Η Φραντζέσκα Ντα Ρίµινι (1255 περ.-1285), μια από τις γνωστότερες ηρωίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, θυγατέρα του Γουίδο των Πολέντα, άρχοντα της Ραβέννας, παντρεύεται, λόγω πολιτικού συµφέροντος, τον Τζοβάνι Μαλατέστα, γνωστό µε το προσωνύµιο «Τζοβάνι ο χωλός», αλλά ερωτεύεται παράφορα τον αδελφό του συζύγου της, Πάολο, επίσης παντρεµένο, µε τον οποίο δημιουργεί παράνοµο ερωτικό δεσμό ωσότου ο Τζοβάνι τους ανακαλύπτει και τους σκοτώνει. Η Θεία Κωμωδία του Δάντη αποτελεί το βασικό έργο «καλλιτεχνικής μνημείωσης» της Φραντζέσκας.

Η τραγωδία σε πέντε πράξεις Francesca da Rimini (1901) του vate – αλλιώς προφήτη – της ιταλικής λογοτεχνίας Gabriele D’ Annunzio, διαδραματίζεται στην περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Κύπρο (1192-1489), κατά τη δυναστεία των Λουζινιανών. Εκτός από τη βασική ηρωίδα, αναφέρεται ο νεαρός ιστορικός βασιλιάς Ουγέττος (1253-1267) και η Σμαραγδή, μια σκλάβα από την Κύπρο ανάμεσα στις ακόλουθές της, ως στυλοβάτης της πρωταγωνίστριας. Μιλώντας με έναν έμπορο από τη Φλωρεντία, η Σμαραγδή ζητά να μάθει νέα για το νησί της, που μαστίζεται από εγκλήματα, προδοσίες, δολοπλοκίες, λοιμούς, ακρίδες, σεισμούς και γενικά από τη «δαιμονισμένη Αφροδίτη».

Η Σμαραγδή στέλνει τους χαιρετισμούς της στην αγαπημένη της πατρίδα και στο χιονισμένο Τρόοδος:

Χαιρέτισέ μου τη χιονίστρα, τ΄ ωραίο βουνό, που έχει χιόνια στην κορφή κι ελιές εις τη ρίζα του, και πιες απ΄ της Κυθραίας την πηγή
μια ρουφηξιά νερό για σένα

Η Σμαραγδή θυμάται την πατρίδα της, κάθε φορά που ποτίζει τον βασιλικό, σιγοτραγουδώντας προς τιμήν της ένα κυπριακό τραγούδι, το οποίο επαναλαμβάνει η Φραντζέσκα προσφέροντας κι αυτή ένα φύλλο βασιλικού:

Να, πάρε. Μύρισέ τον. Είναι ωραίος. Τον φύτεψε η Σμαραγδή εδώ στη γλάστρα, Θυμητάρι απ΄ την Κύπρο. Τον τραγουδάει ποτίζοντας, Και λέει: «Στη γη, στο χώμα, Βασιλικό σου στρώνω, Για να κοιμάσαι, Για να κόβης, για να μυρίζεις, κ΄ εμένα να θυμάσαι! […]»

Το στενό δέσιμο κι η αρμονική σχέση ανάμεσα στις δύο ηρωίδες είναι ολοφάνερη όταν η Φραντζέσκα αναγγέλλει στην Κύπρια ακόλουθή της ότι θα την πάρει μαζί της στο Ρίμινι:

– Και πες μου εδώ Σμαραγδή, τι θα κάμης δίχως εμέ; Τι τάχα να σου αφήσω εγώ φεύγοντας;

– Τρεις κούπες πικράδι Θέλει μ΄ αφήσης, κι εγώ πρωί πρωί θα πιω την πρώτη· τη δεύτερη, χτυπώντας μεσημέρι· και απόσπερα βράδυ, την Τρίτη.

– Τρεις κούπες πικράδι δε θα σ΄ αφήσω εγώ· γιατί μαζί μου θάρθης Σμαραγδή, στο κάστρο του Ρίμινου νασαι μαζί μου· εκεί θάχουμ΄ εμείς και παραθύρι κατά τακρογιάλι […] «[…]

– Στην Κύπρο θέλω νάμπω, στη Λεμεσό ναράξω, να βγάλω ναύτες για φιλί και κόμιδες γι΄ αγάπη!»

