Ποιος να το φανταζόταν ότι ορισμένοι εδώ στην Αθήνα θα έφθαναν στο σημείο να επιχαίρουν που η Βουλγαρία «το παίζει σκληρή» και εμποδίζει την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Βόρειας Μακεδονίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), ώστε να… πάρουν το αίμα τους πίσω για την «προδοτική» Συμφωνία των Πρεσπών που «τα έδωσε όλα» στους βόρειους γείτονές μας. Και αυτό με προφανή άγνοια του δύσκολου παρελθόντος και, ενίοτε, παρόντος στις ελληνοβουλγαρικές σχέσεις. Ή μήπως δεν ήταν η Σόφια εκείνη που πρώτη αναγνώρισε τη γειτονική μας χώρα ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» τον Ιανουάριο του 1992;

Υπάρχουν τέλειες συμφωνίες στη διεθνή πολιτική; Η απάντηση είναι όχι. Από την άποψη αυτή, η Συμφωνία των Πρεσπών δεν θα μπορούσε να είναι τέλεια. Είχε σκοπό να βγάλει από τη μέση ένα «αγκάθι» στην άσκηση περιφερειακής βαλκανικής πολιτικής από την Αθήνα και να ευνοήσει τη σύγκλιση αυτής της πολιτικής με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή, προωθώντας την ένταξη του περίκλειστου αυτού κράτους στο ΝΑΤΟ και βοηθώντας την προσέγγισή του με την ΕΕ. Μόνο τυφλός δεν βλέπει άλλωστε ότι τόσο η προηγούμενη όσο και η νυν κυβέρνηση των Αθηνών ευθυγραμμίζονται με την αμερικανική πολιτική στη Βαλκανική, με το μάτι στραμμένο στην άλλη πλευρά του Αιγαίου.

Αλήθεια, είναι δυνατόν ορισμένοι στην Ελλάδα να αισθάνονται απειλή από τη Βόρεια Μακεδονία; Λαμβάνει η απειλή αυτή τη μορφή της φανέλας της εθνικής ποδοσφαιρικής ομάδας, της ομοσπονδίας ποδοσφαίρου ή ενός tweet; Παραμένουμε ως έθνος τόσο ανασφαλείς, ώστε να συνεχίζουμε τη «μάχη της καρτέλας» που επί χρόνια δίναμε στους διεθνείς οργανισμούς;

Η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να δει θετικά τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οφείλει να επισημαίνει τις παραλείψεις ή τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή της, να τονίζει την ανάγκη να προχωρήσουν οι εργασίες της επιτροπής για τα σχολικά εγχειρίδια, αλλά και να μην κρύβεται πίσω από περίτεχνες «νομικές ντρίμπλες». Ισως να απαιτούνταν, προς αποφυγή παρερμηνειών, μια εξειδίκευση ορισμένων πτυχών της με πρότυπο το Μνημόνιο Εφαρμογής «Πρακτικών Μέτρων» της Ενδιάμεσης Συμφωνίας που είχαν υπογράψει οι δύο χώρες το 1995. Τι ωφελεί όμως αλήθεια (πέραν του να καθησυχαστεί το εσωκομματικό ακροατήριο) το «πάγωμα» της κύρωσης των τριών μνημονίων συνεργασίας από την ελληνική Βουλή, όταν αυτά αφορούν τομείς κρίσιμους όπως η εναέρια αστυνόμευση, η οικονομική συνεργασία και η παροχή τεχνογνωσίας για τις ενταξιακές συνομιλίες με την ΕΕ, ενώ η Αθήνα ήδη βοηθάει σε κάποιους από αυτούς τους τομείς; Μήπως θέλουμε να αναλάβει η Τουρκία την εναέρια αστυνόμευση της Βόρειας Μακεδονίας και να μην περιορίζεται στη γενναία βοήθεια που παρέχει μέσω της ΤΙΚΑ;

Οι δύο χώρες βρίσκονται κοντά στην υπογραφή συμφωνίας για την κατασκευή διασυνδετηρίου αγωγού φυσικού αερίου. Πρόκειται για έργο κρίσιμης γεωπολιτικής σημασίας. Η σχέση Αθήνας – Σκοπίων πρέπει να μπει, εκατέρωθεν, σε στέρεες βάσεις που θα επιτρέψουν στην Αθήνα να πάψει να είναι φοβική και εσωστρεφής, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την επίλυση και άλλων ζητημάτων που καθηλώνουν την ελληνική εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια, όπως η υπόθεση της αναγνώρισης του Κοσόβου. Οι απευθείας δίαυλοι επαφής υπάρχουν και πρέπει να αξιοποιηθούν.