το βαρούλκο- άνοιγαν ακόμα δυο τρύπες. Σ’ αυτές τις τρύπες, τους λεγόμενους ρούμπους, έφτιαναν ξύλινες σκάρες, είδος μεγάλα κλουβιά, που ‘χαν κάτω, για πάτωμα, το υπόστρωμα, το κοραδούρο· και τις ίδιες τις τρύπες γι’ άνοιγμα, στην πάνω μεριά, στην κουβέρτα. Μέσα σ’ αυτά τα κλουβιά ρίχναν δεμάτια δαδί βουτημένο στο νέφτι, φρύγανα πασαλειμμένα με κατράμι κι ό,τι άλλο μπορούσε ν’ ανάψει στη στιγμή. Και τα ‘λεγαν: «Οι μίνες της φωτιάς». Άλλους ρούμπους άνοιγαν γύρω από τ’ άλμπουρα· και μέσα βάζαν μισούς κάδους, τα λεγόμενα μισόβουτσα· είχαν κι ανοίγματα προς τα πάνω, κατά τις τρύπες· οι πάτοι τους, τα φούντια τους, όπως τα ‘λεγαν, ήταν καρφωμένα γέρα στο καραδούρο. Αυτά τα μισόβουτσα τα γέμιζαν μπαρούτι και τα ‘λεγαν: «Οι μίνες της μπαρούτης». Σ’ όλο το υπόστρωμα έτρεχε ξύλινο λούκι, είδος σωλήνα που άρχιζε από την πρύμνη κι έφτανε ως την πλώρη του μπουρλότου.
Αυτό το λούκι, που το γέμιζαν μπαρούτες, είχε διακλαδώσεις, άλλα μικρότερα λούκια, που συγκοινωνούσαν μ’ όλες τις μίνες της φωτιάς και της μπαρούτης. Έτσι, άμα ο μπουρλοτιέρης έβαζε φωτιά πίσω από την πρύμνη, έπιανε στη στιγμή όλο το καράβι. Απάνω στους ρούμπους, όταν το μπουρλότο ταξίδευε, ρίχναν γερά ξύλινα σκεπάσματα, τις λεγόμενες μπουκαπόρτες, για να μη βρέχονται απ’ τα κύματα οι μίνες της φωτιάς και της μπαρούτης.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.