Τα παιδικά τραγούδια συνήθως κάνουν ένα πολύ συγκεκριμένο κύκλο στη ζωή μας: ερχόμαστε σε επαφή με αυτά, όταν αποτελούμε το κατ’ εξοχήν ακροατήριό τους, έπειτα μένουν κάπου μέσα μας φυλαγμένα, και στη συνέχεια μετά από δεκαετίες τα ανασύρουμε για νέα, ενήλικη, αυτή τη φορά ανάγνωση. Οι αιτίες για αυτή τη δεύτερη ανάγνωση είναι συνήθως η γονεϊκότητα (γινόμαστε γονείς και τα παιδιά μας θέλουν/ τους αρέσουν τα τραγούδια), λόγοι επαγγελματικοί και, τέλος σπανιότερα, μια τρίτη αιτία, που δεν αποκλείει απαραίτητα τις προηγούμενες· η ανάγκη για να βρούμε ξανά μια χαμένη αυθεντικότητα.

Με τα τραγούδια του Γιώργου Χατζηπιερή, ο κύκλος αυτός ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Οι σημερινοί γονείς είναι μάλλον απίθανο να είχαν ακούσει ως παιδιά τα τραγούδια της σειράς «Ο Τεμπέλης Δράκος». Ο πρώτος δίσκος κυκλοφόρησε πριν 18 χρόνια, το 2005, και έκτοτε ακολούθησαν άλλοι τέσσερις, με πιο πρόσφατο «Τα όνειρα του Τεμπέλη Δράκου» (2021). Τα έχουν ακούσει όμως τα παιδιά τους και οι ίδιοι ως ενήλικες. Γιατί αν κάνετε μια βόλτα στο YouTube και αναζητήσετε παιδικά τραγούδια, αποκλείεται να μην πέσετε πάνω στο «Ελεφαντάκι», «Το Βουνό» ή τα «Δέκα καβουράκια», για να αναφέρουμε μόνο μερικά από τα τραγούδια της σειράς, τα οποία συνολικά έχουν συγκεντρώσει περισσότερες από 200 εκ. προβολές στο YouTube.

Ο Γιώργος Χατζηπιερής παρουσιάζει την παράσταση «Ο Τεμπέλης Δράκος» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το Σαββατοκύριακο 2-3 Δεκεμβρίου (και οι τέσσερις προγραμματισμένες παραστάσεις έγιναν αμέσως sold out) και μίλησε στο ΒΗΜΑ για όσα σημαίνει για εκείνον αυτός ο υπέροχος κόσμος του πιο τρυφερού Δράκου που πιθανόν έχουμε γνωρίσει. Ένας κόσμος στον οποίο έχουν βρει χώρο κορυφαίοι Έλληνες και Κύπριοι ερμηνευτές και μουσικοί.

«Έχω μια κύρια ασχολία που είναι τα νομικά και μια πολύ απλή καθημερινότητα. Δεν χωράει σε όλα αυτά η οποιαδήποτε αγνωρισιμότητα», λέει ο Γιώργος Χατζηπιερής μιλώντας στο ΒΗΜΑ.

Αν η πατρίδα όλων μας είναι τα παιδικά μας χρόνια, θα ήθελα να μου περιγράψετε τη δική σας πατρίδα.

Υπήρξα πολύ τυχερός γιατί πέρασα τα παιδικά μου χρόνια σ’ ένα παραδεισένιο τοπίο.  Το χωριό που μεγάλωσα στη βόρεια ακτογραμμή της Κύπρου, η Ακανθού, έχει βουνά με δραματικές βουνοκορφές, κρυμμένες παραλίες, αρχαίες πόλεις, βυζαντινά εξωκλήσια, μεσαιωνικά κάστρα, δάση και λιβάδια, ελαιώνες και περιβόλια. Η πατρίδα των παιδικών μου χρόνων είχε δουλειές στα χωράφια με τους παππούδες, ψάρεμα και μάζεμα μανιταριών με τον πατέρα, συλλογές αρχαίων νομισμάτων, βραδιές κάτω από έναστρους ουρανούς με τον απόηχο των κυμάτων στο βάθος, μυρωδιές από ζεστό ψωμί και ψητές ελιές, γείτονες τα βράδια στο σοκάκια να διηγούνται τις πιο απίθανες ιστορίες, θλιμμένες  Μεγάλες Παρασκευές και εκκωφαντικές Αναστάσεις, χειροποίητα παιχνίδια, μονίμως τραυματισμένα γόνατα, γλέντια σε γάμους και βαφτίσια, κυκλάμινα, λεμονανθούς, φασκόμηλο και μαντζουράνα.

