Έφυγε από τη ζωή ο Χρήστος Λέντζος σε ηλικία 93 ετών, ο άνθρωπος που συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με τον πιο διάσημο φραπέ στην Ελλάδα. Στου Λέντζου, σε ένα από τα πιο γνωστά αθηναϊκά στέκια για καφέ στο Παγκράτι, έδιναν ραντεβού από κάθε γωνιά της Αθήνας. Όλα ξεκίνησαν στο νούμερο 2 της οδού Βρυάξιδος, το 1964. Εκεί ο Χρήστος Λέντζος άνοιξε το πρώτο καφεζαχαροπλαστείο του.

«Φτιάχναμε πολύ ωραίες πάστες και τις παράγγελνε ο κόσμος μαζί με το καφεδάκι του», είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξη του και είχε αποκαλύψει τι προηγήθηκε της ημέρας που τελικά δημιούργησε τον πλέον αγαπημένο καφέ. Εκείνη την ημέρα η κοπέλα που έφτιαχνε τους καφέδες είχε άδεια κι έτσι ο Χρήστος Λέντζος μπήκε πίσω από την μπάρα και πειραματίστηκε με τις δοσολογίες.

View this post on Instagram

A post shared by λεντζος παγκρατι (@lentzos_pagkrati)

Ο πρώτος φραπές α λα Λέντζος σερβιρίστηκε, αφού πρώτα είχε χτυπηθεί στο μίξερ, και από τότε έγινε ανάρπαστος. Όλοι πήγαιναν στου Λέντζου για παραγγελία πολύ συγκεκριμένη. Τι έκανε όμως για να πετύχει αυτό το πλούσιο μείγμα; Η συνταγή για χρόνια ήταν μυστική, γεγονός που πυροδότησε εικασίες για τα συστατικά του. Κάποιοι έλεγαν ότι ο φραπές περιέχει ένα ολόκληρο αυγό κι άλλοι ότι έχει μπέικιν πάουντερ ή κρέμα γάλακτος.

Η μυστική (για χρόνια) συνταγή

«Δεν πρόκειται να σας αποκαλύψω πώς τον φτιάχνω. Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι βασικό παράγοντα παίζει η δοσολογία και πως σε καμία περίπτωση δεν χτυπάω μέσα αυγό, όπως πολλοί υποστηρίζουν», είχε πει ο δημιουργός μη θέλοντας να αποκαλύψει κάτι παραπάνω.

Χρόνια μετά ο Χρήστος Λέντζος θα κάνει την αποκάλυψη. «Η παρασκευή του μείγματος από τον οποίο προέκυπτε ο φραπές κόστιζε πολύ. Εβαζα τέσσερις κουταλιές της σούπας καφέ. Μία κούπα ζάχαρη και ενάμιση ποτήρι νερό. Αυτά τα έβαζα στο μίξερ κι έβγαζα τέσσερις καφέδες. Τον φραπέ τον είχε φτιάξει κάποιος στη Θεσσαλονίκη με το καλαμάκι. Εγώ ήμουν ο πρώτος που τον έφτιαξε με μίξερ.

Ερχονταν άνθρωποι να πιουν τον καφέ μου, όχι μόνο από όλη την Ελλάδα αλλά κι από τον κόσμο». Η παραγγελία στου Λέντζου είχε τους δικούς της «κανόνες», τους οποίους κι όλοι σέβονταν. Οι λάτρεις του σκέτου καφέ, δεν είχαν θέση στα διάσημα τραπεζοκαθίσματα του Λέντζου αφού ο καφές έφερνε περισσότερο σε γλυκό, παρά σε ρόφημα.

Φραπές «µε καπέλο»

Ο «κανονικός καφές» είχε συγκεκριμένη ποσότητα ζάχαρης και γάλακτος. Εάν κάποιος ήθελε μέτριο τότε ο Χρήστος πρόσθετε μια κουταλιά καφέ από πάνω, το γνωστό «καπέλο», ώστε να μετριάσει τη γλυκιά γεύση. Η παραγγελία δίνονταν ως εξής: 1 κουτί, εάν ήθελες κλασικό (κουτί σήμαινε γάλα κουτιού) ή 1 κουτί καπέλο, εάν ήθελες μέτριο (με την προσθήκη καφέ πάνω από τον αφρό).

Στη χονδρική συσκευασία νεσκαφέ των 2,5 κιλών που αγόραζαν όλες οι καφετέριες, η εφορία υπολόγιζε ότι αντιστοιχούν 1.000 δόσεις καφέ. Ο Λέντζος δεν έβγαζε ούτε 400. Η «μαγική« δοσολογία δεν μπορούσε να αλλάξει. Σκέτος καφές δεν σερβιριζόταν ποτέ. Ο αφρός θέλει ζάχαρη για να γίνει πλούσιος και κρεμώδης.

Το 1982 ο φραπές του Λέντζου έγινε στίχος του Ρασούλη, με τον Χρήστο Νικολόπουλο να γράφει τη μουσική και τον Δημήτρη Κοντογιάννη να τον τραγουδά. Η θρυλική καφετέρια του Λέντζου ήταν κομμάτι της πόλης και οι στίχοι του Ρασούλη αποτυπώνουν με ακρίβεια τη συνθήκη και το συναίσθημα.

«Καθόμουνα στου Λέντζου και έπινα καφέ. Και βλέπω έναν τύπο μαζί με σένανε. Και σκύβω το κεφάλι να μην με δεις εσύ. Θολώνει το μυαλό μου και σκίζεται η γη. Τριγύρω κουβεντιάζανε για τα πολιτικά. Και πώς ο Μαύρος σούταρε δοκάρι την μπαλιά. Κι εγώ ο μαύρος τώρα δα βλέπω πως μια στιγμή να σβήσει η ζωή μου ήτανε αρκετή. Τ’ Αγίου Βαλεντίνου, αχ πίκρα και καημέ. Καθόμουνα στου Λέντζου και έπινα καφέ».

Την Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013 ο Λέντζος έγινε ανάμνηση, λόγω οικονομικών προβλημάτων. Με συγκίνηση ο Χρήστος Λέντζος μιλούσε για το τέλος του μαγαζιού του: «Ολες αυτές τις μέρες που κάθομαι στο σπίτι νιώθω πολύ περίεργα. Δεν έχω διάθεση να βγω. Δε μου κάνει όρεξη να πάω βόλτα γιατί δεν θέλω να περάσω έξω από το μαγαζί και να το δω κλειστό μετά από σαράντα εννιά ολόκληρα χρόνια.

Τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα: περηφάνια για όσα έχω πετύχει, αλλά και θλίψη για το άδικο τέλος. Σήμερα είμαι 79 ετών, αλλά στο βάθος του μυαλού μου είναι μόνο ένα πράγμα: να ανοίξω ξανά την καφετέρια και να φτιάξω πάλι καφέ φραπέ για τους πελάτες και τους φίλους μου».

Σήμερα, 10 χρόνια μετά, στις 20 Δεκεμβρίου 2023, με τον χαμό του Χρήστου Λέντζου η πόρτα γράφει και επίσημα «κλειστόν».