Μια συζήτηση με τον Χρίστο Γαλιλαία μπορεί να κινηθεί σε πολλά πεδία: από την κλασική μουσική φυσικά, καθώς πρόκειται για διεθνούς εμβέλειας σολίστ, την αγάπη για το βιολί κα την αφοσίωση που απαιτείται να δείξει σε αυτό ένας μουσικός που στέκεται στο κορυφαίο επίπεδο, τη σχέση δάσκαλου-μαθητή και τις αξίες που πρέπει να τη διαπνέουν, την έως τώρα θητεία του στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης.

Λείπει κάτι; Ο αγαπημένος του Άρης και το μπάσκετ. «Ήθελα να παίζω μπάσκετ και αυτό δημιουργούσε αναπόφευκτα ένταση και συγκρούσεις με τον πατέρα μου ο οποίος όντας ένας σπουδαίος μουσικός είχε διαπιστώσει το ταλέντο μου και ήθελε να βεβαιωθεί ότι αυτό δεν θα πάει χαμένο», θα πει κατά τη διάρκεια της συνέντευξη μας.

Ο Χρίστος Γαλιλαίας μοιράζεται στο ΒΗΜΑ το όραμά του για έναν πολιτισμό που δεν αποτιμάται με όρους εμπορικούς, για τις σωστές ερωτήσεις που πρέπει να γίνουν όταν μιλάμε για τη λειτουργία των πολιτιστικών φορέων της χώρας. Για τον ίδιο άλλωστε «η καλλιέργεια που αποκτά ένας άνθρωπος παρακολουθώντας μία συναυλία δεν μετριέται ούτε μπορεί να αποτυπωθεί κάπου».

Θα ήθελα να μοιραστείτε μαζί μας την πρώτη σας μουσική ανάμνηση;

Πρώτη και πιο ιδιαίτερη μουσική ανάμνηση είναι όταν άκουγα τον πατέρα μου στο σπίτι να μελετάει βιολί. Θα με συνοδεύει για πάντα.

Από πολύ μικρή ηλικία ασχοληθήκατε και αφοσιωθήκατε στην κλασική μουσική. Οι πρώτες διακρίσεις στο βιολί ήρθαν επίσης πολύ νωρίς. Την ίδια εποχή η Θεσσαλονίκη ζούσε μια μουσική κοσμογονία, με τις ροκ μπάντες, με το «Αγροτικόν», με τους δεκάδες μικρούς και μεγάλους συναυλιακούς χώρους. Σας επηρέαζε εσάς αυτό το κλίμα; Ήσασταν μέρος του ή ο κόσμος του ωδείου ήταν περίκλειστος και δεν άφηνε να δημιουργηθούν ρωγμές μέσα σας;

Τα πράγματα ήταν λίγο περίκλειστα γιατί οι μουσικές εμπειρίες και παραστάσεις που είχα ήταν αποκλειστικά κλασικής μουσικής. Παρακολουθούσα τις συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας, μετέπειτα τη Συμφωνικής του Δήμου και τα δύο λόγω της παρουσίας του πατέρα μου. Φυσικά αργότερα άρχισα να έχω και άλλα ακούσματα και να πηγαίνω σε συναυλίες ροκ ποπ κλπ..

Ωστόσο, δεν υπάρχει κάποια συναυλία (όχι κλασικής μουσικής) που να θυμάστε;

Εκτός κλασικής μουσικής; Αυτό είναι εύκολο! Είναι οι συναυλίες των Depeche Mode, έχω πάει σε έξι- επτά. Είναι το αγαπημένο μου συγκρότημα, τους έχω δει και στην Αμερική και στην Ελλάδα οπότε σίγουρα η απάντηση είναι αυτή!

Φωτό: Σάκης Γιούμπασης

Μεγαλώσατε σε ένα περιβάλλον όπου η παρουσία της κλασικής μουσικής ήταν καταλυτική. Αναμφίβολα αυτό σας διαμόρφωσε. Από την άλλη, σκεφτήκατε ποτέ ότι δημιούργησε και μια «φούσκα» αισθητικής, καλλιτεχνικής ασφάλειας;

Τώρα πλέον το σκέφτομαι και με έχει προβληματίσει, όταν συνέβαινε δεν το σκεφτόμουν. Δεν μπορείς να ξέρεις για ποιο λόγο γίνονται κάποια πράγματα, παρά μόνο σε ένα θεωρητικό επίπεδο. Εικάζω πως με επηρέασαν, αλλά εφόσον έτσι ήρθαν τα πράγματα δεν μπορείς να τα αλλάξεις. Οπότε ναι, το σκέφτομαι αλλά μέχρι εκεί. Δεν το αναλύω περαιτέρω.

