Εκτός από ηθοποιός, εικαστικός, γλύπτης και drag performer, ο Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης – ο Μπασίλ του Milky Way – είναι και μεγάλος φυσιολάτρης. Είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που μου λέει για τον εαυτό του όταν τον ρωτώ πού θα ήθελε να συναντηθούμε. «Όπου θέλεις», μου λέει, «αρκεί να έχει λίγο πράσινο. Αγαπώ πολύ τα φυτά. Έχω πάνω από 200 γλάστρες!». Και κάπως έτσι βρεθήκαμε να πίνουμε καφέ στο καταπράσινο Minu ένα βροχερό μεσημέρι, λίγες ώρες πριν την πρεμιέρα της παράστασης «Κακούργα Πεθερά» στην οποία συμμετέχει.

«Έχω την τύχη να συνεργάζομαι με ανθρώπους που είναι όλοι εξαιρετικοί – μία προς μία κι ένας προς ένας», μου λέει με μεγάλο ενθουσιασμό. Νιώθει όντως τεράστια ευγνωμοσύνη και την εκφράζει με κάθε ευκαιρία, εκθειάζοντας τη δουλειά και το ταλέντο των συνεργατών του. Άλλωστε, όπως λέει, «μια ταινία, μια παράσταση, μια τηλεοπτική σειρά είναι πάντοτε μια σύνθεση» και τονίζει πόσο σημαντικό είναι να το καταλάβουμε και να αρχίσουμε να αναγνωρίζουμε και τους ανθρώπους στα παρασκήνια, τους ανθρώπους πίσω από τις κάμερες, όλους όσους δεν φαίνονται. «Το ποιους αναγνωρίζουμε λέει πολλά για μας σαν κοινωνία» λέει ο Ιώκο χαρακτηριστικά και έχει πολύ δίκιο.

Τον ρωτώ τι άλλο ετοιμάζει αυτόν τον καιρό. «Ξεκινάμε το «Βαρυπενθούσα Unplugged» 15 Δεκέμβρη, μια επιτέλεση-επίκληση στο συναίσθημα με ιστορίες και τραγούδια των Χατζηλαζάρου, Μοσκώφ, Ρεβενιώτη, Κορτάσαρ, Ιωάννου κ.α. σπουδαίων πονεμένων. Και ελπίζω και άλλα πράγματα, τα οποία δεν μπορώ να ανακοινώσω γιατί θα ντρέπομαι για τον εαυτό μου αν δεν τα κάνω», μου απαντά, γελάμε και ύστερα ανοίγω το τεφτέρι μου να σημειώσω ημερομηνία. Κι εκεί, πέφτω πάνω σε όσα έχω σημειώσει πως θέλω να τον ρωτήσω και κάπως έτσι, ξεκινάμε…

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Το Milky Way δεν είναι η πρώτη σου συνεργασία με τον Βασίλη Κεκάτο. Θα έλεγε κανείς πως είστε πλέον στενοί συνεργάτες. Θυμάσαι πώς γνωριστήκατε;

«Με τον Βασίλη γνωριστήκαμε σε ένα live, στο οποίο εγώ έκανα ένα guest. Τρεις-τέσσερις μήνες μετά με πήρε τηλέφωνο και μου πρότεινε να συνεργαστούμε για την ταινία “Η απόσταση ανάμεσα στον ουρανό κι εμάς”. Γνωριστήκαμε καλύτερα μέσα από τη δουλειά και δέσαμε ουσιαστικά, όπως και με τον Νικολάκη (σ.σ. Ζεγκίνογλου) και με τον Γιώργο (σ.σ. Βαλσαμή). Ήταν η πρώτη ταινία στην οποία συμμετείχα ως ηθοποιός και ήταν φανταστική εμπειρία για μένα. Πριν ακόμα γίνει το οτιδήποτε, όσον αφορά τη φεστιβαλική της ζωή, ήμουν ήδη ξετρελαμένος όχι μόνο με το αποτέλεσμα αλλά και με τη διαδικασία – τις πρόβες, το γύρισμα, το πόσο εύστοχοι και υποστηρικτικοί ήταν οι άνθρωποι στο γύρισμα. Ήταν όνειρο».

 Κι ύστερα ήρθαν οι Κάννες και ο Χρυσός Φοίνικας. Πώς ήταν όλη αυτή η εμπειρία;

«Εμείς ήμασταν χαρούμενοι και μόνο που μάθαμε ότι είχαμε επιλεγεί ανάμεσα σε περίπου 4000 ταινίες. Όλα τα υπόλοιπα μας εξέπληξαν, όχι απλά ευχάριστα, πολύ παραπάνω. Εμείς δηλαδή είχαμε χαρεί ήδη πάρα πολύ που θα πηγαίναμε στο Φεστιβάλ των Καννών με μια δουλειά για την οποία ήμασταν περήφανοι».

Και έπειτα ξανασυνεργαστήκατε για το Milky Way;

«Είχαμε ήδη συνεργαστεί και σε άλλες δουλειές εντωμεταξύ, όπως στα σποτάκια του για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη, πριν έρθει η πρόταση για το Milky Way».

Σε είχε εξαρχής στο μυαλό του ο Βασίλης (σ.σ. Κεκάτος) για τον ρόλο του Μπασίλ;

«Όχι. Αρχικά παιζόταν μεταξύ εμού και του Σταύρου Τσουμάνη και κάναμε μια ακρόαση – αυτό θυμάμαι πολύ έντονα – η οποία τελικά καθόρισε το ποιος θα υποδυόταν ποιον χαρακτήρα».

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Ιδιαίτερος χαρακτήρας ο Μπασίλ – αρχικά, αρκετά διφορούμενος, στη συνέχεια ξεκάθαρα σκοτεινός. Πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν η προσέγγισή του;

«Είχε τη δυσκολία του, όπως και κάθε χαρακτήρας βέβαια. Γιατί κάθε φορά καλείσαι να προσεγγίσεις ανθρώπους που, όσα κοινά και να έχεις μαζί τους, δεν είναι εσύ. Προσπαθώ πάντα σε ό,τι κάνω να βάζω στοιχεία που δεν είναι μόνο δικά μου. Διαφορετικά για ’μένα δεν έχει νόημα. Αλλιώς θα πήγαινα μόνο για ψυχανάλυση. Σίγουρα πάντως, όσον αφορά την προσέγγιση του χαρακτήρα, οφείλω να πω ότι ο Βασίλης είναι ένας σκηνοθέτης που αγαπάει του χαρακτήρες που πλάθει, αγαπάει τους ηθοποιούς του και ξέρει πολύ καλά πώς να δουλέψει μαζί τους. Και επιπλέον ακούει. Επομένως, κάθε φορά, πλάθει χαρακτήρες πολύπλευρους. Και λέω κάθε φορά γιατί – ευτυχώς και τι ωραία! – έχουμε συνεργαστεί ξανά και ξανά».

Ποιος είναι τελικά ο Μπασίλ;

«Ο Μπασίλ είναι ένα “οχυρό”. Εικάζοντας πράγματα που δεν αναφέρονται στη σειρά για εκείνον, είναι ένας ενήλικας που ως παιδί δεν αγαπήθηκε – όχι απλά όπως ενδεχομένως θα ήθελε, αλλά ούτε καν όπως θα έπρεπε. Αυτή η εικασία, βέβαια, είναι δίκοπο μαχαίρι γιατί ζούμε σε έναν κόσμο, σε μια εποχή και σε μία χώρα, αν θέλουμε να το κάνουμε πιο συγκεκριμένο, που είναι πολύ δύσκολο να πούμε ότι αναλαμβάνουμε το κομμάτι της προσωπικής μας ενηλικίωσης και συνειδητότητας. Ο Μπασίλ δεν το έχει κάνει. Λειτουργεί εντελώς σε πρώτο επίπεδο και οτιδήποτε βλέπουμε σε δεύτερο ή τρίτο επίπεδο προκύπτει εντελώς υποσυνείδητα. Το γεγονός ότι υπήρξε λίγο φιλικός με τον Τζο, για παράδειγμα, είναι κάτι που δεν το περίμενε ούτε ο ίδιος από τον εαυτό του. Ακόμα και ο Μπασίλ, που είναι ένα παραδόπιστο τσογλάνι, έχει ρωγμές».

Μια τέτοια οχύρωση, όμως, σχεδόν πάντα δεν συνεπάγεται και φοβερή μοναξιά;

«Ο Μπασίλ νομίζω πως έχει κάνει κάποιες από τις χειρότερες επιλογές που θα μπορούσε για την επιβίωσή του και πλέον είναι ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να εμπιστευτεί τη ρωγμή που μπορεί να υπάρχει· δεν μπορεί να εμπιστευτεί το γεγονός ότι μπορεί ένας άλλος άνθρωπος να τον κάνει να νιώσει καλά και εν τέλει να ανοιχτεί».

«Ο φόβος της μοναξιάς είναι ένας υγιής φόβος, αν έχει να κάνει με την ανάγκη για μοίρασμα»

Στην εποχή μας, η μοναξιά έχει πάρει προεκτάσεις φαινομένου, θεωρείται απειλή. Ο φόβος της μοναξιάς βρίσκεται μονίμως στο προσκήνιο.

«Διάβασα πρόσφατα ότι στην Ιαπωνία έχουν υπουργό μοναξιάς και κοινωνικής αποξένωσης, κάτι που θα ήταν πολύ ποιητικό αν δεν ήταν αλήθεια. Και σύμφωνα με τον ΠΟΥ, το φαινόμενο της μοναξιάς εντείνεται και πως οι κίνδυνοι που εγκυμονεί για την υγεία μπορούν να συγκριθούν με εκείνους του καπνίσματος. Για ’μένα, ο φόβος της μοναξιάς είναι ένας υγιής φόβος, αν έχει να κάνει με την ανάγκη για μοίρασμα. Ακριβώς επειδή είναι δεδομένο πως μόνοι ερχόμαστε και μόνοι φεύγουμε από αυτή τη ζωή, προσωπικά αδιαφορώ για αυτό το μοτίβο. Το ενδιάμεσο διάστημα με απασχολεί. Αυτό έχει σημασία: πώς αυτό το ενδιάμεσο διάστημα το μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους μας. Συνεπώς, αυτή η ανάγκη μοιρασιάς δεν μπορεί να είναι ξέχωρη από το φόβο της μοναξιάς ή του θανάτου. Πάνε χέρι-χέρι κι από εκεί και πέρα έχει να κάνει με το που εστιάζει κανείς και σε τι φάση ζωής βρίσκεται. Ίσως γι’ αυτό λέμε και ιστορίες».

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Πιστεύεις πως οι ιστορίες που λέμε έχουν τη δύναμη να φέρνουν κοντά τους ανθρώπους;

Ανήκω στην τέταρτη γενιά Ποντίων μετά την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Οπότε μεγάλωσα με όλα αυτά τα ιστορήματα από παππούδες που αφηγούνταν πώς έφτασαν οι πατεράδες τους στον ελλαδικό χώρο ή, μεταγενέστερα, ιστορίες από την εποχή που έφευγαν οικονομικοί μετανάστες. Αυτές μας έφερναν γύρω από το τραπέζι. Δηλαδή, πέρα από την αγάπη που φυσικά υπήρχε, τα αδέρφια μου κι εμένα αυτές μας κράταγαν – με αυτό το χάσμα γενεών που είχαμε  με τους παππούδες – τα καλοκαίρια στην αυλή και το χειμώνα δίπλα στη σόμπα, οι ιστορίες. Και δεν το λέω καθόλου ρομαντικά. Ήταν πολύ ξεκάθαρη ανάγκη, η οποία, ακόμα και σήμερα, κάθε φορά που κάνω κάτι ως ερμηνευτής και δημιουργός, ξεκλειδώνεται. Για ’μένα, για να καταλάβεις σήμερα ποιος είσαι και τι θέλεις να κάνεις, ποιος είναι ο χώρος στον οποίο θέλεις να κινηθείς, πρέπει να ξέρεις δυο γενιές πίσω τι έχει συμβεί. Πέρα από το ιστορικό υπόβαθρο, να ξέρεις τα βιώματα. Ακόμα και ως θεατής, σε κάθε έργο τέχνης – οποιασδήποτε μορφής ή μέσου – αναζητώ την ιστορία».

Ήθελες πάντα να γίνεις καλλιτέχνης;

«Ναι. Ήταν πολύ ξεκάθαρο. Όπως και το ότι ήθελα να φύγω από την επαρχία».

Είχες την στήριξη της οικογένειά σου;

«Ναι και όχι. Τι εννοώ… εγώ θα το έκανα και το έκανα. Όσο αρνητικοί κι αν ήταν οι γονείς μου αρχικά – ειδικά ο πατέρας μου – σύντομα κατάλαβαν ότι αυτό που έλεγα το πίστευα. Και κάποια στιγμή, ο πατέρας μου μού έκανε δώρο ένα βιβλίο για την κωμωδία, που ήταν μια βλακεία, αλλά ταυτόχρονα ήταν και το πιο γλυκό δώρο που μπορούσε να μου κάνει».

«Ακόμα και ως θεατής, σε κάθε έργο τέχνης – οποιασδήποτε μορφής ή μέσου – αναζητώ την ιστορία»

Έχοντας μεγαλώσει στην επαρχία, στο Milky Way αναγνωρίζεις οικεία μοτίβα όσον αφορά τα έμφυλα στερεότυπα;

«Φυσικά. Για παράδειγμα, σχεδόν όλες μου οι φίλες στο σχολείο τα είχαν με εξωσχολικούς. Είναι πάρα πολύ συχνό φαινόμενο στις επαρχίες έφηβα κορίτσια να τα φτιάχνουν με μεγαλύτερους. Όπως και το φαινόμενο της ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, που είναι και ο βασικός θεματικός άξονας του Milky Way. Στην επαρχία υπάρχει αυτό το “καρκίνωμα”, η στερεοτυπική αντίληψη ότι τα κορίτσια είναι πιο ώριμα από τα αγόρια. Και κάπως στα 15 τα κορίτσια νιώθουνε ήδη κυρίες, προετοιμάζονται να μπουν σε ρόλους, να γίνουν “οι κυρίες του κυρίου”, οι νοικοκυρές.

»Για τα αγόρια από την άλλη υπάρχει ένας ρόλος τον οποίο πρέπει να υπηρετήσουν κι αυτός ο ρόλος πρέπει οπωσδήποτε να απέχει από οποιοδήποτε θηλυκό στοιχείο. Κάθε αγόρι, κάθε άντρας στην κοινωνία που ζούμε οφείλει να εξαργυρώσει την επιταγή ότι με κάποιο τρόπο θα γίνει μάτσο, ηγέτης και η κολώνα του σπιτιού· αυτός που τα ξέρει όλα και οφείλει να είναι δυνατός ανά πάσα στιγμή».

«Κάθε αγόρι, κάθε άντρας στην κοινωνία που ζούμε οφείλει να εξαργυρώσει την επιταγή ότι με κάποιο τρόπο θα γίνει μάτσο, ηγέτης και η κολώνα του σπιτιού»

Κι αυτή είναι μια τρομερά μεγάλη απαίτηση από την κοινωνία…

«Φυσικά. Σίγουρα, οι θηλυκότητες βρίσκονται αντιμέτωπες με φοβερές και μάλιστα αντικρουόμενες πολλές φορές μεταξύ τους απαιτήσεις από την κοινωνία. Όμως κι αυτή η μία προς τα αγόρια και τους άντρες είναι τόσο απόλυτη που κάπως καταλήγουμε όλοι να υποφέρουμε κάτω από το βάρος των απαιτήσεων. Και τελικά δεν  μπορούμε να κάνουμε το επόμενο βήμα».

Εντοπίζεις ουσιαστικές διαφορές ως προς αυτό το κομμάτι μεταξύ Αθήνας και επαρχίας;

«Όχι… μπορώ όμως να πω ότι καλές και φωτεινές περιπτώσεις ανθρώπων υπάρχουν παντού. Δυστυχώς είναι η μειοψηφία όπου κι αν βρίσκεσαι, αλλά αν θέλουμε να κατευθυνθούμε προς κάποια κατεύθυνση, μάλλον είναι προς αυτούς. Νομίζω αυτό κάνουμε και στη ζωή μας, έτσι επιλέγουμε τους ανθρώπους μας».