– Εκεί να σε πάρω μαζί μου θέλεις Σμαραγδή;

Το θέμα και την ιστορία του γνωστού τραγουδιού της «Αροδαφνούσας» αξιοποιεί ο D΄Annunzio στο έμμετρο μυθιστόρημά του, Η Πιζανέλλα (1913), δηλ. Το κορίτσι από την Πίζα που έχει μεταφράσει ο Γ. Χατζηκωστής (2001). Το έργο, επίσης αναφέρεται στο φραγκικό βασίλειο της Κύπρου, κατά τον 13ο αι. Σύμφωνα με τον Ν. Ποριώτη η υπόθεσή του στηρίζεται στο μεταβυζαντινό σύγγραμμα «Εξήγησις της γλυκείας χώρας της Κύπρου» του Λ. Μαχαιρά. Ο σπουδαίος νεοελληνιστής Bruno Lavagnini (Alle fonti della Pisanella Ovvero D’Annunzio e la Grecia moderna), εντοπίζει την έντονη επίδραση δηµοτικών τραγουδιών, αλλά και του Μαχαιρά και άλλων κυπριακών χρονικών στο έργο του D΄Annunzio.

Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής παρακμής (decadentismo) παρακολουθούμε τα αισθήματα φθόνου και εκδίκησης της βασίλισσας προς τη νεαρή απαράμιλλου κάλους ηρωίδα που θέλγει την καρδιά του βασιλιά (Πέτρος Α΄) και που εν τέλει δολοφονείται. Ο αρχικός τίτλος του έργου Το ρόδο της Κύπρου (La Rosa di Cipro) αναφέρεται στο τραγικό και μακάβριο τέλος της, καθώς συνθλίβεται μέσα σε μια αγκαλιά ρόδων, όπου την εξωθούν οι υπηρέτριες εντεταλμένες της βασίλισσας. Η βασίλισσα συμπεριφέρεται δόλια και με πλάγια μέσα: στο πρώτο συναπάντημα αποκαλεί τη ροδοστεφανωμένη ηρωίδα «γλυκιά μου».

Η ηρωίδα μόνο στο τέλος θ΄ αποκαλύψει το αληθινό της όνομα, όταν η βασίλισσα τη ρωτά επίμονα για το πώς τη μεταχειρίζεται ο βασιλιάς:

-Και ποιο όνομα σου έδωσε;

-Έρωτά μου το πρωί το απόβραδο ψυχή μου.

-Και ποιο είναι, Πιζανέλλα, τ΄ αληθινό σου όνομα;

– Κυρία, με λένε Αροδαφνούσα, μέσ΄ στο νησί της Κύπρου.

Όπως έχει υποστηριχτεί, η Πιζανέλλα είναι η ενσάρκωση και η συνέχεια της θεάς Αφροδίτης – της θεάς που δίνει αυτοστιγμεί τον έρωτα και τον θάνατο – και κατ΄ επέκταση της ίδιας της Κύπρου. Λόγω της ομορφιάς της, η Πιζανέλλα-Αροδαφνούσα πνίγεται ηδονικά μέσα σε ένα σωρό ρόδων. Έτσι και η Κύπρος, εξαιτίας των φυσικών της θελγήτρων – που παρουσιάζονται σε όλη την έκταση του έργου – και άλλων παραγόντων, αφαιμάσσεται για αιώνες από ποικιλώνυμους εχθρούς που καραδοκούν για να σφετεριστούν τα κάλλη της. Κάτι ανάλογο, δυστυχώς συμβαίνει και σήμερα με την υφιστάμενη κατοχή, ενώ οι Τούρκοι προκαλούν, καιροφυλακτώντας εσαεί ετοιμοπόλεμοι, για να κατακτήσουν ολόκληρη την αέρια, πολύπαθη νήσο.

Η κυρία Μαρία Χατζηνικόλα  είναι Φιλόλογος-εκπαιδευτικός, Υποψήφια διδάκτωρ, Πανεπιστήμιο Κύπρου.