Μόλις περάσουν οι γιορτές βάζουμε ξανά τη σκοτεινή μας μάσκα και συνεχίζουμε ακάθεκτοι τον κατήφορο της ενηλικίωσης.

Είχατε αγαπημένο παιδικό τραγούδι;

Αγάπησα πολύ τη «Συννεφούλα» του Σαββόπουλου. Μόλις το άκουσα σε ηλικία 4 ετών, ένιωσα ότι ο συνθέτης απευθυνόταν σε μένα προσωπικά κι αυτό έδινε στην όλη εμπειρία ένα βάθος, μια αμεσότητα και μια γλύκα. Η οποία μετά από αρκετές δεκαετίες συνεχίζει να παραμένει ζωντανή.

Ο Τεμπέλης Δράκος πηγαίνει στο Μέγαρο Μουσικής. Πώς θα μας υποδεχθεί, εκτός φυσικά από το να είναι ξαπλωμένος στο περσικό χαλί του;

Έχουμε φτιάξει μια μικρή σπηλιά στο θεωρείο του Μεγάρου και από ‘κει θα παρακολουθεί ο Τεμπέλης Δράκος τις δημιουργίες του να ζωντανεύουν επί σκηνής από εξαιρετικούς συνεργάτες, ερμηνευτές, μουσικούς, χορευτές και παιδική χορωδία. Επίσης θα μας συστήσει τον πατέρα του ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια ήταν κρυμμένος μέσα σε γραφεία, σκυμμένος πάνω από  βιβλία και υποθέσεις.

Φωτογραφία από την παράσταση «Ο Τεμπέλης Δράκος».

Πέρα από την ικανοποίηση και τη χαρά για τα τέσσερα sold out, τι άλλο προκαλεί μέσα σας αυτή η αποδοχή και η αγάπη;

Μια απέραντη ευγνωμοσύνη για το ότι οι σκοποί και τα στιχάκια που σκάρωνα σε ένα δωμάτιο στη Λευκωσία ή σε ένα σπιτάκι στο Τρόοδος, είχαν την τύχη να ταξιδέψουν και να αγαπηθούν τόσο πολύ.

Φαντάζομαι ότι θα σας έχει συμβεί να βρίσκεστε κάπου, να ακούγεται ένα τραγούδι σας και κανείς να μην γνωρίζει ότι είναι δικό σας. Πώς σας φαίνεται αυτή η ιδιότυπη ανωνυμία;

Την έχω επιδιώξει και με βολεύει πολύ. Έχω μια κύρια ασχολία που είναι τα νομικά και μια πολύ απλή καθημερινότητα. Δεν χωράει σε όλα αυτά η οποιαδήποτε αγνωρισιμότητα. Καμιά φορά όταν ακούω κόσμο να μιλάει για τα τραγούδια μου νιώθω πως αναφέρονται σε κάποιον τρίτο.

Όταν το «παιδικό τραγούδι» είναι γνήσιο και αληθινό απευθύνεται όχι μόνο σε παιδιά με μικρή ηλικία αλλά σε όλες τις ηλικίες

Έχουν υπάρξει κάποιο αστείο περιστατικό επειδή πολλοί δεν γνωρίζουν ότι έχετε γράψει τόσα τραγούδια;

Σε διακοπές στα Κύθηρα είχαμε γνωριστεί με μια οικογένεια που είχαν παιδιά κι ο πατέρας, ο Άγγελος, ήταν Κύπριος. Το πρώτο βράδυ μιλούσαμε για τις ασχολίες μας και είπα ότι μεταξύ άλλων γράφω και τραγούδια. Ρώτησα τον Άγγελο αν ήξερε το «Λουκία» μια επιτυχία από τον πρώτο μου δίσκο. Δεν το ήξερε. Μετά ρώτησα για το «Σκουλουκούιν» με την απόλυτη αίσθηση ότι δεν γίνεται, θα το ξέρει. Ούτε αυτό το γνώριζε. Ένιωσα χάλια ότι θα με θεωρεί ψώνιο κλπ. Την άλλη μέρα θα πηγαίναμε εκδρομή και ετοίμασα ένα CD με πολύ γνωστά τραγούδια. Στη μέση έβαλα το «Ελεφαντάκι». Ξεκινάμε λοιπόν και τραγουδάμε το «Είμαι πολύ ωραίος», την «Ευλαμπία», το «Λούλα Λούλα». Ο Άγγελος ενθουσιώδης και με καλή φωνή τραγουδούσε στεντόρεια. Ξαφνικά μπήκε το «Ελεφαντάκι» και πήρε ένα απορημένο ύφος. Την ίδια στιγμή τα παιδιά του στο πίσω κάθισμα το τραγουδούσαν. «Τι είναι αυτό παιδιά;», τους ρώτησε. «Το Ελεφαντάκι μπαμπά, το μαθαίνουμε στο σχολείο». «Το έχω γράψει εγώ», είπα.  Ο Άγγελος συγχίστηκε πλήρως. «Πώς γίνεται να το έχεις γράψει εσύ και να το τραγουδάνε τα παιδιά μου;». «Μα αφού σου είπα ότι γράφω τραγούδια», του είπα ανακουφισμένος που πλέον δεν θα ήμουν στα μάτια του ψώνιο αλλά «διάσημος» συνθέτης.

