Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, το Κρεμλίνο προσπάθησε να απογαλακτιστεί από τα εισαγόμενα αγαθά ώστε να ενισχύσει την οικονομία της Ρωσίας έναντι των δυτικών κυρώσεων, όμως δεν το κατάφερε. Μόνο το 2020, οι εισαγωγές αντιπροσώπευαν το 75% των μη εδώδιμων καταναλωτικών αγαθών στη ρωσική αγορά, σύμφωνα με την Ανώτατη Οικονομική Σχολή της Μόσχας.

Ο αντίκτυπος των κυρώσεων

Σήμερα η χώρα βρίσκεται ενώπιον μιας «οδυνηρής οικονομικής αναπροσαρμογής» επισημαίνει η «Wall Street Journal», καθώς οι δυτικές κυρώσεις έχουν αποκόψει τη συνδεσιμότητά της με τις παγκόσμιες αγορές. Ο αντίκτυπος στην πραγματική οικονομία είναι ανυπολόγιστος. Χιλιάδες Ρώσοι έμειναν από τη μια μέρα στην άλλη άνεργοι, αφού πάνω από 400 δυτικές εταιρείες, τεχνολογίας, ενέργειας, συναλλαγών, φαρμάκων, ένδυσης, εστίασης κ.ά., εγκατέλειψαν τη χώρα. Οι περιορισμένες τραπεζικές συναλλαγές κοστίζουν χρόνο και χρήμα, έχουν εγκλωβίσει ρώσους τουρίστες στο εξωτερικό χωρίς λειτουργικές πιστωτικές κάρτες, ενώ από τις κυρώσεις έχουν πληγεί οι μετακινήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κρατική εταιρεία Aeroflot ανέστειλε όλες τις διεθνείς πτήσεις εκτός από τη Λευκορωσία, μετά το κλείσιμο του εναέριου χώρου από ΗΠΑ, ΕΕ και Δύση. Αλλες εταιρείες έχουν περιορίσει τα δρομολόγια.

Πληθωρισμός σοβιετικού τύπου

Το φάντασμα της φτωχοποίησης επανέρχεται από ένα παρελθόν όχι πολύ μακρινό. Οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η Ρωσία μπορεί να οδηγηθεί σε έναν πληθωρισμό «σοβιετικού τύπου» όπου οι τιμές δεν αυξάνονται, όμως τα αγαθά είναι εξαφανισμένα από τα ράφια. Ηδη στις υπεραγορές παρατηρούνται ελλείψεις σε βασικά προϊόντα.

Περισσότεροι από 200.000 Ρώσοι έχουν εγκαταλείψει την πατρίδα, 80.000 πέρασαν στην Αρμενία όπου η ρωσική ομιλείται ευρέως, 30.000 στη Γεωργία, άλλοι στην Τουρκία και χώρες της Κεντρικής Ασίας ή του Καυκάσου όπου δεν απαιτείται βίζα. Το «ρωσικό brain drain», όπως το χαρακτηρίζει το BBC, αφορά ανθρώπους που έχασαν τη δουλειά τους, επαγγελματίες που μπορούν να εργαστούν από απόσταση, δημοσιογράφους, ακτιβιστές, καλλιτέχνες και Ρώσους που διαφωνούν με τον πόλεμο, φοβούνται τη δίωξη, τη στράτευση, ή όπως σχολιάζει η δημοσιογράφος Μάσα Γκέσεν στον «New Yorker», νιώθουν ότι «το να μένουν σε μια χώρα που διεξάγει πόλεμο είναι ανήθικο».

Κλίμα τρόμου και διώξεις

Οι Αρχές καλλιεργούν κλίμα τρόμου. Αστυνομικοί βρίσκονται μόνιμα σε κεντρικές πλατείες μεγαλουπόλεων ώστε να διαλύουν διαδηλώσεις ή μεμονωμένες διαμαρτυρίες, ενώ πάνω από 15.000 άνθρωποι έχουν τεθεί υπό κράτηση από την έναρξη του πολέμου. Ο Λεονίντ Ντράμπιν, διευθυντής στο ανεξάρτητο Μέσο OVD-Info, αναφέρει στο αμερικανικό δημόσιο ραδιόφωνο npr ότι «πρόκειται για βάναυσες κρατήσεις» που γίνονται σε καθεστώς τεράστιας ψυχολογικής πίεσης και μπορεί να διαρκέσουν από τρεις ώρες μέχρι έναν μήνα.

