Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

«Χαμένες ψευδαισθήσεις» («Illusions perdues», Γαλλία, 2021)

Mιά πραγματικά εμπνευσμένη και πλούσια σε όλους τους τομείς διασκευή του κλασικού, oμότιτλου μυθιστορήματος του Ονορέ Ντε Μπαλζάκ, η ταινία του Ξαβιέ Τζιανολί, ο μεγάλος θρίαμβος των φετινών βραβείων Σεζάρ, έχει ως θέμα την πλήρη αποδόμηση των λογοτεχνικών και δημοσιογραφικών κύκλων της Γαλλίας της εποχής στην οποία αναφέρεται (1821).

Με κυνικό χιούμορ και χωρίς να κρύψει τόπιτα, η ταινία τονίζει την χυδαιότητα που υπήρχε στο κάθε άλλο παρά κρυφό οικονομικό παζάρι της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στους κριτικούς βιβλίων και τους εκδότες ή τους κριτικούς θεάτρου με τους θεατρικούς επιχειρηματίες για το αν θα γραφτεί μια καλή ή μια κακή κριτική.

Στην μέση όλης αυτής της απεχθούς όσο και απολαυστικά αστείας αγοραπωλησίας, θα βρεθεί ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας, ένας αθώος, ιδεαλιστής ποιητής από την επαρχία (Μπενζαμέν Βουασάν) που προσπαθεί να κάνει καριέρα στον χώρο των εκδόσεων της πρωτεύουσας. Το αν θα κυλήσει στον βούρκο είναι ένα ερώτημα ενώ παράλληλα η ιστορία της ταινίας αντανακλά την σημερινή εποχή καθότι είναι προφανές ότι ο Τζιανολί επέλεξε το θέμα για να σχολιάσει με υπόγεια έξυπνο τρόπο την κατάντια των σημερινών ΜΜΕ, στην εποχή των fake news και της διαρκούς παραπληροφόρησης από το διαδικτυο.

Βέβαια, ο πραγματικός προφήτης ήταν ο Μπαλζάκ που έγραψε το 700 σελίδων μυθιστόρημα. Οπως φαίνεται το φαινόμενο των fake news ήταν μια πραγματικότητα ακριβώς δύο αιώνες πριν ο όρος μπει για τα καλά στην καθημερινότητά μας λόγω του διαδικτύου.

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΦΙΛΟΘΕΗ – ΑΙΓΛΗ ΖΑΠΠΕΙΟΥ – ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ – ΑΚΤΗ ΘΕΣ/ΚΗ: ΕΛΛΗΝΙΣ

————————————————–

«Ο γάιδαρος, ο εραστής μου κι εγώ» (Antoinette Dans les Cevennes, Γαλλία, 2020)

ΗΔεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της Καρολίν Βινιάλ, ο «Γάιδαρος, ο εραστής μου κι εγώ» οφείλει την τεράστια επιτυχία της στο ότι συνδυάζει το χιούμορ με το προσωπικό δράμα μιας σύγχρονης γυναίκας, εντάσσοντας την ιστορία σε ένα ευχάριστα «οικολογικό πλαίσιο» που στις μέρες μας δείχνει πραγματικά θεραπευτικό, πόσο μάλλον σε μια μεγάλη κινηματογραφική οθόνη.

Περιγράφει τις περιπέτειες της Αντουανέτ (Λορ Καλαμί) από την στιγμή που αποφασίζει να λάβει μέρος σε ένα πρόγραμμα «εναλλακτικών διακοπών» δίπλα σε αγνώστους και με σύντροφο έναν γάιδαρο στο Εθνικό Πάρκο Σεβέν. Γυρισμένη σε αυθεντικές τοποθεσίες του νομού Λοζέρ της νοτιοανατολικής Γαλλίας (όπου περιλαμβάνεται ένα τμήμα του Σεβέν) η ταινία μας προσκαλεί σε ένα γραφικό ταξίδι που μέσα στην απλότητά του, το αυθεντικό σκηνικό της φύσης, του πράσινου, των ξενώνων, των δύσβατων ή μη μονοπατιών, των ρυακιών και του καταγάλανου ουρανού, είναι πέρα για πέρα συναρπαστικό ενώ αξιοποιείται έντεχνα μέσα από τον φακό του διευθυντή φωτογραφίας Σιμόν Μποφίλ.

Συγχρόνως, η Καλαμί σε έναν από τους πρώτους πρωταγωνιστικούς ρόλους της (για τον οποίο απέσπασε το Σεζάρ), κρατά επιδέξια τη γραμμή ισορροπίας ανάμεσα στο πάθος, την μελαγχολία και την κωμωδία καθώς η ηρωίδα της καλείται να εξιχνιάσει άγνωστα εδάφη, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ: ΔΙΑΝΑ – ΑΕΛΛΩ – ΝΑΝΑ κ.α.

————————————————–

«Jurassic World Κυριαρχία» (Jurassic World Dominion, ΗΠΑ, 2022)

Περιπέτεια μαζικής κατανάλωσης, το «Jurassic World Κυριαρχία» συνεχίζει τον μύθο των δεινοσαύρων που πριν από σχεδόν 30 χρόνια άνοιξε το χρυσωρυχείο «Jurassic Park» του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Από τότε έχουν γυριστεί έξι ταινίες – δηλαδή μια τριλογία «Jurassic Park» και μια τριλογία «Jurassic World» στην οποία βρίσκουμε τους δεινόσαυρους να ζουν κανονικά με τους ανθρώπους αλλά και να πέφτουν θύματα της ανθρώπινης εκμετάλλευσης.

Μετά το ξάφνιασμα του «Jurassic Park», όλες κινούνται στο ίδιο μοτίβο, όλες αναμοχλεύουν τις ίδιες περιβαλλοντικές ιδέες και όλες συνδυάζουν δυναμικά το στοιχείο της περιπέτειας. Στην «Κυριαρχία», ο Κόλιν Τρέβοροου, σκηνοθέτης των τριών ταινιών της δεύτερης τριλογίας, αποπειράται μια μάλλον αμήχανη μείξη ανάμεσα σε ήρωες της πρώτης τριλογίας (τους επιστήμονες των Λόρα Ντερν, Τζεφ Γκόλντμπλουμ και Σαμ Νιλ) με τα πρόσωπα που έχουν συνδεθεί με την δεύτερη (Μπράις Ντάλας Χάουαρντ, Κρις Πρατ).

Οι πρώτοι, ως επί το πλείστον περιφέρονται και χαζεύουν, οι δεύτεροι διαρκώς τρέχουν. Η ίδια η υπόθεση είναι εντελώς τραβηγμένη από τα μαλλιά όμως η ταινία ως εξωτική περιπέτεια, έχει τις στιγμές της, όπως για παράδειγμα το εντυπωσιακά γυρισμένο κομμάτι της Μάλτας, στο οποίο βλέπουμε ένα ανελέητο κυνηγητό ανάμεσα σε ανθρώπους και δεινοσαύρους.

Βαθμολογία:2

ΑΘΗΝΑ: ΒΑΡΚΙΖΑ – ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE – ΦΛΟΙΣΒΟΣ – ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΑΕΛΛΩ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: CINEMA ONE – EΛΛΗΝΙΣ κ.α.

————————————————–

«Βαγόνι Αριθμός 6» (Hytti nro 6, Φινλανδία – Ρωσία – Εστονία – Γερμανία)

Σχεδόν χειροποίητα φτιαγμένη και γυρισμένη σε φιλμ, η δεύτερη ταινία του φινλανδού κινηματογραφιστή Γιούχο Κουοσμάνεν (μετά την πρώτη ταινία του, «Η πιο ευτυχισμένη μέρα στη ζωή του Όλλι Μάκι») σε συνεπαίρνει με την ποικιλία διακυμάνσεων του απλού κατά βάθος θέματός της, τίποτ’ άλλο από την σχέση που δημιουργείται ανάμεσα σε μια κοπέλα και ένα νέο κατά την διάρκεια ενός μεγάλου ταξιδιού από την Μόσχα του Μουρμάνσκ (η ιστορία είναι εμπνευσμένη από το ομώνυμο βιβλίο της Ρόζα Λίκσομ). Εκείνη είναι φοιτήτρια αρχαιολογίας και αναζητά τα ίχνη των πετρογλυφικών που έχουν ανακαλυφθεί στο Μουρμάνσκ, εκείνος είναι ένας αλέγκρος τύπος, έξω καρδιά αλλά συγχρόνως σκοτεινός και αινιγματικός. Το που θα καταλήξει το ταξίδι, δεν έχει και τόση σημασία όσο το ίδιο το ταξίδι σε συνάρτηση με τα σκαμπανεβάσματα αυτής της σχέσης, τις εντάσεις, τα χαμόγελα, τα μυστικά και τα ψέματα. Την ανθρωπιά. Το γύρισμα έχει τεράστιο ενδιαφέρον, σχεδόν guerilla, άμεσο, «ωμο». Ο φακός διεισδύει στα πρόσωπα έτσι όπως ο ήλιος «σκίζει» τα σύννεφα και η ειλικρίνεια των ηθοποιών Σέιντι Χάαρλα (φινλανδή) και Γιούρι Μπορίσοφ (ρώσος) λειτουργεί μαγνητικά.

Βαθμολογία:3

ΑΘΗΝΑ: ΛΙΛΑ – ΑΘΗΝΑΙΑ – ΑΘΗΝΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ – ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ κ.α.

—————————————————-

«Μετρητής καρτών» («The card counter», ΗΠΑ – Αγγλία- Κίνα – Σουδία, 2021)

Ο ήρωας του τίτλου της τελευταίας ταινίας του Πολ Σρέιντερ βγάζει το ψωμί του στα τραπέζια με την πράσινη τσόχα και τα πηγαίνει σχετικά καλά γιατί ενώ έχει το ταλέντο να μετρά τα φύλλα δεν είναι άπληστος αλλά μετρημένος. Και όπως κάθε καλογραμμένος κινηματογραφικός ήρωας, κρύβει μέσα του έναν σκοτεινό κόσμο που ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος του «Επάγγελμα ζιγκολό» και προσφάτως των «Ακροτήτων», ελέγχει με απόλυτη ακρίβεια, παρόμοια με τον αυτοέλεγχο που είναι το διακριτικό του ήρωά του. Η ταινία μας οδηγεί σε μικρά και μεγάλα καζίνο διαφόρων πόλεων της Αμερικής αλλά το πραγματικό της ταξίδι γίνεται στον εσωτερικό κόσμο αυτού του βαθιά τραυματισμένου ανθρώπου που προσπαθεί να βρει μια κάποιας μορφής λύτρωση από τα εγκλήματα πολέμου στα οποία σε μια άλλη ζωή είχε αναμειχθεί. Ενα ταξίδι που σε κάνει να νιώθεις κάπως αμήχανα αλλά που χαίρεσαι να παρακολουθείς χάρη στην μορφή και στο cool παίξιμο του Οσκαρ Αϊζακ που μοιάζει ιδανικός για τον ρόλο (σπανίως πρωταγωνιστεί) και σε μια ταινία που δεν είχε την τύχη που της άξιζε μετά την προβολή της στο περσινό φεστιβάλ Βενετίας.

Βαθμολογία:3

ΑΘΗΝΑ: ΔΕΞΑΜΕΝΗ – ΑΡΤΕΜΙΣ -0 ΜΠΟΝΙΕΡΑ – ΠΑΛΛΑΣ – ΔΙΟΝΥΣΙΑ κ.α.

—————————————————-

«Παρίσι, 13ο διαμέρισμα» («Les Olympiades, Paris, 13th», Γαλλία, 2021)

Σκηνοθέτης με πλούσια φιλμογραφία η οποία διακρίνεται από μια εναλλασσόμενη θεματολογία (από το δράμα φυλακών «Ο προφήτης», ως το γουέστερν «Οι αδελφοί Σίστερς»), ο Ζακ Οντιάρ υπογράφει ένα εξαιρετικά συμπαθές, «μικρό» ερωτικό δράμα που όπως και ο τίτλος δηλώνει λαμβάνει χώρα στο 13ο διαμέρισμα του Παρισιού. Με μια ρετρό διάθεση που παραπέμπει στο γαλλικό Νέο Κύμα και στο ασπρόμαυρο, ο φακός του Οντιάρ τρυπώνει πονηρά ανάμεσα στις σχέσεις τεσσάρων νέων – τρία κορίτσια και ένας άντρας – που ζουν τον έρωτα, την συντροφικότητα ή απλώς την παρέα στο εδώ και το τώρα. Αυτός ο συνδυασμός του παλιού με το μοντέρνο λειτουργεί αποτελεσματικά και με μια ελευθερία που τελικά σε… αιχμαλωτίζει μέσα στο σύμπαν της ταινίας το οποίο κερδίζει ακόμα περισσότερους πόντους χάρη στο «κασαβετική» αισθητική του Οντιάρ αλλά και την ζωντάνια όλων των νέων ηθοποιών που τον υπηρετούν (Λούσι Ζανγκ, Μακίτα Σάμπα, Νοεμί Μερλάν, Τζέιν Μπετ).

Βαθμολογία:3

ΑΘΗΝΑ: ΡΙΒΙΕΡΑ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ – ΦΛΕΡΥ κ.α.

—————————————————-

«Σήμερα φτιάχνουμε τον κόσμο» («Hoy se arregla el mundo», Αργεντινή 2022)

Μπαμπάς και γιός που προσπαθούν να τα βρουν μεταξύ τους είναι ένα χαριτωμένο θέμα που έχουμε δει αρκετές φορές στο σινεμά και που σε αυτή την αργεντίνικη δραματική κομεντί επανέρχεται με μια «πιασάρτικη» παραλλαγή: τι θα κάνει ο πατέρας (Λεονάρντο Σμπαράλια), ένας παραγωγός της τηλεόρασης εντελώς στον δικό του κόσμο, όταν η μάνα του γιού τους (Μπεντζαμίν Οτερό), με την οποία έχει χωρίσει του εξομολογείται (λίγο πριν πεθάνει τυχαία) ότι ο μικρός ίσως να μην είναι γιος του πρώτου; Η ιδέα αφήνει υποσχέσεις και το ταξίδι πατέρα (;) και γιού έχει αρκετές διακυμάνσεις γέλιου και μελαγχολίας για να παρακολουθήσεις την ταινία που χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις προσφέρει εύπεπτο θέαμα..

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΚΑΡΜΕΝ – ΑΤΕΝΕ – ΣΤΕΛΛΑ κ.α.

—————————————————-

ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ

Η «Γκαρσονιέρα» («The appartment», ΗΠΑ, 1960) του Μπίλι Γουάιλντερ δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις (επαναπροβλήθηκε εξάλλου και πρόπερσι). Βραβευμένο με πολλά Οσκαρ, το αξεπέραστο αυτό φιλμ που αφηγείται την ιστορία ενός πολύ παράξενου ερωτικού τριγώνου ( Τζακ Λέμον, Σίρλεϊ Μακ Λέιν, Φρεντ Μακ Μάρεϊ ), είναι μια αριστουργηματική δαντέλα ευφυών διαλόγων, θαυμάσιας πλανοθεσίας (προσέξτε τους εσωτερικούς εργασιακούς χώρους) και ζεστών ερμηνειών. Μην την χάσετε αν δεν την έχετε δει και ξαναδείτε την όσοι την έχετε ήδη υπόψη σας!

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΖΕΦΥΡΟΣ – ΟΑΣΙΣ

—————————————————-

Προβάλλεται τέλος στο ΣΤΟΥΝΤΙΟ το ντοκιμαντέρ του Θωμά Σιδέρη «Το θολό ποτάμι του Μπαασίμ» (2020), η καταγραφή της δραματικής, δεκάχρονης πορείας του ανήλικου Κούρδου πρόσφυγα Ραφίκ Ντάγοντ που διέσχισε εννέα χώρες από την Συρία ως την Ουγγαρία αναζητώντας τον αδελφό του.

Βαθμολογία: 2