Είναι τελικά ένας διαφορετικός κόσμος αυτός που ακούει παιδικά τραγούδια; Οι ενήλικες τα ακούν στα πρώτα χρόνια της γονεϊκότητας και μετά επιστρέφουν στα δικά τους ακούσματα; Είναι άνθρωποι που γενικά δεν ακούν μουσική και ακούν μόνο αυτά λόγω των παιδιών τους;

Εξαρτάται πως ορίζουμε τον όρο «παιδικό τραγούδι». Γιατί όταν το «παιδικό τραγούδι» είναι γνήσιο και αληθινό απευθύνεται όχι μόνο σε παιδιά με μικρή ηλικία αλλά σε όλες τις ηλικίες ιδιαίτερα σε ανθρώπους που κατάφεραν να διατηρήσουν την αυθεντικότητά τους μέσα στα χρόνια. Στην Ελλάδα είχαμε την τύχη να ασχοληθούν με το «παιδικό τραγούδι» σχεδόν όλοι οι μεγάλο συνθέτες και μας έχουνε αφήσει μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη που αποτελεί μέρος του Ελληνικού τραγουδιού με την πλατιά έννοια. Όποιος  δεν ενδιαφέρεται για ταμπέλλες «παιδικό» «ενήλικο» «ποπ» «έντεχνο» κλπ., μπορεί να βρει μέσα σε αυτές τις δουλειές διαμάντια.

Ο Γιώργος Χατζηπιερής έχει συνεργαστεί με κορυφαίους καλλιτέχνες. Στις συναυλίες τους, το «ενήλικο» κοινό ζητά τραγούδια απ’ τον «Τεμπέλη Δράκο».

Από την άλλη υπάρχουν και γονείς που συνειδήτα δεν εκθέτουν τα παιδιά τους σε παιδικά τραγούδια. Πώς σας φαίνεται αυτό;

Μου φαίνεται κάπως σαν στρατευμένη καθοδήγηση που δεν δίνει στο παιδί επιλογές και το στερεί από πλούτο συναισθημάτων, εικόνων και ήχων.

Έχει τύχει να χρειαστεί να πείσετε κάποιον ότι, για παράδειγμα, «Το Ελεφαντάκι», δεν είναι του Φοίβου Δεληβοριά αλλά δικό σας; Σας ενοχλεί ότι ρόλος του δημιουργού στα παιδικά τραγούδια είναι συχνά παραγνωρισμένος;

Δεν με ενοχλεί καθόλου. Εξ’ άλλου με κάποιο τρόπο τα τραγούδια μου είναι και των ερμηνευτών αφού αυτοί τους έχουν δώσει πρόσωπο, χαρά και χάρη.

Επίσης, μήπως έχει συμβεί το αντίστροφο: να συστήσετε σε ένα κοινό καλλιτέχνες, που παρά τη δημοφιλία τους, δεν τους γνώριζαν; Να έρθει κάποιος να πει: «Ξέρεις, δεν είχα ακούσει ποτέ Ρίζο»;

Δεν μου έχει τύχει, αλλά κάποιοι καλλιτέχνες μού λένε ότι στις συναυλίες τους το «ενήλικο» κοινό ζητά τραγούδια απ’ τον «Τεμπέλη Δράκο».

Στον Δεληβοριά πάντως το έχω δει να συμβαίνει και ανταποκρίνεται με χαρά. Πώς σας φάνηκε που στα «Νούμερα» αυτοσαρκάστηκε και συνέθεσε το «Κροκοδειλάκι»;

Είναι πολύ ωραία αυτή η ροή, δηλαδή γίνεται κάτι στη μουσική, αυτό δίνει την ιδέα για να γίνει κάτι άλλο στην τηλεόραση, μπορεί μετά να γίνει κάτι θεατρικό και γενικά υπάρχει μια δυναμική και αλληλουχία καταστάσεων που μόνο θετικά μπορώ να το δω. Λυπήθηκα πάντως που σταμάτησε αυτή η εξαιρετική εκπομπή γιατί εκτός των άλλων είχαμε αρχίσει να μιλάμε με τον Φοίβο για μια «νουμερική» συνεργασία.

