Τη συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ακύρωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ.

Η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη: 

«Εκφράζω την ενόχλησή μου για το γεγονός ότι ο Βρετανός Πρωθυπουργός ακύρωσε την προγραμματισμένη μας συνάντηση λίγες ώρες πριν αυτή πραγματοποιηθεί.

Ελλάδα και Βρετανία ενώνονται από παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας και το πλαίσιο των διμερών μας σχέσεων είναι εξαιρετικά ευρύ.

Οι θέσεις της Ελλάδος για το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι γνωστές. Ήλπιζα να έχω την ευκαιρία να τις συζητήσω και με τον Βρετανό ομόλογό μου, μαζί με τις μεγάλες προκλήσεις της διεθνούς συγκυρίας: Γάζα, Ουκρανία, Κλιματική κρίση, μετανάστευση.

Όποιος πιστεύει στην ορθότητα και το δίκαιο των θέσεών του δεν φοβάται ποτέ την αντιπαράθεση επιχειρημάτων».

«Πολιτικά απρεπής η ακύρωση της συνάντησης»

Σύμφωνα με πληροφορίες στην κυβέρνηση εκφράζουν την έντονη ενόχληση τους. Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ λένε ότι ήταν φάουλ και πολιτικά απρεπής η ακύρωση της συνάντησης με το Βρετανό Πρωθυπουργό.

Προσθέτουν πως ήταν προγραμματισμένη και προφανώς ο κ. Ρίσι Σούνακ ενοχλήθηκε από όσα είπε ο Έλληνας πρωθυπουργός στο BBC, τα οποία ωστόσο δεν ήταν διαφορετικά από όσα έχει πει μέχρι τώρα και αποτελούν πάγιες ελληνικές θέσεις. Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζουν ότι το ζήτημα δεν αφορά στη βρετανική κυβέρνηση, αλλά το βρετανικό μουσείο με το οποίο κάνουμε συζητήσεις και θα συνεχίσουμε να κάνουμε.

Τι λένε πηγές των Συντηρητικών

Η βρετανική κυβέρνηση, αφού επιβεβαίωσε την ακύρωση της συνάντησης Σούνακ – Μητσοτάκη, στον απόηχο των δηλώσεων του Έλληνα πρωθυπουργού για τα Ελγίνεια μάρμαρα ανέφερε πως ο αναπληρωτής πρωθυπουργός θα μπορούσε να αντικαταστήσει τον Βρετανό πρωθυπουργό.

Σύμφωνα με το BBC, ανώτερη πηγή των Συντηρητικών δήλωσε: «Ήταν αδύνατον να γίνει αυτή η συνάντηση μετά τα σχόλια (σ.σ.: του Κυρ. Μητσοτάκη) για τα Ελγίνεια μάρμαρα».

«Η θέση μας είναι ξεκάθαρη», πρόσθεσε. «Τα Ελγίνεια μάρμαρα αποτελούν μέρος της μόνιμης συλλογής του Βρετανικού Μουσείου και ανήκουν εδώ. Είναι απερίσκεπτο για οποιονδήποτε Βρετανό πολιτικό να υπονοεί ότι αυτό μπορεί να γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης».