Οι επιχειρηματίες του τουρισμού έβλεπαν τα μέτρα κατά της πανδημίας να περιορίζονται και ήλπιζαν ότι θα επιστρέψουν στα παλιά δεδομένα.
Υπολόγιζαν ωστόσο χωρίς τον… ξενοδόχο, που στην προκειμένη περίπτωση έχει ρωσική υπηκοότητα. Η ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία έχει προκαλέσει προβλήματα στον τουριστικό κλάδο και ανησυχία σε αεροπορικές εταιρείες, ξενοδόχους, εστιάτορες και λοιπούς εργαζόμενους.
Το έλλειμμα των τουριστών
Σύμφωνα με την ανάλυση του Economist Intelligence Unit, ένα βασικό πρόβλημα για τη φετινή τουριστική περίοδο είναι η απώλεια των Ρώσων και Ουκρανών τουριστών.
Ειδικότερα, υπολογίζοντας με τα στοιχεία προ πανδημίας, η Ρωσία αποτελούσε την 11η και η Ουκρανία την 13η μεγαλύτερη πηγή τουριστών στον κόσμο. Χαρακτηριστικά, οι δύο αυτές χώρες αποτελούσαν το 2019 το 5% των τουριστών παγκοσμίων, ενώ το ποσοστό ήταν αυξημένο αναφορικά με τις τουριστικές δαπάνες –φτάνοντας το 8%.
Λαμβάνοντας υπόψιν τους τα φετινά δεδομένα και τις συνεχιζόμενες μάχες στην ουκρανική μεθόριο, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι αριθμοί αυτοί θα είναι διαθέσιμοι έστω και στο 30%, με τις χώρες που ήταν οι κυριότεροι προορισμοί αυτών των τουριστών να προβληματίζονται ιδιαίτερα.
Στην κορυφή της λίστας βρίσκεται η Τουρκία, η οποία το 2018 δέχθηκε 6 εκατ. Ρώσους και 1,4 εκατ. Ουκρανούς Τουρίστες. Επίσης, μεταξύ άλλων σοβαρές θα είναι οι επιπτώσεις για την Κύπρο, το Μαυροβούνιο και την Λετονία, όπου το 20%, 29% και 36% των συνολικών τουριστών για το 2018 αντίστοιχα προερχόταν από τη Ρωσία.
Σοβαρό πλήγμα θα δεχθούν και οι Ρωσία – Ουκρανία, καθώς δεν θα πρέπει να περιμένουν παρά ελάχιστους τουρίστες, από τα 25 και 14 εκατ. τουριστών που δεχόταν αντίστοιχα κάθε χρόνο.
Αυξήσεις και προβλήματα
Ένας ακόμα κλάδος που αγγίζει τον τουρισμό και επηρεάζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στους Ρώσους, είναι η αεροπλοΐα.
Η απαγόρευση στα ρωσικά αεροσκάφη να πετούν πάνω από το έδαφος της ΕΕ, της Βρετανίας και των ΗΠΑ, προκαλεί μεγάλο πλήγμα στις ρωσικές αερογραμμές, ενώ από την πλευρά της η Ρωσία έχει διαγράψει από τον εθνικό της αερομεταφορέα τις περισσότερες διεθνείς πτήσεις.
Την ίδια ώρα, οι αεροπορικές εταιρείες έχουν να αντιμετωπίσουν και την αύξηση των καυσίμων, που πλέον αποτελούν πάνω από το ¼ των εξόδων τους.
Τη ακρίβεια –αυτή τη φορά σε τρόφιμα και αγαθά- έχουν να αντιμετωπίσουν τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια, τα οποία θα υποχρεωθούν να προχωρήσουν σε αυξήσεις προκειμένου να ανταπεξέλθουν στα αυξημένα κόστη.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, το Economist Intelligence Unit υποστηρίζει ότι θα σημειωθεί αύξηση 8% των καταναλωτικών δαπανών σε ξενοδοχεία και εστιατόρια στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα τα μεγέθη να φτάσουν κοντά σε επίπεδα προ πανδημίας.