Φωτογραφία από την παράσταση «Ο Τεμπέλης Δράκος».

Από τις 79 εκατ. προβολές που έχει αυτή τη στιγμή το «Ελεφαντάκι», περίπου οι 2.000 έχουν γίνει από συσκευές στο σπίτι μου. Τι συμβαίνει με αυτό το κομμάτι; Μπορείτε να εξηγήσετε την επιτυχία του ακόμα και στις βρεφικές ηλικίες; Είναι κάτι στη μελωδία που κάνει τα παιδιά να το αγαπούν;

Αυτό να το αφήσουμε στους παιδοψυχολόγους και τους μουσικολόγους. Πάντως σε μια εκδήλωση που μιλούσε ο Δεληβοριάς και ήμουν στο ακροατήριο, ο Φοίβος ρωτήθηκε σχετικά και είπε πως πολλοί γονείς του λένε πως όταν τα παιδιά τους δεν κοιμούνται τους βάζουν το «Ελεφαντάκι» και τα παίρνει ο ύπνος. Μου ήρθε τότε η ιδέα να πουλήσουμε τα πνευματικά δικαιώματα σε φαρμακευτικές και ιατρικές εταιρίες που αντί για χαπάκι θα συνταγογραφούν «Ελεφαντάκι».

Έχετε συνεργαστεί με κορυφαίους ερμηνευτές. Φαντάζομαι ότι δίσκο με τον δίσκο, κυκλοφορία με την κυκλοφορία η προσέγγιση γινόταν όλο και πιο εύκολα. Την εποχή, ωστόσο, που ο «Τεμπέλης Δράκος» βρισκόταν μόνο στο μυαλό πόσο εύκολο ήταν να τους πείσετε να πουν ένα παιδικό τραγούδι;

Πραγματικά δεν χρειάστηκε να πείσω κανέναν ερμηνευτή. Όταν ξεκίνησα τις ιστορίες του «Τεμπέλη Δράκου», είχα ήδη δισκογραφικό παρελθόν και αρκετές γνωριμίες που αποτέλεσαν την μαγιά και με βοήθησαν να έρθω σε επαφή και με τους υπόλοιπους ερμηνευτές. Πιστεύω βοήθησε και το υλικό που το είχα δουλέψει εξαντλητικά και μπορούσα να το προτείνω χωρίς να ντρέπομαι.

Η δουλειά σας έγινε ευρέως γνωστή μέσα από τις πλατφόρμες και ειδικά το YouTube. Θεωρείτε ότι αν δεν υπήρχε αυτός ο εκδημοκρατισμός που έφερε η τεχνολογία στη διάδοση της μουσικής, θα ήταν δύσκολο να προσεγγίσετε το ακροατήριο σας;

Υπήρξα τυχερός που οι δύο πρώτοι δίσκοι του «Τεμπέλη Δράκου» κυκλοφόρησαν σε μια εποχή που ακόμα κυριαρχούσε το CD και έγιναν πολύ γνωστοί. Έτσι όταν έφτιαξα το κανάλι στο YouTube το 2016, υπήρχε κοινό και πρόσφορο έδαφος. Τώρα ο εκδημοκρατισμός στον οποίον αναφέρεστε όσο περνάει ο καιρός λειτουργεί περισσότερο ως ψευδαίσθηση παρά ως πραγματικότητα. Επειδή οι αλγόριθμοι και οι μηχανισμοί προβολής λειτουργούν για αυτούς που έχουν εξειδικευμένη γνώση ή έχουν λεφτά να διαθέσουν για προβολή.

Φωτογραφία από την παράσταση «Ο Τεμπέλης Δράκος».

Εδώ που τα λέμε, ποιο είναι το ακροατήριό σας; Όταν γράφετε έχετε στο μυαλό σας τα παιδιά ή τους γονείς;

Προσωπικά ούτε στα παιδιά ούτε στους γονείς. Προσπαθώ να έρθω σε επαφή με το ζωντανό παιδί που υπάρχει μέσα μου και να γράψουμε μαζί κάτι που να μας αφορά ή να μας διασκεδάζει. Βιώνοντας την κάθε εικόνα και την κάθε λέξη.