Πολλοί επιλέγουν εναλλακτικούς τρόπους διαμαρτυρίας όπως ο πιλότος της εταιρείας χαμηλού κόστους Pobeda, το βίντεο του οποίου έγινε viral στο Διαδίκτυο, όταν απευθυνόμενος στους επιβάτες είπε: «Σας ευχαριστούμε που πετάξατε με την Pobeda. Για εμένα προσωπικά, ο πόλεμος με την Ουκρανία είναι έγκλημα».

Λογοκρισία και… διορθώσεις

Η λογοκρισία καλά κρατεί στη Ρωσία και όσα εγχώρια Μέσα έχουν μείνει ανοιχτά, αποκρύπτουν την αλήθεια για τον πόλεμο. Τελευταίος επίσημος απολογισμός δόθηκε στις 25 Μαρτίου και βάσει αυτού, στην Ουκρανία έχουν σκοτωθεί 1.351 ρώσοι στρατιώτες. Προ ημερών όταν στην ιστοσελίδα της «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» γράφτηκε ότι «σύμφωνα με το ρωσικό υπουργείο Αμυνας, συνολικά 9.861 ρώσοι στρατιώτες έχουν σκοτωθεί και 16.153 τραυματιστεί στην Ουκρανία», η είδηση «διορθώθηκε», με την φιλοκυβερνητική εφημερίδα να καταγγέλλει ότι χάκερ παραβίασαν τον διακομιστή της.

Oι εξαγωγές αερίου και πετρελαίου τροφοδοτούν το καθεστώς Πούτιν

Ο κ. Κώστας Λάβδας, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, απαντά στο «Βήμα» για το πού μπορεί να οδηγήσουν οι κυρώσεις στο εσωτερικό της Ρωσίας, αλλά και για την προπαγάνδα του Πούτιν ως μοχλό νομιμοποίησής του εντός Ρωσίας:
«Οι κυρώσεις επηρεάζουν πια ένα ευρύτατο φάσμα δραστηριοτήτων και στρωμάτων στην καθημερινότητα της Ρωσίας. Αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις ούτε ότι η επιφυλακτικότητα και η αμηχανία μορφοποιούνται σε οργανωμένη αντίδραση μεγάλης κλίμακας ούτε ότι εξελίσσεται μια διάσπαση στο εσωτερικό του Κρεμλίνου. Γενικά, η επιστημονική βιβλιογραφία για τις κυρώσεις σε αυταρχικά καθεστώτα δείχνει ότι οι επιπτώσεις φαίνεται συχνά να οδηγούν σε (α) εντατικοποίηση της καταπίεσης και (β) περιχαράκωση μιας ομάδας που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο απολαμβάνει ειδική προστασία απέναντι στις επιπτώσεις των κυρώσεων. Κάποιοι ολιγάρχες εξέφρασαν δυσφορία αλλά μόνο με προσεκτικές τοποθετήσεις υπέρ της ειρήνης. Σε κάθε περίπτωση, το είδος των οικονομικών σχέσεων με το εξωτερικό αποτελεί καθοριστική συνθήκη. Στην περίπτωση της Ρωσίας, όσο οι εξαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου συνεχίζονται, το καθεστώς θα έχει δυνατότητες διαχείρισης των επιπτώσεων από τις κυρώσεις.
Η προπαγάνδα στο εσωτερικό της Ρωσίας διαμορφώνεται και εφαρμόζεται σε ένα αυταρχικό περιβάλλον ελέγχου των ΜΜΕ και των δικτύων. Σε αυτό το περιβάλλον, η προπαγάνδα αποτελεί αφενός μέσον νομιμοποίησης του καθεστώτος και αφετέρου εργαλείο ήπιας ισχύος, με την έννοια ότι το Κρεμλίνο μπορεί να παρουσιάζει και προς τα έξω ότι στηρίζεται σε ένα σχετικά αρραγές μέτωπο. Αυτό διαδραματίζει ρόλους και ως προς τους αντιπάλους της Ρωσίας και ως προς τους φίλους της. Οταν η εντύπωση του μετώπου αμφισβητηθεί, η καταπίεση αυξάνεται. Αυτό προανήγγειλε με τις δηλώσεις περί “πέμπτης φάλαγγας προδοτών” ο Πούτιν στις 16 Μαρτίου, όταν κατακεραύνωσε την “αυτοκρατορία του ψέματος” που αποτελείται από κράτη, ΜΜΕ και δυτικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης που προωθούν “αντιρωσικούς” σκοπούς».