Ενα νέο, τιτάνιο, κατά ορισμένους ακόμη και σισύφειο, έργο αναλαμβάνει η Ελλάδα μετά τη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας για το Προσφυγικό στις Βρυξέλλες. Η ουσιαστική μετατροπή της χώρας μας σε κέντρο διαλογής και επιλογής όσων θα επιστρέφονται στην Τουρκία, σε ένα είδος «Νήσου Ελις» του 21ου αιώνα, κατά το πρότυπο εκείνου των Ηνωμένων Πολιτειών πριν από περίπου 100 χρόνια, αποτελεί μια πρόκληση τέτοιας κλίμακας που μοιάζει πολύ με τη δυσκολία εφαρμογής του Μνημονίου. Η ευχή και η ελπίδα των Ευρωπαίων είναι ότι η ελληνική διοίκηση, επιβοηθούμενη από τη μαζική κοινοτική συνδρομή, υλική και ανθρωπίνου δυναμικού, θα μπορέσει να αντεπεξέλθει. Είναι όμως πιθανόν να αποτελεί και ευσεβή πόθο.
Επίπονη άσκηση σύνθεσης διαφορών


Ωστόσο η ίδια η συμφωνία αποτέλεσε μια κλασική άσκηση σύνθεσης των διαφορών των Ευρωπαίων. Η συμβιβαστική λύση που βρήκαν μαζί με τον τούρκο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου αναφέρει ότι η συμφωνία θα αρχίσει να εφαρμόζεται άμεσα από τις 20 Μαρτίου (δηλαδή, σήμερα), ημερομηνία πέραν της οποίας όσοι παράνομοι μετανάστες έρχονται στην Ελλάδα από την Τουρκία θα επιστρέφονται εκεί, και κρίθηκε αναγκαία διότι σε διαφορετική περίπτωση το ενδεχόμενο της συμφωνίας θα λειτουργούσε ως «πόλος έλξης» για όσους είναι έτοιμοι να διακινδυνεύσουν ακόμη και τη ζωή τους για μια καλύτερη ζωή.
Από πολιτικής απόψεως κρίνεται ως θετικό ότι οι «28» κατάφεραν να συμφωνήσουν επί μιας «συνολικής στρατηγικής», όπως τη χαρακτήρισε ο Ντόναλντ Τουσκ. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου διαδραμάτισε κομβικό ρόλο στις συνομιλίες και αυτό αναγνωρίστηκε από πολλές πλευρές. Αυτό έγινε παρά το γεγονός ότι στις 7 Μαρτίου το κύρος του μάλλον επλήγη από την παρασκηνιακή κίνηση της Ανγκελα Μέρκελ που επεδίωξε να τον φέρει προ τετελεσμένων με τη συνεννόησή της με την Αγκυρα. Η γερμανίδα καγκελάριος περιορίστηκε αυτή τη φορά σε πιο διακριτικό ρόλο, είτε επειδή είχε καταφέρει να θέσει τους όρους του παιχνιδιού είτε επειδή ήθελε να αποφύγει την υπερβολική έκθεση μετά τα ατυχή αποτελέσματα στις περιφερειακές εκλογές της 13ης Μαρτίου.
Το δεύτερο όμως κρίσιμο πολιτικό στοιχείο είναι η επίδραση αυτής της συμφωνίας στην εικόνα της Τουρκίας ως στρατηγικού εταίρου της ΕΕ. Σύμφωνα με άριστα ενημερωμένους ευρωπαίους διπλωμάτες, ίσως ο βασικότερος στόχος του Αχμέτ Νταβούτογλου και φυσικά του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν να εμφανιστεί η χώρα του ως ισότιμη της ΕΕ, ως στρατηγικός εταίρος. Φυσικά, όλα θα κριθούν στην πράξη, καθώς η αμφιλεγόμενη συμφωνία που επετεύχθη θα κριθεί στην πράξη και υπό μορφή πακέτου. Αν ένα στοιχείο της δεν υλοποιηθεί, τότε λογικά τα υπόλοιπα θα ακυρωθούν.