Τα παιδικά τραγούδια μιλούν για καταστάσεις  παναθρώπινες και διαχρονικές. Πώς γράφεις για ζητήματα για τα οποία πιθανόν να έχουν ήδη ειπωθεί τα πάντα;

Η αγάπη είναι το πιο δυνατό, μεγάλο, διαχρονικό και παναθρώπινο συναίσθημα. Κι όμως τα περισσότερα τραγούδια που γράφονται ακόμα και σήμερα μιλούν για την αγάπη. Νομίζω πως η κάθε εποχή έχει το δικό της ύφος για να εκφράσει τα συναισθήματά της. Η πρωτοτυπία εμπεριέχει φρεσκάδα, αλλά φρεσκάδα δεν είναι μόνο η πρωτοτυπία. Όταν ο δημιουργός εκφράζεται με την προσωπική του αλήθεια το αποτέλεσμα είναι πάντα ξεχωριστό γιατί πρόκειται για τον αντικατοπτρισμό της ψυχής ενός συγκεκριμένου ανθρώπου. Τα προβλήματα ξεκινούν με τη μίμηση και την ματαιοδοξία.

Αν ο «Τεμπέλης Δράκος» γεννιότανε σε κάποια άλλη χώρα θα υπήρχαν σήμερα θεματικά πάρκα, καταστήματα με προϊόντα, εκπομπές, σειρές και δεν συμμαζεύεται.

Τι μας συμβαίνει και όσο μεγαλώνουμε αποκοβόμαστε όλο και περισσότερο από αυτή την αυθεντικότητα που έχει η παιδική ματιά και σκέψη; Πώς γίνεται και παύουμε να βλέπουμε αυτές τις ρωγμές στην πραγματικότητα τις οποίες εντοπίζουν τα παιδιά;

Είναι γιατί ενδυόμαστε τον μανδύα της σοβαροφάνειας όπου οτιδήποτε αγνό, αθώο και αυθεντικό το θεωρούμε αδυναμία και το κρύβουμε. Μόνο τα Χριστούγεννα επιτρέπεται από την κοινωνία να συμπεριφέρονται όλοι σαν παιδιά τραγουδώντας μικροί μεγάλοι για ελαφάκια, χιονάνθρωπους και κουδουνάκια. Μόλις περάσουν οι γιορτές βάζουμε ξανά τη σκοτεινή μας μάσκα και συνεχίζουμε ακάθεκτοι τον κατήφορο της ενηλικίωσης.

Το αγαπημένο του παιδικό τραγούδι ήταν η «Συννεφούλα». «Μόλις το άκουσα σε ηλικία 4 ετών, ένιωσα ότι ο συνθέτης απευθυνόταν σε μένα προσωπικά, θα πει στη συνέντευξη».

Θα μπορούσε όλος αυτός ο κόσμος των τραγουδιών του «Τεμπέλη Δράκου» να αναπτυχθεί σε ένα σύμπαν παραστάσεων, βιβλίων, (ραδιοφωνικών/τηλεοπτικών) εκπομπών κλπ..; Είναι στις προθέσεις σας; Είχαν υπάρξει σχετικές προσεγγίσεις;

Υπάρχουν σποραδικές προσεγγίσεις και επαφές. Αν ο «Τεμπέλης Δράκος» γεννιότανε σε κάποια άλλη χώρα θα υπήρχαν σήμερα θεματικά πάρκα, καταστήματα με προϊόντα, εκπομπές, σειρές και δεν συμμαζεύεται. Ζούμε όμως σε ένα περιβάλλον όπου το να κάνεις οποιαδήποτε εμπορική κίνηση έχει τεράστιο οικονομικό και ψυχικό κόστος αφού δεν υπάρχουν μηχανισμοί στήριξης. Αντίθετα, σε κάθε βήμα βρίσκεις  απέναντί σου το κράτος και τις υπηρεσίες του, ένα αδηφάγο τέρας που σου τρώει το χρόνο και την ενέργεια και στο τέλος σου αφαιρεί την οποιαδήποτε διάθεση για να πας παρακάτω.

Έχουν  περάσει 18 χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου δίσκου της σειράς. Νιώθετε ότι κάτι βαθύτερο σηματοδοτεί αυτό το χρονικό ορόσημο της ενηλικιώσης του «Τεμπέλη Δράκου»;

Γενικά είμαι αντι-επετειολόγος και αντι-συμβολιστής. Οι επέτειοι και οι συμβολισμοί εκπηγάζουν από μια ανάγκη να εκθειάσεις τον εαυτό σου και το έργο σου. Προτιμώ να αφήνω το χρόνο να κυλά χωρίς ορόσημα και εύχομαι να συνεχίσει να μου δίνεται αυτή η ευλογία του να μπορώ να δημιουργώ.