Σε σοβαρή διπλωματική αντιπαράθεση, που δε συνάδει με τις ιστορικές σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου, κινδυνεύει να εξελιχθεί η υπόθεση της ηλεκτρικής διασύνδεσης των δύο χώρων με το περιβόητο, πλέον, καλώδιο, καθώς οι διαφορές που σοβούσαν στο παρασκήνιο μεταξύ των δύο πλευρών, έρχονται τις τελευταίες μέρες στην επιφάνεια, με αφορμή τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Μάκη Κεραυνού, ο οποίος αμφισβήτησε δημοσίως τη βιωσιμότητα του έργου, χωρίς όμως να προχωρήσει στην αποκάλυψη των στοιχείων που τεκμηριώνουν τις θέσεις του.
Πώς κορυφώθηκε η κρίση
Η παρέμβαση του κ. Κεραυνού προκάλεσε, όπως ήταν απολύτως λογικό και αναμενόμενο, την άμεση αντίδραση της Αθήνας και μάλιστα σε ανώτερο επίπεδο, καθώς, πρώτα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης και εν συνεχεία ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος Σταύρος Παπασταύρου, κάλεσαν τη Λευκωσία να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και να προχωρήσει στη λήψη της πολιτικής απόφασης για την αποδέσμευση της δόσης των 25 εκατομμυρίων προς τον ΑΔΜΗΕ, όπως άλλωστε προβλέπεται στο πλαίσιο της συμφωνίας που υπέγραψαν το 2024 οι εμπλεκόμενοι στο έργο.
Η υπόθεση, όμως, έλαβε χαρακτηριστικά εκτροχιασμού, όταν ο πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Χριστοδουλίδης αποφάσισε να παρέμβει, εν πολλοίς ασαφώς, πρώτα μεταφέροντας την ευθύνη στην πλευρά του ΑΔΜΗΕ και εν συνεχεία ανακοινώνοντας- κάτι που προφανώς δεν αρμόζει με τη θέση του- την εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σε έρευνα που αφορά πιθανά αδικήματα σε σχέση με το έργο.
Ποιοι δε θέλουν να προχωρήσει το έργο
Η διάσταση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου για τον GSI ήταν γνωστή στους παροικούντες τις δύο πρωτεύουσες, εδώ και πολλούς μήνες, με τους κ. Μητσοτάκη και Χριστοδουλίδη, αλλά και τους υπουργούς Εξωτερικών και Περιβάλλοντος των δύο χωρών, να έχουν αναλάβει τη γεφύρωση του χάσματος, κυρίως όσον αφορά τα οικονομοτεχνικά χαρακτηριστικά του έργου. Στη μεν Αθήνα, γνωρίζουν ότι στη Λευκωσία δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν επιθυμούν την ολοκλήρωση του έργου, η οποία θα οδηγήσει σε «σπάσιμο» του ισχυρού ενεργειακού μπλοκ που κυριαρχεί στο νησί.
Σε δε μέρος της κυπριακής κυβέρνησης, καθώς και μεταξύ συνεργατών κ. Χριστοδουλίδη, καταγράφεται η έντονη ανησυχία ότι τελικά η Αθήνα δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί τις έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο, γεγονός που καταγράφεται στις συμφωνίες ως «γεωπολιτικό ρίσκο» και θα μπορούσε να οδηγήσει στην επ’ αόριστον αναβολή του έργου, με αποτέλεσμα, αφενός οι Κύπριοι φορολογούμενοι να πληρώνουν επί ματαίω, αφετέρου αυτοί που υπέγραψαν την ανάληψη του έργου, να κινδυνεύουν με αστικές και ποινικές ευθύνες.
Άλλωστε, η γεωπολιτική αβεβαιότητα είναι αυτή που- μαζί με την επισφάλεια της χρηματοδότησης- επικαλείται εμμέσως πλην σαφώς και ο κ. Κεραυνός, ο οποίος πάντως σύμφωνα με πληροφορίες από τη Λευκωσία, ενδεχομένως να τελεί υπό παραίτηση, προετοιμάζοντας μια θορυβώδη έξοδο. Στην ελληνική κυβέρνηση, πάντως, διαβλέπουν εδώ και καιρό την ενδοκυπριακή διένεξη για το έργο και γι’ αυτό επισημαίνουν με κάθε ευκαιρία ότι αυτή που επωφελείται από τον GSI είναι η Κύπρος, η οποία θα βγει από την ενεργειακή απομόνωση, μειώνοντας παραλλήλως το κόστος που φθάνει στους καταναλωτές. «Δεν υπάρχει κανείς που πιστεύει ή προτείνει ότι το έργο αυτό θα πρέπει να πληρωθεί μόνο από τον έλληνα φορολογούμενο», είπε χαρακτηριστικά στην ενημέρωση της Πέμπτης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης.
Ο τρίτος παίκτης
Όσον αφορά τις έρευνες και παρά τις αλλεπάλληλες διαβεβαιώσεις, τόσο του κ. Μητσοτάκη, όσο και του κ. Γεραπετρίτη, ότι αυτές θα συνεχιστούν κανονικά, προς ώρας είναι η πραγματικότητα αυτή που επικρατεί: Η Τουρκία, παρεμβαίνοντας πρώτα στα ανοικτά της Κάσου, το καλοκαίρι του 2024 και εν συνεχεία στα ανατολικά της Κρήτης, έχει «παγώσει» το έργο, ενώ όλοι βρίσκονται σε αναμονή της ναύλωσης των πλοίων και της έκδοσης των απαραίτητων navtex, «εντός του αμέσως επόμενου χρονικού διαστήματος», όπως επαναλαμβάνεται μονότονα από την Αθήνα.
Προοπτική η οποία- ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τις εξελίξεις των τελευταίων ωρών- δε φαίνεται να υλοποιείται τουλάχιστον εντός των επόμενων εβδομάδων. Προφανώς, η εικόνα που μεταδίδεται από την Αθήνα και τη Λευκωσία, δεν ταιριάζει ούτε με την κρισιμότητα, εν γένει της γεωπολιτικής συγκυρίας, ούτε όμως και με το μέγεθος και τη συνολική φιλοσοφία του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στα ευρωπαϊκά εγχειρήματα, με στόχο την αλλαγή του ενεργειακού μίγματος που καταναλώνει η Ένωση. Άλλωστε, ο GSI συγχρηματοδοτείται από την Κομισιόν, σε ύψος μεγαλύτερο των 650 εκατομμυρίων ευρώ.
Τα επόμενα βήματα
Αυτό, βεβαίως, που έχει μείζονα σημασία είναι ότι οι χειρισμοί Αθήνας και Λευκωσίας οδηγούν προς το παρόν σε αδιέξοδο, ενώ την ίδια ώρα, μοναδική ωφελημένη από τις εξελίξεις είναι η Άγκυρα, η οποία είναι αυτή που επιβάλει τη δική της ατζέντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Παρότι ίσως ακούγεται παράδοξο, η μπάλα αυτή τη στιγμή είναι σε δύο γήπεδα: και της Λευκωσίας και της Αθήνας. Η μεν κυπριακή πρωτεύουσα οφείλει να εγκρίνει την εκταμίευσης της δόσης των 25 εκατομμυρίων ευρώ. Η δε ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει πάραυτα στη συνέχεια των ερευνών, παρά τις τουρκικές απειλές. Οι επόμενες εβδομάδες θα κρίνουν πολλά, μεταξύ των οποίων και τις ελληνοκυπριακές σχέσεις, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο.