Ο Αλέξης Τσίπρας προτίμησε, όπως ο ίδιος δήλωσε μετά το τέλος, να κινηθεί χωρίς τυμπανοκρουσίες, τονίζοντας ότι «όποιος τολμά με σχέδιο στην εξωτερική πολιτική έχει επιτυχίες». Επέμεινε δε ότι τα σχέδια μονομερών ενεργειών δεν πέρασαν, αναφερόμενος προφανώς στο κλείσιμο των βορείων συνόρων. Η πραγματικότητα βέβαια είναι ελαφρώς διαφορετική. Αυτό που ο Πρωθυπουργός αποκαλεί «μονομερείς ενέργειες» έχει περιβληθεί τον μανδύα απόφασης των ευρωπαίων ηγετών και ουδεμία αναφορά υπήρξε ούτε αυτή τη φορά σε άρση τους.
Οπως δε προκύπτει από τα γεγονότα, οι «μονομερείς ενέργειες» για το σφράγισμα των βορείων συνόρων μάλλον αποτέλεσαν προαπαιτούμενο για να προωθηθεί το γερμανικής επινεύσεως σχέδιο επιστροφής και επανεγκατάστασης. Τα σύνορα με τα Σκόπια παραμένουν κλειστά, η πΓΔΜ και η Βουλγαρία προχωρούν σε κοινές επιχειρήσεις για να προστατεύσουν τις μεθορίους τους με την Ελλάδα, ενώ η Κομισιόν έχει ανοίξει και δίαυλο στην Αλβανία ώστε να προληφθεί η δημιουργία νέων οδών προς τον ευρωπαϊκό πυρήνα.
Μαζική παροχή βοήθειας από την ΕΕ


Οι Ευρωπαίοι είναι πάντως τόσο επισπεύδοντες που σχεδιάζουν το αμέσως προσεχές διάστημα να στείλουν στην Ελλάδα ως και 2.500 ειδικούς από τις κοινοτικές υπηρεσίες και τα κράτη-μέλη, οι οποίοι, σε συνδυασμό με περίπου 1.500 έλληνες ειδικούς, θα αποτελέσουν ένα σώμα 4.000 που θα πρέπει να φέρει εις πέρας τη διαδικασία επιστροφών, των αιτήσεων ασύλου, παροχής ασφαλείας κ.ά. Ο Ολλανδός Μάρτιν Φερφέι, που βρίσκεται ήδη στην Ελλάδα και συντονίζει την παροχή ευρωπαϊκής τεχνογνωσίας, θα αναλάβει να επιβλέπει και αυτό το έργο. Οπως πάντως ανακοίνωσε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, σε πρώτη φάση αναμένεται η έλευση στην Ελλάδα 2.300 ξένων ειδικών. Από αυτούς οι 400 θα είναι από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης Ασύλου (EASO), οι 400 θα είναι διερμηνείς και οι υπόλοιποι 1.500 θα είναι προσωπικό ασφαλείας.
Ιδιαίτερα κρίσιμος σε αυτό το σημείο θα είναι ο ρόλος των δικαστών που θα κληθούν να κρίνουν τη νομιμότητα των αιτήσεων ασύλου που λογικά θα υποβάλουν οι περισσότεροι, αν όχι όλοι οι εισερχόμενοι στην Ελλάδα. Οι αιτήσεις ασύλου θα κρίνονται εξατομικευμένα και οι δικαστές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι πληρούνται όλες οι νόμιμες, με βάση το κοινοτικό και το διεθνές δίκαιο, προϋποθέσεις προκειμένου να αποφευχθούν προσφυγές σε όργανα όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κοινοτικοί αξιωματούχοι εξέφραζαν την αισιοδοξία ότι η διαδικασία θα μπορούσε να επιταχυνθεί ώστε οι αιτήσεις να κρίνονται εντός μιας εβδομάδος.
Οι αποφάσεις για τη μετεγκατάσταση


Σύμφωνα με τα όσα συμφωνήθηκαν, όλοι οι «νέοι» παράνομοι/παράτυποι μετανάστες που περνούν από την Τουρκία στην Ελλάδα και δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας θα επιστρέφονται στην Τουρκία. Ο όρος «νέοι» επιλέχθηκε ώστε να γίνει η διάκριση μεταξύ όσων μεταναστών ήδη βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος και όσων θα έλθουν μετά από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας στις 20 Μαρτίου. Οσοι βρίσκονταν σε ελληνικό έδαφος ως αυτή την ημερομηνία και υπολογίζονται σε περίπου 45.000 ανθρώπους θα παραμείνουν στη χώρα μας. Ο σκοπός είναι να αρχίσουν σταδιακά να μετεγκαθίστανται επί τη βάσει του προγράμματος που ήδη βρίσκεται σε ισχύ (ακόμη και αν ως σήμερα δεν έχει λειτουργήσει). Στο τελικό κείμενο της Δήλωσης δεν αναφέρεται πάντως ότι όσοι βρίσκονται σήμερα στα νησιά θα προωθηθούν προς την ελληνική ενδοχώρα –κάτι που προφανώς σημαίνει ότι οι υποδομές των hotspots θα πρέπει να ενισχυθούν σημαντικά.
Οι μετανάστες που καταφθάνουν στα ελληνικά νησιά θα καταγράφονται και κάθε αίτηση ασύλου θα διεκπεραιώνεται από τις ελληνικές αρχές σύμφωνα με την Οδηγία για τις Διαδικασίες Ασύλου. Οι μετανάστες που δεν υποβάλλουν αίτηση για άσυλο ή των οποίων η αίτηση κρίνεται αβάσιμη ή μη αποδεκτή θα επιστρέφονται στην Τουρκία. Το κόστος των επιστροφών θα καλυφθεί από την ΕΕ. Παράλληλα, η Τουρκία και η Ελλάδα, με τη συνδρομή των θεσμών και των υπηρεσιών της ΕΕ, θα λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα και θα συμφωνήσουν επί των απαραίτητων διμερών διευθετήσεων, συμπεριλαμβανομένης της παρουσίας τούρκων αξιωματούχων στα ελληνικά νησιά ως συνδέσμων, αλλά και ελλήνων αξιωματούχων στα τουρκικά παράλια. Η ανταλλαγή αξιωματούχων πρέπει να γίνει ως και… σήμερα.
Το «καυτό σημείο» είναι τι θα συμβαίνει με τους Σύρους. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ευρωτουρκική Δήλωση, «για κάθε Σύρο ο οποίος επιστρέφεται στην Τουρκία από τα ελληνικά νησιά ένας άλλος Σύρος θα επανεγκαθίσταται από την Τουρκία στην ΕΕ». Πρόκειται για την περίφημη φόρμουλα «one for one». Για τον σκοπό αυτόν θα δημιουργηθεί ένας μηχανισμός με τη συνεργασία της Επιτροπής, της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και άλλων κοινοτικών υπηρεσιών.
Το αποτρεπτικό στοιχείο για να περιοριστούν και ίσως να τερματιστούν οι ροές είναι ότι προτεραιότητα για επανεγκατάσταση από την Τουρκία στην ΕΕ θα έχουν όσοι δεν έχουν εισέλθει ή δεν προσπάθησαν να εισέλθουν στο παρελθόν στην ΕΕ. Ουσιαστικά τίθεται μια οροφή στον αριθμό όσων θα μπορούν να επανεγκατασταθούν που δεν πρέπει να ξεπερνά τις 72.000. Αυτός προκύπτει από τις 18.000 εναπομείνασες θέσεις του προγράμματος επανεγκατάστασης που είχε συμφωνήσει η ΕΕ τον Ιούλιο του 2015 και από 54.000 θέσεις του προγράμματος που είχε συμφωνηθεί τον Σεπτέμβριο του 2015. Ο μηχανισμός αυτός θα επανεξεταστεί όταν θα προσεγγίζεται η οροφή των 72.000 και, εφόσον ο αριθμός των επιστροφών από την Ελλάδα στην Τουρκία τον ξεπεράσει, τότε θα διακοπεί.


Οι απαιτήσεις της Τουρκίας και η αντίδραση της Λευκωσίας
Το ζήτημα της νομιμότητας, η βίζα και η Κύπρος

Οι «28», θέλοντας να αποφύγουν νομικές ατραπούς, χαρακτήρισαν την επιστροφή όλων των μεταναστών στην Τουρκία «ένα προσωρινό και έκτακτο μέτρο». Για ευνόητους πολιτικούς λόγους όμως δεν υπάρχει καμία επεξήγηση του όρου «προσωρινός», κάτι που θεωρητικά θα μπορούσε να σημαίνει και επ’ αόριστον. Εδωσαν επίσης μεγάλο βάρος στο ζήτημα της υλοποίησης της συμφωνίας, σε απόλυτη σύμπνοια με το κοινοτικό και διεθνές δίκαιο, κάτι που απαγορεύει ρητά τις μαζικές απελάσεις και σέβεται την αρχή της μη επαναπροώθησης.
Τα νομικά κείμενα που πρέπει να γίνουν σεβαστά είναι η Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες, η ευρωπαϊκή Οδηγία για το Ασυλο, καθώς και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο συνδυασμός τους οδηγεί στην ανάγκη να θεωρηθεί η Τουρκία είτε ως «ασφαλής τρίτη χώρα» είτε ως «πρώτη χώρα ασύλου». Εφόσον πληρούται αυτή η συνθήκη, τότε η αίτηση κάποιου για τη χορήγηση ασύλου μπορεί να κριθεί ως μη αποδεκτή και να επιστραφεί στη γειτονική χώρα.
Στο σημείο αυτό υπήρξε σύγχυση, η οποία δεν φαίνεται να έχει ξεδιαλυθεί και δεν αποκλείεται να χρειαστούν νεότερες διευκρινίσεις. Αρχικά, φαίνεται ότι είχε κριθεί αναγκαίο να λάβει η Αθήνα κάποια σχετική νομοθετική πρωτοβουλία ώστε να χαρακτηρίσει η ίδια την Τουρκία ως «ασφαλή τρίτη χώρα». Αυτό έλεγε και κοινοτικός αξιωματούχος το βράδυ της Πέμπτης, ενώ παράλληλα η ελληνική κυβέρνηση εμφανιζόταν να ζητεί κάποια ειδικότερη νομική κάλυψη για να πράξει κάτι τέτοιο. Η κάλυψη που λαμβάνει η Αθήνα στο πλαίσιο αυτό «κρύβεται» στην παράγραφο 3 του Κειμένου Συμπερασμάτων, που κάνει λόγο για τις έννοιες «ασφαλής τρίτη χώρα» και «πρώτη χώρα ασύλου» σε ό,τι αφορά την Τουρκία.
Ουσιαστικά, η Ελλάδα θα πρέπει να χαρακτηρίσει την Τουρκία «ασφαλή τρίτη χώρα» και να υπάρξουν παράλληλα συγκεκριμένοι κανόνες για τη διαδικασία των εφέσεων στις αιτήσεις ασύλου. Από την πλευρά της η Τουρκία θα πρέπει με κάποιον τρόπο να διευρύνει την πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου και σε άτομα πέραν των Σύρων, όπως π.χ. σε Αφγανούς ή και Ιρακινούς. Εφόσον όλα αυτά γίνουν, οι επιστροφές μπορούν να πραγματοποιηθούν βάσει και του Πρωτοκόλλου Επανεισδοχής Ελλάδας – Τουρκίας.
Η Αγκυρα είχε ρίξει μεγάλο βάρος στην κατάργηση της βίζας για τους τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν στην ΕΕ. Εκ πρώτης όψεως ο φιλόδοξος αυτός στόχος δεν επιτεύχθηκε και ο λόγος είναι οι ισχυρές πολιτικές αντιστάσεις στην πλειοψηφία των κρατών-μελών. Συμφωνήθηκε η εφαρμογή της διαδικασίας κατάργησης να επιταχυνθεί με σκοπό να αρθεί για όλους τους τούρκους πολίτες μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2016. Η Τουρκία πρέπει όμως να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εκπληρώσει και τα 72 προβλεπόμενα κριτήρια.
Το «ξεπάγωμα» των πέντε κεφαλαίων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων που η Λευκωσία διατηρεί «παγωμένα» υπήρξε επίσης στόχος της Αγκυρας, αλλά χάρη στη σθεναρή υποστήριξη του κ. Τουσκ και τη σαφή θέση του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη ότι χωρίς εκπλήρωση των όρων του Πρωτοκόλλου της Αγκυρας αυτό δεν μπορεί να συμβεί, το σχέδιο δεν προχώρησε. Η συμβιβαστική λύση ήταν να άρει ο Φρανσουά Ολάντ το βέτο που είχε θέσει ο προκάτοχός του Νικολά Σαρκοζί στο κεφάλαιο 33 (για τον κοινοτικό προϋπολογισμό) ώστε αυτό να ανοίξει εντός ολλανδικής προεδρίας. Θα εξεταστεί και το άνοιγμα άλλων κεφαλαίων αλλά με την επισήμανση ότι θα ληφθούν υπόψη οι θέσεις όλων των κρατών-μελών, άρα και της Λευκωσίας.
Σε ό,τι αφορά τέλος τα 3 δισ. ευρώ που έχει υποσχεθεί η ΕΕ στην Τουρκία για το Προσφυγικό, συμφωνήθηκε η επιτάχυνση καταβολής τους με την κατάθεση σαφών σχεδίων για την απορρόφησή τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