Σταθερά στις πρώτες θέσεις κατανάλωσης παράνομων τσιγάρων βρίσκεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μια επίδοση που εκτός από τα μειωμένα κρατικά έσοδα αυξάνει και τις χαμένες θέσεις εργασίας από τη νόμιμη αλυσίδα.
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της KPMG (οι ερευνητές της ψάχνουν στα χωράφια και στα σκουπίδια για να εντοπίσουν τα παράνομα χρησιμοποιημένα πακέτα) η παράνομη αγορά τσιγάρων στην Ελλάδα το 2020 έφτασε το 22,4%, δηλαδή 1 στα 5 τσιγάρα είναι παράνομο, με τις απώλειες των κρατικών ταμείων να ανέρχονται στα 551 εκατ. ευρώ.
Τρία είναι τα είδη των παράνομων καπνικών προϊόντων: α) Τα λαθραία/παραποιημένα τσιγάρα που αντιγράφουν γνωστές μάρκες, β) τα Illicit Whites, τα τσιγάρα δηλαδή που παράγονται για παράνομη διακίνηση σε άλλες χώρες με δικές τους μάρκες και γ) ο παράνομος χύμα καπνός. Η διείσδυση των παράνομων τσιγάρων στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης είναι ραγδαία. Από το 3% της συνολικής αγοράς το 2009, έφτασαν το 22% το 2020.
Η Ελλάδα είναι κυρίως διαμετακομιστικό κέντρο του διεθνούς λαθρεμπορίου, αν και στο παρελθόν είχαν εντοπιστεί και στη χώρα μας παράνομα εργοστάσια, τα οποία σφραγίστηκαν. Τα παράνομα προϊόντα φτάνουν με πλοία-«φαντάσματα» στις ελληνικές θάλασσες και ακτές για να προωθηθούν σε αγορές της Βόρειας Ευρώπης.
Βασική αιτία του προβλήματος εκτός από την οικονομική κρίση που οδηγεί τους καπνιστές σε φθηνές λύσεις είναι η υπερφορολόγηση των νόμιμων καπνικών προϊόντων αφού το 80% της τιμής είναι Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης και ΦΠΑ. Στη διόγκωση του φαινομένου συμβάλλουν ακόμη τα υψηλά κέρδη των εγκληματικών οργανώσεων αλλά και η ελλιπής ενημέρωση της κοινής γνώμης για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του φαινομένου. Η τεχνολογία έχε τεθεί στην υπηρεσία της πάταξης του λαθρεμπορίου μέσω της ιχνηλασιμότητας με την ψηφιακή σήμανση των προϊόντων αλλά με τη μέθοδο αυτή μπορεί να χτυπηθεί το 30% των παράνομων τσιγάρων, δηλαδή των παραποιημένων και όχι των Illicit Whites.