Με αφορμή την τρέχουσα πανδημία η ιατρική και οι άνθρωποι που την υπηρετούν βρέθηκαν στο προσκήνιο της κοινωνικής ζωής και σε μια θέση καθοδηγητή του πολιτικού γίγνεσθαι. Αυτό είναι κατανοητό και αναγκαίο, καθώς όλες οι πολιτικές ηγεσίες του πλανήτη δεν ήταν προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν μια υγειονομική κατάσταση τέτοιου μεγέθους που τις αναγκάζει να θέσουν τις οικονομίες και τις κοινωνίες τους σε μια ιδιότυπη «κατάσταση πολιορκίας».

Αυτή η «προαγωγή» σε «πλοηγούς» κυβερνήσεων τους εξέθεσε σε μια κριτική, η οποία μέχρι τώρα εκφραζόταν μόνο στο επίπεδο της προσωπικής σχέσης που έχουν με τους ασθενείς τους. Ανέκαθεν η σχέση αυτή ήταν μια σχέση εμπιστοσύνης αλλά και μια σχέση εξάρτησης, μια σχέση με προστριβές, παράπονα, αισθήματα καταπίεσης ή παραμέλησης του ασθενούς, που καμιά φορά οδηγούν και σε πλήρη ρήξη.

Στη σημερινή πανδημική κατάσταση αυτή η σχέση δεν είναι πλέον περιορισμένη στο προσωπικό επίπεδο αλλά έχει γίνει κοινωνική και πολιτική. Τα μέτρα που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση της πανδημίας κατόπιν συστάσεων των ιατρών δεν αφορούν μεμονωμένα πρόσωπα, αλλά ομάδες προσώπων και τις σχέσεις τους τόσο σε διαπροσωπικό όσο σε θεσμικό επίπεδο.

Κατά συνέπεια, ακόμα και η μη άμεση επιτυχία αυτών των μέτρων καταλογίζεται στους «πλοηγούς» ιατρούς, όχι μόνο σαν προσωπική αλλά και σαν αποτυχία της «ιατρικής επιστήμης», κάτι που ενισχύει τις τάσεις δυσπιστίας απέναντι στην επιστήμη γενικότερα. Οι ιατροί από την άλλη μεριά προσπαθούν να αμυνθούν και να σώσουν την αξιοπιστία και την ισχύ των επιχειρημάτων τους επικαλούμενοι το γεγονός της σφαλερότητας της επιστήμης, κάτι που όμως δεν πρέπει να θεωρείται ότι κάνει τις επιστημονικές προτάσεις απλές γνώμες. Η επιστήμη, τονίζουν, παράγει γνώση, αληθή και αντικειμενικά ισχύουσα, που όμως μπορεί ανά πάσα στιγμή να αναιρεθεί, όμως όχι από οποιονδήποτε και με οποιονδήποτε τρόπο, αλλά μόνο από τους εξειδικευμένους και καθ’ ύλην αρμόδιους.

Σε αυτό το σημείο ανακύπτει το σοβαρό πρόβλημα ότι στα μάτια των μη επιστημονικά καταρτισμένων μόνο «ο επιστήμων», στην περίπτωσή μας ο ιατρός, έχει δικαίωμα να αμφισβητεί το περιεχόμενο των επιστημονικών προτάσεων, ενώ ο μη ιατρός πρέπει να υφίσταται αγόγγυστα τις συνέπειες, και δημιουργεί την εντύπωση ότι οι επιστήμονες ιατροί αποδεικνύουν την «ασυλία» των προτάσεών τους στην κριτική των μη επιστημόνων προϋποθέτοντάς την.

Η αιτία αυτής της σύγχυσης οφείλεται στο γεγονός ότι στη συζήτηση για την αξία της ιατρικής «επιστήμης» και τη σημασία της στη λήψη πρακτικών μέτρων που θα μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε την παρούσα υγειονομική κρίση συγχέουμε γνωσιοθεωρητικά, μεθοδολογικά και οντολογικά προβλήματα, δηλαδή προβλήματα του «θεωρητικού βίου», με τις απαιτήσεις του «πρακτικού» πολιτικού βίου και με το ανυπέρβλητο εμπόδιο της συγκυρίας και του τυχαίου, που είναι αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας.

Για να ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση πρέπει καταρχήν να θέσουμε το ερώτημα: «Είναι η ιατρική μια επιστήμη;».

Μια ορθή «αρνητική» απάντηση είναι: «Αλίμονό μας αν ήταν!».

Αυτό δεν σημαίνει ότι η ιατρική στερείται κάθε ίχνους επιστημονικότητας. Η ιατρική βασίζεται και χρησιμοποιεί επιστημονικές μεθόδους.

Το πρόβλημα με την ιατρική είναι ότι αποσκοπεί στην αλήθεια όχι σαν τελικό σκοπό αλλά σαν μέσον. Ο σκοπός της ιατρικής – τουλάχιστον κατά τον Ιπποκράτη – δεν είναι θεωρητικός, δηλαδή επιστημονικός, αλλά πρακτικός. Είναι η αποκατάσταση της υγείας.

Αυτό δεν οφείλεται ούτε στο ότι δεν υπάρχει η επιστημονική αλήθεια (υπάρχει), ούτε ότι δεν μπορεί να βρει η επιστήμη την αλήθεια (μπορεί).

Η αλήθεια όμως είναι κάτι που υπερβαίνει το εδώ και το τώρα, τα δικά μας προβλήματα και τους δικούς μας στόχους. Η αλήθεια δεν είναι μέσο, είναι σκοπός. Και μόνο επειδή είναι σκοπός μπορεί να γίνει χρήσιμη για να λύσουμε τα προβλήματα του εδώ και τώρα.

Ο προμηθεϊσμός της επιστήμης έγκειται στο γεγονός ότι αναζητεί την αλήθεια, δηλαδή το αιώνια ισχύον, με τα μέσα και υπό τις συνθήκες τού εδώ και τώρα. Η συνέπεια είναι ότι οι απαντήσεις της ισχύουν ως αληθείς πάντοτε υπό όρους. Ο πρώτος είναι να γίνονται οι σωστές ερωτήσεις, δεύτερος να μπορέσουμε να αναγάγουμε την αχρονική πραγματικότητα της αλήθειας στο φευγαλέο εδώ και τώρα. Οι απαντήσεις της επιστήμης είναι κατηγορηματικές, δηλαδή απόλυτες, μόνο σε ό,τι αφορά τη σχέση τους με την αλήθεια. Σε ό,τι αφορά τη σχέση τους με το εδώ και τώρα είναι μόνο υποθετικές, γιατί εξαρτώνται από την (υπό)θεση της ερώτησης. Η προσφυγή στη λογική που πολλοί συγχέουν με τον ορθό λόγο δεν σώζει: Οι λογικές αλήθειες ισχύουν μόνο στο μέτρο που οι προκείμενες προτάσεις τους είναι αληθείς.

Και στην πρακτική εφαρμογή τους είναι προβληματικές, γιατί είναι σε θέση να στηρίξουν ισοδύναμα αντικρουόμενες αποφάσεις επί του πρακτέου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η λήψη μιας πρακτικής απόφασης είναι άσκηση και έκφραση της ανθρώπινης ελευθερίας. Γι’ αυτό οι πρακτικές αποφάσεις δεν παίρνονται από τους επιστήμονες αλλά από αυτούς που είναι επιφορτισμένοι με τη λήψη τους και είναι διατεθειμένοι να φέρουν την ευθύνη και το βάρος της αποτυχίας – τους πολιτικούς.

Εχοντας υπόψη την πολύπλοκη σχέση μεταξύ επιστήμης, αλήθειας, πραγματικότητας και λήψης πρακτικών αποφάσεων, μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν η ιατρική είναι επιστήμη: Η ιατρική είναι κάτι περισσότερο από επιστήμη. Η ιατρική είναι η πρακτική διαχείριση της υγείας στο προσωπικό και στο πολιτικό επίπεδο της ανθρώπινης ζωής επάνω στη βάση επιστημονικών δεδομένων.

Η επιστήμη δεν στοχάζεται, ακολουθεί τους φυσικούς νόμους και είναι από τη μια μεριά εκτεθειμένη στη συγκυρία του εμπειρικού και από την άλλη είναι δέσμια του συλλογισμού. Ομως η ιατρική πρέπει να στοχάζεται, δηλαδή να κρίνει πώς θα αξιοποιήσει τις μεθόδους, τις γνώσεις και τους σκοπούς της για να υπηρετήσει τις απαιτήσεις μιας συγκεκριμένης πραγματικότητας.

Γι’ αυτόν τον λόγο η υλοποίηση των απαντήσεων της ιατρικής βασίζεται στην έκφραση της ανθρώπινης ελευθερίας και θέτει τους ιατρούς αλλά και αυτούς που θα τις υλοποιήσουν προ ευθυνών που δεν αποποιούνται με την απλή επίκληση της υποθετικότητας της επιστημονικής απάντησης.

Και πρέπει πάντοτε να έχουμε κατά νου ότι η εξάσκηση της ιατρικής εξαρτάται από τον προσδιορισμό της υγείας, κάτι που όμως δεν ανήκει στην αποκλειστική της αρμοδιότητα, αν και αυτή έχει προφανώς λόγο και ψήφο πάνω σε αυτό. Η νόσος είναι φαινόμενο της ανθρώπινης καθημερινότητας και εξαρτάται από το πώς κατανοούμε την ιδέα της υγείας. Αυτή η κατανόηση δεν ανήκει στην επιστημονική γνώση, αλλά στην ηθική μας αντίληψη. Στη διαμόρφωση της οποίας συμβάλλει η ιατρική.

Αλλά ως λειτούργημα και όχι ως επιστήμη.

Ο κ. Νίκος Ψαρρός είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας.