«Twenty years I’ve been away dear / Why, it’s hardly changed at all

Hard-up women get no say dear / Rents go up and knickers fall»

(Άλαν Μουρ – The League of Extraordinary Gentlemen. Century: 1910, σ. 25).

«Το κόμικ είναι μέσο, όχι είδος, και ως μέσο έχει τη δυνατότητα να αφηγηθεί κάθε ιστορία», μου είχε πει ο Μαρβ Γούλφμαν, πρώην editor-in-chief της Marvel και άνθρωπος πίσω από την έμπνευση των mini-series με το Crisis on Infinite Earths της DC, στο Comicdom Con του 2009. Είναι ευτύχημα για όλους μας ότι προτού ο Γούλφμαν κωδικοποιήσει την παραπάνω επισήμανση ο Άλαν Μουρ την είχε εσωτερικεύσει ήδη και φρόντιζε να παράγει μερικές από τις πιο πρωτότυπες ιστορίες της τελευταίας τριακονταετίας (V for Vendetta, From Hell, The Killing Joke) – μαζί και το ανυπέρβλητο αφηγηματικά και τεχνικά Watchmen. Στις 28 Ιουλίου ο βρετανός συγγραφέας επανακάμπτει με το The League of Extraordinary Gentlemen. Century: 1969, συνεχίζοντας μια σειρά πουάρχισεως παιχνίδι και εξελίσσεται σε πολιτισμική ανασκόπηση δύο αιώνων.

Το The League of Extraordinary Gentlemen (DC Comics 1999, 2002), ξεκίνησε ως light εκδοχή του ερωτήματος «τι θα συνέβαινε αν όλοι οι αγαπημένοι σας ήρωες μαζεύονταν κι έφτιαχναν την υπέρτατη ομάδα ποδοσφαίρου». Μόνο που επειδή ο Άλαν Μουρ είναι ο Άλαν Μουρ το αγαπημένο του καστ δεν ήταν ένστολοι εκδικητές ή αυθάδεις μεταλλαγμένοι αλλά η αφρόκρεμα της περιπετειώδους λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Κι ενώ κατά κανόνα τα έργα του αποτελούν υποδείγματα πλοκής, στρωματοποιημένων επιπέδων αφήγησης και αλληγορικών αναφορών, εδώ η μισή fun του αναγνώστη έγινε στην πορεία να αναγνωρίζει τους λιγότερο διάσημους χαρακτήρες πέρα από την αρχική dream team (η Μίνα Μάρεϊ του Δράκουλα, ο Άλαν Κουότερμεϊν των Μεταλλείων του Σολομώντα, ο Γκρίφιν από τον Αόρατο Άνθρωπο, ο πλοίαρχος Νέμο από τις 20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα, ο Δόκτωρ Τζέκιλ και ο κύριος Χάιντ της ομώνυμης Παράξενης Υπόθεσης).

Η βασική του έγνοια, ωστόσο, όπως προκύπτει στο The League of Extraordinary Gentlemen. Century: 1910 (DC Comics 2009), όπου περιλαβαίνει τον 20ό αιώνα, είναι να δημιουργήσει μια μεγάλη τοιχογραφία της ποπ κουλτούρας. Μετά τον καθηγητή Μοριάρτι, τον Δρα Μορώ και τον Τζον Κάρτερ, είναι η σειρά του Ορλάντο της Βιρτζίνια Γουλφ. Και μετά τους αστούς συγγραφείς περιπετειωδών μυθιστορημάτων του 19ου αιώνα έπεται η Όπερα της Πεντάρας.

Για να αναπαραστήσει τους ταπεινούς και καταφρονεμένους του Λονδίνου των αρχών του 20ού αιώνα ο Μουρ προσφεύγει στοέργοτων Μπέρτολντ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ, μια μαρξιστικής προέλευσης κριτική του καπιταλισμού. Πόρνες και λιμενεργάτες, ιδιοκτήτες καπηλειών και ινδές πριγκήπισσες, πορτοφολάδες, μαχαιροβγάλτες, αστυνομικοί, αποκρυφιστές και άνθρωποι των μυστικών υπηρεσιών συμπλέκονται στις σελίδες του και οι διαβρωμένες αξίες της βικτοριανής Αγγλίας δεν απέχουν πολύ, αφήνει να εννοηθεί ο Μουρ, από εκείνες της σύγχρονης ενσάρκωσής της των Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν.

Το επίτευγμα του τεύχους ωστόσο είναι αναμφίβολα η ταύτιση του επικίνδυνου αλήτη Τζακ Μακχίθ της Όπερας με τον Τζακ Αντεροβγάλτη. Όχι επειδή ο Μουρ λύνει το μυστήριο του αρχετυπικού serial killer με 120 χρόνια καθυστέρηση (το έχει κάνει και αυτό, στο From Hell), αλλά γιατί το σκηνικό του δίνει την ευκαιρία να γράψει μια κυνική και ανατρεπτική διασκευή των στίχων του Mack the Knife. Και το δείγμα τους που παρατίθεται στην αρχή του κειμένου πιστοποιεί ότι πρόκειται για εκδοχή που ο Νικ Κέιβ θα όφειλε ήδη να ζητιανεύει γονυπετής να τραγουδήσει…