Τι είναι αυτό που μας κρατά αποστασιοποιημένους από την κλασική μουσική; Γιατί τη θεωρούμε ως κάτι που βρίσκεται έξω από την καθημερινότητα μας;

Στην Ελλάδα σίγουρα τη θεωρούμε εκτός καθημερινότητας διότι δεν είναι μέρος της κουλτούρας μας. Σε αυτό έπαιξαν ρόλο οι γεωπολιτικές συνθήκες και το γεγονός ότι για αιώνες οι επιρροές μας ήταν εξ ανατολών. Όταν στην Ευρώπη υπήρχε η Αναγέννηση, ο διαφωτισμός και μεγαλουργούσαν ο Μπαχ, ο  Μότσαρτ , ο Μπετόβεν, εδώ είχαμε τουρκοκρατία. Πάντως πουθενά η κλασική μουσική δεν μπορεί να συγκριθεί σε δημοφιλία με την ποπ, τη ροκ και άλλα ήδη μουσικής που απευθύνονται σε ένα μεγαλύτερο κοινό.

«Δεν θυμάμαι να έχω τελειώσει ποτέ μία συναυλία και να μην έχω σκεφτεί κάποια πράγματα που κατά τη γνώμη μου θα μπορούσαν να είναι καλύτερα».

Υπήρξε κάποια στιγμή που ήρθατε σε ρήξη με το οικογενειακό σας περιβάλλον για τις καλλιτεχνικές ή επαγγελματικές σας επιλογές;

Υπήρχε συνεχής ένταση διότι ως παιδί δεν ήθελα να μελετάω βιολί. Ήθελα να παίζω μπάσκετ και αυτό δημιουργούσε αναπόφευκτα ένταση και συγκρούσεις με τον πατέρα μου ο οποίος όντας ένας σπουδαίος μουσικός είχε διαπιστώσει το ταλέντο μου και ήθελε να βεβαιωθεί ότι αυτό δεν θα πάει χαμένο. Οπότε αυτό δημιουργούσε εντάσεις. Βέβαια, εκ του αποτελέσματος θα πω ότι είχε δίκιο. Δυστυχώς η ενασχόληση με ένα μουσικό όργανο στο υψηλότερο επίπεδο απαιτεί αυτή την προσήλωση από πολύ μικρή ηλικία.

Ακολούθησε δηλαδή η καριέρα σας τεθλασμένες γραμμές;

Σίγουρα δεν ήταν εντελώς ευθεία η γραμμή. Νομίζω είναι δύσκολο να είναι εντελώς ευθεία και οι όποιες παρεκκλίσεις είναι πάντα για καλό γιατί είμαστε το σύνολο των εμπειριών μας. Εξάλλου η δημιουργία για ένα καλλιτέχνη περνάει μέσα από την προσωπικότητα του και η προσωπικότητα του διαμορφώνεται και από τις εμπειρίες που έχει αποκομίσει. Οπότε κάποιες «τεθλασμένες», για να χρησιμοποιήσω τον όρο, και υπήρχαν και καλό έκαναν.

Έχετε επανειλημμένα σταθεί στην αξία που έχει ακόμα και σήμερα για εσάς η μελέτη και η προετοιμασία. Πώς βρίσκετε κίνητρο και όρεξη μετά από τόσα χρόνια πετυχημένης σταδιοδρομίας;

Σίγουρα η μελέτη και η προετοιμασία είναι το Α και το Ω. Δεν υπάρχει υποκατάστατο. Αυτό τονίζω και στους φοιτητές μου στο Πανεπιστήμιο. Το βασικό κίνητρο είναι ότι ποτέ δεν είμαι ευχαριστημένος. Αυτό είναι από μόνο του το πιο βασικό κίνητρο. Δηλαδή δεν θυμάμαι να έχω τελειώσει ποτέ μία συναυλία και να μην έχω σκεφτεί κάποια πράγματα που κατά τη γνώμη μου θα μπορούσαν να είναι καλύτερα. Αυτό είναι το κίνητρο! Άλλο κίνητρο είναι ότι τα αριστουργήματα αυτών των μεγάλων συνθετών που αποτελούν μια παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά για την ανθρωπότητα, είναι συνεχής πηγή έμπνευσης, εκεί άλλωστε έγκειται και η μεγαλοφυΐα τους. Αυτά τα έργα παραμένουν διαχρονικά, διότι όσες φορές κι αν τα ακούσεις πάντα θα βρίσκεται κάτι καινούργιο να σε εμπνεύσει, να θέλεις να ξανά ασχοληθείς με ένα κονσέρτο, να το ξαναμελετήσεις, να το προσεγγίσεις λίγο διαφορετικά.