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Στο δεύτερο επεισόδιο είδαμε και την πρώτη ερωτική σκηνή μεταξύ ανδρών της ελληνικής τηλεόρασης, ανάμεσα στον Μπασίλ και τον Τζο. Σε προβλημάτισε καθόλου η συγκεκριμένη σκηνή;

«Καταρχάς, είναι μια σκηνή που δεν θα την έκανα με οποιονδήποτε σκηνοθέτη. Είχα και άλλη πρόταση, για παράδειγμα, το καλοκαίρι να κάνω κάτι που είχε γυμνό – και μάλιστα από μια δημιουργό που εκτιμώ και μου αρέσει πολύ η δουλειά της – αλλά δεν ήθελα να γνωριστούμε με αυτόν τον τρόπο. Η εμπιστοσύνη είναι αποτέλεσμα, δεν είναι προαπαιτούμενο , δεν μπορεί ποτέ να είναι προαπαιτούμενο.

»Κατά δεύτερον, εφόσον είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στον Βασίλη ότι η σκηνή θα είναι τόσο καλοφτιαγμένη που θα μιλάει από μόνη της, είχα πολύ περισσότερο στο νου μου τον Κωνσταντίνο να νιώθει άνετα κατά τη διάρκεια του γυρίσματος της σκηνής – γιατί είναι μια αμήχανη σκηνή όπως και να το κάνουμε – παρά το κομμάτι της έκθεσης. Κι εφόσον μιλάμε για δυο πολύπλευρους χαρακτήρες από τους οποίους δεν βλέπουμε στη σειρά μόνο μια ερωτική σκηνή αλλά έχουν ο καθένας την δική του ιστορία, όχι, δεν με προβλημάτισε καθόλου.

»Άλλωστε, πάντα μέσα από αυτή τη δουλειά, αυτό που νιώθω είναι ότι λέμε ιστορίες. Και ο Μπασίλ συμβάλλει κι αυτός στο πώς θα ειπωθεί η συνολική ιστορία του Milky Way που είναι η ιστορία της χειραφέτησης μιας νέας κοπέλας σε έναν κόσμο που δεν της δίνει την παραμικρή ελπίδα εκτός από τον κολλητό της».

Τι αποτύπωμα θα ήθελες να αφήσει το Milky Way;

«Να θέλουμε να βλέπουμε καλοφτιαγμένες παραγωγές. Και να ξέρουμε ποιος είναι ποιος. Να ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι ο Γιώργος Βαλσαμής, ο Διευθυντής Φωτογραφίας του Milky Way, έχει χιλιοβραβευτεί· ότι πήρε δυο Χρυσούς Φοίνικες back-to-back – το 2019 και το 2020. Και να αφήνουμε κι εκείνους που δεν ξέρουμε ποιοι είναι να μας εκπλήξουν ευχάριστα. Όπως για παράδειγμα, ο Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος που είναι ένα θαύμα ή ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου που είναι από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς αυτής της γενιάς. Και να αφήνουμε τους ανθρώπους να πουν ιστορίες που τους καίνε. Γιατί μόνο έτσι θα είναι ολοκληρωμένες και καλοφτιαγμένες».

«Η τέχνη δεν φιμώνεται ό,τι και να συμβαίνει εις βάρος της, πάντα θα σπάει το τσιμέντο σαν τ’ αγριόχορτο».

Λίγο πριν χαιρετηθούμε, μια τελευταία ερώτηση. Πιστεύεις στη δύναμη της τέχνης;

«Πιστεύω πολύ στη δύναμη της τέχνης. Εγώ θα ήμουν ένας κόμπος με πόδια αν δεν έκανα αυτό που κάνω. Και πιστεύω πως η τέχνη δεν φιμώνεται ό,τι και να συμβαίνει εις βάρος της, πάντα θα σπάει το τσιμέντο σαν τ’ αγριόχορτο».

Ευχαριστούμε θερμά για τη φιλοξενία το Minu Athens στην οδό Σαρρή. 

To Milky Way προβάλλεται κάθε Πέμπτη στις 23:10 στο MEGA. Μετά το τέλος του κάθε επεισοδίου θα είναι διαθέσιμο αποκλειστικά on demand στο Vodafone TV.