Ως κάτοικος Κουκακίου εδώ και οκτώ περίπου χρόνια, γνωρίζω καλά την περιοχή, όπως και την γειτονική του, τα Άνω Πετράλωνα. Μια από τις κεντρικές οδούς που κατά κάποιο τρόπο «συνδέει» τις δύο περιοχές είναι η Γενναίου Κολοκοτρώνη που καταλήγει στην περίφημη πλατεία Μερκούρη των Πετραλώνων, περιοχή που διαθέτει πολλά στέκια εστίασης.

Την διαφορά σε αυτά τα στέκια έκανε πάντα ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της πλατείας, ένα λιλιπούτειο γωνιακό βιβλιοπωλείο,  κυριολεκτικά μια σταλιά, μια γωνίτσα χρώματος πορτοκαλί, η οποία μόνο και μόνο που υπάρχει σου προσφέρει χαρά.

Το όνομά του Αμόνι.

Μετά από 22 χρόνια λειτουργίας, αυτό το βιβλιοπωλείο βρίσκεται κάτω από την απειλή να χάσει τον χώρο του, κάτι που αναπόφευκτα μου φέρνει στο μυαλό τα παραδείγματα των κινηματογράφων ΑΣΤΟΡ και ΙΝΤΕΑΛ στο κέντρο της Αθήνας που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα.

Αλλά δεν μου κάνει πια εντύπωση.

«Γιατί η γειτονιά μας έχει αλλάξει» όπως διαβάζω στην ανάρτηση στην σελίδα κοινωνικού δικτύου του βιβλιοπωλείου. «Όταν ανοίξαμε η πλατεία ήταν για πολλά χρόνια μια μικρή άγνωστη πλατεία. Μετά όμως ήρθε η ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Ανάπτυξη σημαίνει να μετατραπούν οι γειτονιές μας χωρίς καμία συζήτηση και σχέδιο σε γειτονιές θελκτικές μόνο για τουρίστες.»

Στην περίπτωση του Αμονιού, όπως διαβάζω από την ανάρτηση, το γειτονικό μαγαζί εστίασης θέλει να επεκταθεί και από 100τμ, να γίνει …113τμ.

Μερικά παραπάνω τραπέζια σε δεκατρία τμ., είναι έτοιμα να σβήσουν δια παντός από τον χάρτη και την παράδοση της περιοχής, μια γωνιά που έχει γράψει την δική της Ιστορία.

Και σε λίγο κανείς δεν θα την θυμάται.

Συγκεκριμένα διαβάζω στην ανάρτηση: «Απ’ τον Οκτώβρη είμαστε σε διαπραγμάτευση για το συμβόλαιό μας που λήγει τον Ιούνη. Παλινωδίες, καμία καθαρή απάντηση – κάθε φορά που πλησιάζαμε σε μια συμφωνία ανέβαινε το ποσό στη λογική να αρπάξουμε όσα περισσότερα μπορούμε, να συρρικνωθεί ήδη το μικρό  μεροκάματο στον βωμό του μεγαλύτερου ενοικίου- και τελικά καμία διάθεση συμφωνίας, αφού η απόφαση είναι ήδη ειλημμένη γιατί οι άλλοι δίνουν περισσότερα. Άρα το μικρό μας βιβλιοπωλείο να γκρεμιστεί!»

Μα φυσικά.

Όπως είπα, δεν μου κάνει πια καμία απολύτως εντύπωση.

Γιατί εμείς, ΟΛΟΙ εμείς που μιλάμε με πομπώδη λόγια και στόμφο για τον Πολιτισμό και την σημασία του – και η ανάγνωση είναι Πολιτισμός, αυτό το μικρό βιβλιοπωλείο είναι μια γωνίτσα Πολιτισμού – εμείς οι ίδιοι είμαστε που μπροστά στο χρώμα του χρήματος, δεκάρα τσακιστή δεν θα δώσουμε για τον Πολιτισμό.

«Στη γειτονιά μας έχουν έρθει συγγραφείς, ιστορικοί, καλλιτέχνες, παιδαγωγοί και άλλοι πολλοί δημιουργώντας μια εστία Πολιτισμού» διαβάζεις επίσης στην ανάρτηση.

Ε και;

Αν είναι να φουσκώσει το πορτοφόλι, ο Πολιτισμός μπορεί να πάει να κουρευτεί είναι η μία και μοναδική απάντηση.

Η Ακρόπολη βρίσκεται μια ανάσα δίπλα από το Κουκάκι αλλά αν δεν γέμιζαν τα φαγάδικα και τα airbnb γύρω της από τουρίστες που έρχονται για να την δουν, θα ενδιαφερόταν επί τοις ουσίας κανείς για την Ακρόπολη;

Οχι. Δεν θα ενδιαφερόταν. Οποιος ενδιαφέρεται για την Ακρόπολη, ενδιαφέρεται επειδή γεμίζει την τσέπη του.

Είτε μας αρέσει, είτε όχι,  στην Ελλάδα του 2023, στην Ελλάδα των airbnb και των φαγάδικων αυτή είναι η κυνική πραγματικότητα. Και αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας, οφείλουμε, τουλάχιστον να το παραδεχτούμε και όχι να κάνουμε τους έξυπνους μιλώντας περί σημασίας του Πολιτισμού και να τον χρησιμοποιούμε ως άλλοθι μόνο όταν μας βολεύει.

ΥΓ: Παρ’ όλ’ αυτά, το Αμόνι κάνει ένα bazaar αυτό το Σάββατο το απόγευμα ζητώντας την υποστήριξη των κατοίκων (και όχι μόνο). Μια βόλτα προς τα εκεί θα την κάνω. Ετσι για να το ξαναδώ για τελευταία ίσως φορά.