Φωτό: Σάκης Γιούμπασης

Νιώσατε ποτέ ότι γίνεστε μονομανής με την τέχνη σας, ότι είστε διατεθειμένος να θυσιάσετε για αυτήν τα πάντα;

Όχι δεν το ένιωσα ποτέ. Σίγουρα δεν κινδυνεύω από τη μονομανία. Έχω και είχα από μικρός πολλά ενδιαφέροντα τα οποία μερικές φορές είναι και εμπόδιο για αυτό που κάνουμε γιατί, όπως στον πρωταθλητισμό, έτσι και στη μουσική, είναι απαραίτητη μία δόση μονομανίας. Ωστόσο εγώ δεν την είχα.

To «Whiplash» είναι ίσως από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες που απεικονίζουν τη σχέση δασκάλου και μουσικού. Αξίζει να εξωθούμε ένα ταλέντο στα άκρα, στα όρια του ως ανθρώπινης προσωπικότητας, προκειμένου να φανεί αν μπορεί να γίνει εκείνος ο μουσικός που θα μνημονεύεται για χρόνια;

Σίγουρα το κάθε παιδί θέλει ειδική διαχείριση και μιλώντας ως δάσκαλος- καθηγητής, πρέπει να βρίσκουμε τον τρόπο να ξεκλειδώνουμε τον μαθητή και να φροντίζουμε να τον βοηθάμε ώστε να παίξει το καλύτερο που μπορεί. Απλά ξεχνάμε πολλές φορές, και πρέπει να βάζουμε στην εξίσωση, το πόσο το θέλει κάθε παιδί γιατί το ότι έχει το ταλέντο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και αυτό που θέλει. Εάν το θέλει τότε πρέπει να το βοηθήσουμε να εξελίξει το ταλέντο του και να το αξιοποιήσει. Η πίεση χρειάζεται (είναι εποικοδομητική) μέχρις ενός σημείου. Αυτό που πρέπει να αναλογιστούμε είναι τι θεωρούμε «επιτυχία». Το να γίνει κανείς ο καλύτερος drummer του κόσμου ή να είναι ένας χαρούμενος άνθρωπος, μια ισορροπημένη προσωπικότητα; Είναι λίγο σύνθετο το θέμα.

«Πρέπει να είσαι εμμονικός και τελειομανής, δεν πρέπει να είσαι ποτέ ευχαριστημένος».

Τι έχει μεγαλύτερη σημασία: 10 μαθητές που θα μάθουν βιολί και θα το παρατήσουν μετά από κάποια χρόνια επειδή δεν ήταν και τόσο καλοί ή ο ένας που θα ίσως καταφέρει να γράψει ιστορία ως μουσικός;

Και τα δύο φυσικά! Ο ένας μπορεί πράγματι να γράψει ιστορία στην μουσική αλλά οι υπόλοιποι μπορεί να γράψουν ιστορία σε κάτι άλλο, να βοηθήσουν και να εξελίξουν την κοινωνία πολύ περισσότερο από ότι αν συνέχιζαν να ασχολούνται με τη μουσική. Γενικά όμως η ενασχόληση με ένα μουσικό όργανο, ασχέτως αν κάποιος θα ακολουθήσει επαγγελματικά αυτή τη πορεία, βοηθάει να βάλουμε κάποια στοιχεία στη ζωή μας, στη καθημερινότητά μας, στις συνήθειες μας, όπως είναι η πειθαρχία, η υπομονή, η επιμονή  η συγκέντρωση. Αυτά είναι στοιχεία που είναι απαραίτητα για να γίνει κάποιος πετυχημένος στη ζωή του σε οτιδήποτε επιλέξει.

Οι εξουσιαστικές και ενίοτε κακοποιητικές συμπεριφορές βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και στο χώρο της κλασικής μουσικής. Γίνεται πιο σκληρό όλο αυτό όταν έχει το προκάλυμμα της τέχνης;

Προσωπικά δεν βίωσα ποτέ κάτι τέτοιο οπότε δεν μπορώ να μιλήσω εξ ιδίας πείρας. Θεωρητικά μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη τέχνη ως προκάλυμμα αλλά αυτό νομίζω ότι ισχύει και για άλλους χώρους και όχι μόνο στις τέχνες.

Ο ανταγωνισμός προάγει την τέχνη; Η πειθαρχία, η εμμονή με την τελειότητα οδηγούν σε πιο άρτια καλλιτεχνική έκφραση;

Σίγουρα! Πρέπει να είσαι εμμονικός και τελειομανής, δεν πρέπει να είσαι ποτέ ευχαριστημένος. Αυτός είναι ο «θάνατος» ενός καλλιτέχνη· η μέρα που θα ‘ναι ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα. Και ο ανταγωνισμός είναι σίγουρα ένα κίνητρο. Το να προσπαθούμε ακόμα περισσότερο. Όταν βρίσκεσαι κάπου που είσαι με διαφορά ο καλύτερος δεν θα προσπαθείς για το κάτι παραπάνω. Άρα όταν υπάρχει ο ανταγωνισμός μας ωθεί για το κάτι παραπάνω, για το ακόμα καλύτερο. Άλλωστε είναι γνωστή η ρήση «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».

Φωτό: Σάκης Γιούμπασης

Πόσο χώρο αφήνει η κλασική μουσική στη «λοξή ματιά», σε κάτι απρόβλεπτο που αψηφά κανόνες;

Νομίζω είναι θέμα προσωπικότητας. Εγώ για παράδειγμα λοξοκοιτώ και λοξοδρομώ πολλές φορές. Δεν νομίζω ότι αν κάποιος δεν ρίξει λοξές ματιές ευθύνεται η κλασική μουσική. Νομίζω ότι επηρεάζουν πάρα πολλοί παράγοντες κάτι τέτοιο. Ναι, δεν θεωρώ ότι η κλασική μουσική ευθύνεται για αυτό.

Συμπληρώνετε μια γεμάτη τριετία ως καλλιτεχνικό διευθυντής του ΟΜΜΘ. Μπορείτε να κάνετε έναν απολογισμό;

Ναι, ήταν μία θητεία που ξεκίνησε με πολύ ιδιαίτερες συνθήκες λόγω της πανδημίας. Θα έλεγα πρωτόγνωρες συνθήκες για όλους μας. Φυσικά προσαρμοστήκαμε όσο μπορούσαμε καλύτερα, καταφύγαμε στις λύσεις των διαδικτυακών παραγωγών και προβολών ώστε αφενός να μείνουμε ενεργοί, να παραμείνουν ενεργοί και οι καλλιτέχνες,  και αφετέρου να κρατήσουμε αυτή την επαφή με το κοινό και την επαφή που θέλει να έχει το κοινό με τις τέχνες. Στη συνέχεια, όταν πλέον επανήλθαμε σε κανονικές συνθήκες άρχισε μία πολύ ανοδική πορεία για το Μέγαρο με σημαντικές παραγωγές, σπουδαίους καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό και πολλές συνεργασίες. Εμπλουτίσαμε το πρόγραμμά μας και με άλλες μορφές τέχνης και η διακαλλιτεχνικότητα είναι ψηλά στις προτεραιότητές μας. Επίσης στα εκπαιδευτικά προγράμματα υπήρξε έντονη δραστηριότητα. Η ΜΟΥΣΑ η ορχήστρα νέων του Μεγάρου εξελίσσεται πολύ, είναι ένα σημαντικό κομμάτι του Μεγάρου. Το περασμένο φθινόπωρο, που ήταν το τελευταίο τρίμηνο της πρώτης μου θητείας, είχαμε πραγματικά κορυφαίους καλλιτέχνες στο Μέγαρο που έκαναν αίσθηση. Συνεχίζουμε με αμείωτη ένταση και προσπαθώ πάντα να σκέφτομαι πώς θα μπορέσουμε να εμπλουτίσουμε το πρόγραμμα και με άλλες δραστηριότητες. Το κομμάτι της δημιουργίας απαιτεί διαρκή προβληματισμό και όσο κρατάει κανείς ανοιχτό το μυαλό και είναι δεκτικός σε νέα ερεθίσματα ανακαλύπτει καινούργια πράγματα.

«Δεν μπορούμε να αξιολογούμε τις τέχνες με κριτήρια εμπορικά».

Θα πρέπει η συζήτηση για τους πολιτιστικούς φορείς και το έργο τους να γίνεται και με όρους που αναφέρονται στη βιωσιμότητά τους;

Είμαι πολύ κατά αυτού του όρου όταν μιλάμε για τέχνες και για πολιτισμό. Ο όρος «βιώσιμο» παραπέμπει σε επιχειρήσεις και δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με το χώρο του πολιτισμού. Ο πολιτισμός, το έχω πει πολλές φορές, πρέπει να έχει δημόσιο χαρακτήρα. Τα πιο σημαντικά αποτελέσματα δεν είναι μετρήσιμα. Δηλαδή η καλλιέργεια που αποκτά ένας άνθρωπος παρακολουθώντας μία συναυλία δεν μετριέται ούτε μπορεί να αποτυπωθεί κάπου. Παρ’ όλα αυτά είναι ό,τι πιο σημαντικό για να πάει μπροστά μία κοινωνία. Συνεπώς δεν περιμένω ο πολιτισμός να είναι βιώσιμος. Όπως λέμε ότι η παιδεία και η υγεία πρέπει να είναι δημόσια αγαθά, το ίδιο ισχύει και για τις τέχνες και τον πολιτισμό. Ένας επιπλέον λόγος που θα πρέπει να έχει δημόσιο χαρακτήρα είναι ώστε τα κριτήρια επιλογής και διαμόρφωσης ενός προγράμματος να είναι καλλιτεχνικά και όχι εμπορικά γιατί άλλο τέχνη και άλλο ψυχαγωγία. Στην Ελλάδα είμαστε τυχεροί που ακόμα και τώρα που στο δυτικό κόσμο υπάρχει μία ροπή προς τα «δήθεν» βιώσιμα μοντέλα, το Υπουργείου Πολιτισμού στηρίζει πάρα πολύ το χώρο των τεχνών και αυτό μας επιτρέπει να έχουμε την ανάλογη δραστηριότητα.

Η επιτυχία μιας παράστασης μπορεί να μετρηθεί;

Δεν μπορούμε να αξιολογούμε τις τέχνες με κριτήρια εμπορικά. Για να δώσω ένα παράδειγμα, εάν σε μία συναυλία έρθουν 50 άτομα και όχι 1.000 αλλά αυτά τα 50 άτομα φύγουν με μία αίσθηση συναισθηματικής, ψυχικής και πνευματικής πληρότητας, εάν νιώσουν μία συγκίνηση, αυτό την καθιστά μια επιτυχημένη εκδήλωση. Όχι το πόσα εισιτήρια κόπηκαν.

Η συζήτηση σε ποια βάση πρέπει να γίνει;

Η ερώτηση θα πρέπει να είναι τι αποκόμισε ο θεατής όταν φεύγει από μια συναυλία. Αυτό είναι το νόημα.

Φωτό: Σάκης Γιούμπασης

Νιώθετε ότι έχετε χρέος να συστήσετε στο κοινό είδη και πρόσωπα της κλασικής μουσικής; Και αν ναι, ποια είναι αυτά;

Βεβαίως πρέπει να συστήνουμε και νέα πρόσωπα και ιδέες, ωστόσο δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός. Νιώθω όμως το χρέος να επιμείνω και να ενισχύσω το είδος. Ένα παράδειγμα είναι το Διεθνές Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου που ξεκίνησα στο Μέγαρο πριν δύο χρόνια και αφορά, κατά τη γνώμη μου, μια κορυφαία υποκατηγορία της κλασικής μουσικής. Είναι ένα είδος που πρέπει να το προσφέρουμε στο κοινό, να του δίνουμε την ευκαιρία να απολαμβάνει αυτές τις εκπληκτικές συνθέσεις. Γενικότερα, όταν η πυξίδα μας είναι το καλλιτεχνικό επίπεδο, όταν οι performers είναι κορυφαίοι, τότε σίγουρα έχεις περισσότερες και μεγαλύτερες πιθανότητες να αγαπηθεί αυτή η μουσική από το κοινό.

Σε ποιο βαθμό έχετε αξιοποιήσει τις προσωπικές σας επαφές για το πρόγραμμα κάθε σεζόν στο Μέγαρο;

Σε πολύ μεγάλο βαθμό και έτσι πρέπει να γίνεται. Οφείλει κανείς όταν αναλαμβάνει μια τέτοια θέση να αξιοποιεί και τις επαφές του και το status που έχει στον χώρο προς όφελος του οργανισμού και αυτό ακριβώς κάνω.

Βρισκόμαστε μια Πέμπτη βράδυ στα μέσα των 80s στο κατάμεστο Αλεξάνδρειο. Ο Νίκος Γκάλης εφορμά προς το καλάθι της αντίπαλης ομάδας. Πατά γερά, σηκώνεται, και αιωρείται για όσα χρειαστεί μέχρι να βρει τον ελάχιστο χώρο που θέλει για να στείλει την μπάλα στο καλάθι. Ποια σύνθεση θα αποτύπωνε καλύτερα την παραπάνω σκηνή;

Η σύνθεση θα ήταν το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Ρίχαρντ Στράους με το οποίο έμπαινε και συνεχίζει να μπαίνει η ομάδα στο γήπεδο. Ανεπανάληπτες στιγμές! Άρης μια ζωή!