Την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να επιβάλλει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές στο χώρο της Υγείας, εξέφρασε κατά την ομιλία του στη Βουλή, στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων, ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Λυκουρέντζος. Επισήμανε, μάλιστα, ότι θα αξιοποιηθεί το νομοθετικό πλαίσιο της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου, τονίζοντας «τη συμβολή του πρώην υπουργού και συναδέλφου Ανδρέα Λοβέρδου».

«Άχρηστες και αντιπαραγωγικές γραφειοκρατικές πρακτικές δεν έχουν πλέον θέση στο υπουργείο» επισήμανε ο κ. Λυκουρέντζος, σημειώνοντας ότι θα ολοκληρωθούν οι διαδικασίες συγχώνευσης και λειτουργικής ενσωμάτωσης μονάδων υγείας και φορέων, όπως έχουν δρομολογηθεί.

Επανέλαβε, επίσης, τη δέσμευση της κυβέρνησης για μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης κατά 1 δισ. ευρώ εντός του 2012. Η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, όπως είπε, θα επιτευχθεί μέσω της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, αλλά και μέσω της διεύρυνσης της αγοράς των γενοσήμων. Στο σημείο αυτό προανήγγειλε συνάντηση με τους εκπροσώπους των φορέων της αγοράς υγείας.

«Η αυθαίρετη επιβολή επιδιώξεων και συμφερόντων οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην κατάρρευση του συστήματος υγείας» υποστήριξε.

Όσον αφορά στον ΕΟΠΥΥ, ο υπουργός Υγείας είπε ότι «με την ίδια αποφασιστικότητα» θα αντιμετωπιστούν και τα προβλήματα του Οργανισμού. «Ο ρόλος του είναι επιτελικός, ρυθμιστικός, διαπραγματευτικός και ελεγκτικός. Αποτελεί τον βραχίονα της ασκούμενης πολιτικής του υπουργείου Υγείας και οι φιλοδοξίες μας γι’ αυτόν τον οργανισμό είναι αυξημένες» υπογράμμισε.

Ο κ. Λυκουρέντζος είπε, επίσης, ότι πρέπει να υπάρξει «περιορισμός της δαπάνης και της σπατάλης δημοσίου χρήματος στη λειτουργία των νοσοκομείων». Στο σημείο αυτό προανήγγειλε αυστηρές διαδικασίες αξιολόγησης όχι μόνο για τις φαρμακευτικές δαπάνες και για την προμήθεια νοσοκομειακών υλικών, αλλά και για την παραγωγικότητα, την ποιότητα και τον αριθμό των περιστατικών που εξυπηρετήθηκαν με τους συγκεκριμένους οικονομικούς πόρους.

Προανήγγειλε, ακόμα, την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του υπουργείου, σε συνεργασία με τις υπηρεσίες του υπουργείου και με έπειτα από διαβούλευση στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, βάσει μελέτης που έχει συνταχθεί από το 2006.