Οι επετειακές επανεπεξεργασίες κομβικών ιστορικών γεγονότων τείνουν να επηρεάζονται όχι μόνο από τις τάσεις της έρευνας, αλλά και από το κλίμα της εποχής τους. Ενδεικτικό παράδειγμα υπήρξε την περασμένη δεκαετία η πληθωρική γραμματεία γύρω από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία συμπύκνωσε πράγματι μακρόχρονους προβληματισμούς γύρω από λιγότερο φωτισμένες όψεις της σύγκρουσης (διανοητική ιστορία, διεθνικές προσεγγίσεις, παγκόσμιες προεκτάσεις), τη διάβασε όμως και στον απόηχο της πρόσφατης οικονομικής κρίσης του 2008 και των συνεπειών της. Σημαντικά βιβλία όπως Οι Υπνοβάτες (εκδ. Αλεξάνδρεια) του Κρίστοφερ Κλαρκ και The War that Ended Peace (εκδ. Profile Books) της Μάργκαρετ Μακμίλαν στράφηκαν προς το πρόβλημα της ηγεσίας σε κρίσιμες χρονικά συγκυρίες αντιπαραβάλλοντας τους καταστροφικούς χειρισμούς του Ιουλίου του 1914 με την αμφιλεγόμενη ανταπόκριση των κυβερνήσεων στην πτώση της Lehman Brothers και την ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Κατά εξίσου ενδιαφέροντα τρόπο, και σε μια εποχή που η Ελλάδα βρέθηκε συχνά στο παγκόσμιο προσκήνιο είτε εξαιτίας των μνημονιακών αναταράξεων είτε των μεταναστευτικών ροών και της πανδημίας, ο διάλογος για την Ελληνική Επανάσταση συμπεριλαμβάνει μια ιδιαίτερα ισχυρή διάσταση της διεθνούς της σημασίας – και μάλιστα πέραν των συνήθων παραμέτρων του φιλελληνισμού ή της επίδρασής του στις εικαστικές τέχνες. Εργα όπως ο συλλογικός τόμος The Greek Revolution in the Age of Revolutions 1776-1848 (εκδ. Routledge) εγγράφουν δικαιωματικά το 1821 ως σημαίνοντα κόμβο στην ακολουθία της «Εποχής των Επαναστάσεων».

Καρπός ενός διεθνούς συνεδρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών με σημαντικούς έλληνες και ξένους ακαδημαϊκούς το οποίο προγραμματιζόταν για τον Μάρτιο του 2020, ωστόσο λόγω της πανδημίας πραγματοποιήθηκε τελικά διαδικτυακά στις 11 και 12 Μαρτίου 2021, ο τόμος αυτός εκκινεί από την περιοδολόγηση διακεκριμένων ιστορικών όπως ο Ζακ Γκοντεσό, ο Ρ. Ρ. Πάλμερ και ο Ερικ Χόμπσμπαουμ, ο οποίος το 1962 στο βιβλίο του Η Εποχή των Επαναστάσεων, 1789-1848 (εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας) διέκρινε τη διαμόρφωση ενός επαναστατικού συνεχούς με επίκεντρο τη Γαλλική και τη Βιομηχανική Επανάσταση. Ο επιμελητής της έκδοσης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Πασχάλης Κιτρομηλίδης, αναλύει στην εισαγωγή του τη διαδρομή, τον αντικατοπτρισμό και τους απόηχους των ιδεών οι οποίες από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, την Αμερικανική Επανάσταση και την τομή του 1789 «έθεσαν τον ελληνικό κόσμο σε μια τροχιά κοινωνικού μετασχηματισμού και συνειδητοποίησης που […] τον οδήγησε από έναν παρατεταμένο «μεσαιωνικό» ύπνο στον κόσμο της νεωτερικότητας». Ο Αγώνας του 1821 «αναβίωσε την Εποχή των Επαναστάσεων ενθαρρύνοντας τις ελπίδες των φιλελεύθερων και τα απανταχού εθνικά αιτήματα και προεκτείνοντάς την ως το 1848».

Σύγκριση και ανάλυση

Τρία είναι τα επίπεδα ανάλυσης κατά τον Πασχάλη Κιτρομηλίδη: συγκριτική ιστορία, τα περιφερειακά συμφραζόμενα της Ανατολικής, Νότιας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης ως φόντο του 1821 και η εμβάθυνση σε αγνοημένες πτυχές του ζητήματος. Για την οριοθέτηση του περικειμένου των επαναστάσεων καίριο είναι το κείμενο του Ντέιβιντ Α. Μπελ, ο οποίος προκρίνει τις έννοιες των «δομικών ομολογιών», της «μετάδοσης» και της «διαταραχής» ως κομβικές για την κατανόηση των δεδομένων: η πρώτη αναφέρεται στην ίδια τη συγκριτική οπτική, η δεύτερη στη διανοητική και πολιτισμική ιστορία, η τρίτη σχετίζεται με τη συγκυρία και τα γεγονότα. Δοκιμάζοντας τα αναλυτικά αυτά εργαλεία στο ελληνικό ζήτημα ο Μπελ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελληνική Επανάσταση επέτεινε τον αυτοκρατορικό ανταγωνισμό και, κατά συνέπεια, τις τεκτονικές εντάσεις που προέκυπταν από αυτόν, ενέπνευσε εθνικά κινήματα εντός και εκτός Ευρώπης και μετέβαλε την πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων από την καταστολή της ανεξαρτησίας των νέων εθνών στην εξομάλυνση της ανάδυσής τους.

Συγκριτικό χαρακτήρα έχει όμως και η ανάγνωση των επιμέρους διασυνδέσεων της Ελλάδας με την αλυσίδα της πολιτικής αναδιάταξης της εποχής. Η Αννί Ζουρντάν διερευνά τα επαναστατικά κύματα στην Ευρώπη μεταξύ 1776 και 1848, ο Χοσέ Μαρία Πορτίγιο Βαλντές παραθέτει τις επαφές Ελλάδας και Ισπανίας ως προς τη «θεωρία της χειραφέτησης» στον πρώιμο ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό, ο Τζον Ντέιβις μελετά τις νοτιοευρωπαϊκές εξεγέρσεις της τριετίας 1820-1823, ο Φραντσέσκο Σκαλόρα εντοπίζει την επίδραση του Αγώνα στη σικελική κουλτούρα και τις ιδεολογικές διεργασίες του 19ου αιώνα, ο Χάραλντ Χέπνερ αναζητεί ομοιότητες και διαφορές στην Ελληνική, τη Σερβική και τη Ρουμανική Επανάσταση, η Μαρία Ευθυμίου αντιπαραβάλλει τις σερβικές με τις ελληνικές εμφύλιες διαμάχες που εξελίχθηκαν στη διάρκεια των αντίστοιχων επαναστατικών φαινομένων, η Ολγα Κατσιαρδή-Χέρινγκ εξετάζει τις πολιτικοοικονομικές πραγματικότητες και τα ιδεολογικά οράματα που παρεμβάλλονται μεταξύ Ορλωφικών και Επανάστασης, 1770 και 1821. Τέλος, οι Κρίστοφερ Κλαρκ και Χρήστος Αλιπράντης εντοπίζουν τη συνάφεια της ελληνικής περίπτωσης με το 1848 σε μια διαδικασία «παράλληλων διακρατικών μεταφορών» που μετέδωσαν στην Ελλάδα την ευρωπαϊκή μετεπαναστατική τεχνοκρατική στροφή στη διακυβέρνηση. Μια τέτοια οπτική γωνία, σημειώνουν οι συγγραφείς, απομακρύνεται από τη συνήθη εστίαση στη διπλωματία, τη γεωπολιτική ή τη Μεγάλη Ιδέα, ενισχύοντας την πρόσληψη της Ελλάδας της περιόδου ως «ενός κράτους όπως και τα άλλα […], εγγεγραμμένου σε πρότυπα αντιγραφής και σύγκλισης των οποίων οι ορίζοντες ήταν εμφατικά ευρωπαϊκοί».

Αγνωστες πτυχές

Παρόμοιες εννοιολογήσεις μας εισάγουν στα λιγότερο ερευνημένα μονοπάτια του 1821. Πρωτότυπη οπωσδήποτε είναι η προσέγγιση της Βάσως Σειρηνίδου στο ζήτημα της δημόσιας ασφάλειας και της αστυνόμευσης, όχι μόνο γιατί διαπιστώνει την «ανάδειξη της αστυνομίας σε πολυχρηστικό εργαλείο διακυβέρνησης», αλλά και γιατί παραπέμπει σε αναλογίες (τη χρήση των καταγγελιών φρονημάτων, το αίσθημα των «επικίνδυνων τάξεων») με τη Γαλλική Επανάσταση και τη Ναπολεόντεια περίοδο. Η Τζελίνα Χαρλαύτη και η Κατερίνα Γαλάνη πραγματεύονται την ταλάντευση των ελληνικών θαλάσσιων δυνάμεων μεταξύ ιδιωτικού εμπορικού στόλου και επαναστατικού εθνικού ναυτικού. Ο Χ. Σουκρού Ιλιτζάκ επισημαίνει την κομβική σημασία της επανεπιβεβαίωσης της κεντρικής οθωμανικής εξουσίας σε βάρος των τοπαρχών στα τέλη της δεκαετίας του 1810, η οποία διέρρηξε τις διοικητικές και στρατιωτικές ισορροπίες των επαρχιών ακριβώς κατά την κρίσιμη, όπως αποδείχθηκε, στιγμή της Ελληνικής Επανάστασης.

Στις ίδιες σταθερές συγκριτικές και αναλυτικές γραμμές κινούνται και τα υπόλοιπα άρθρα του τόμου (Μίροσλαβ Σέντιβι, Αννας Καρακατσούλη, Σάιμον Ντίξον, Αννας Μαρίας Ράο, Σπύρου Βλαχόπουλου και Κωνσταντίνου Παπαγεωργίου), τα οποία ανιχνεύουν ποικίλες ενδιαφέρουσες όψεις από τη στάση της Αυστρίας, τον φιλελληνισμό και τις ελληνορωσικές σχέσεις ως τις ανταποκρίσεις των ναπολιτάνων προξένων από την απελευθερωμένη Ελλάδα, τα Συντάγματα του Αγώνα και τις ιδέες περί ελευθερίας της Επανάστασης στο πλαίσιο του νεωτερικού πολιτικού λόγου. Το σύνολο, συμπαγές και ολοκληρωμένο, δίνει μια ευκρινή εικόνα της αιχμής της ιστορικής έρευνας γύρω από το 1821.

Paschalis Kitromilides (επιμ.)

The Greek Revolution in the Age of Revolutions 1776-1848.

Reappraisals and Comparisons

Eκδόσεις Routledge, 2021, σελ. 284,

τιμή 120 στερλίνες