Την ώρα που στις περισσότερες χώρες προκαλεί άγχος το επερχόμενο άνοιγμα των σχολικών αιθουσών, το Ισραήλ έγινε μια από τις πρώτες χώρες που το έκανε πράξη επιδεικνύοντας άθελά του τους κινδύνους που εγκυμονούν τέτοιες πρόωρες και βιαστικές κινήσεις.

Οδηγούμενη από την πεποίθηση ότι ο κορωνοϊός έχει νικηθεί αλλά και από την απελπισία επανεκκίνησης μιας κατεστραμμένης οικονομίας η ισραηλινή κυβέρνηση αποφάσισε την επιστροφή όλων των μαθητών στα σχολεία γύρω στα τέλη Μαΐου.

Παρόλα αυτά μέσα σε λίγες μέρες, οι πρώτες λοιμώξεις επιβεβαιώθηκαν σε λύκειο της Ιερουσαλήμ, στο οποίο ο ιός επεκτάθηκε γρήγορα καθιστώντας τη συγκεκριμένη επιδημία ως τη μεγαλύτερη που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ένα σχολείο όχι μόνο στο Ισραήλ αλλά πιθανότατα και στον κόσμο.

Ο ιός μεταδόθηκε από το σχολείο στα σπίτια των μαθητών και στη συνέχεια σε άλλα σχολεία και γειτονιές μολύνοντας ταυτόχρονα εκατοντάδες άλλους μαθητές, δασκάλους και συγγενείς. Η έξαρση της επιδημίας ανάγκασε εκατοντάδες σχολεία να κλείσουν σε όλη τη χώρα, ενώ δεκάδες χιλιάδες μαθητές και καθηγητές μπήκαν σε καραντίνα.

Μια μεγάλη αποτυχία

«Σίγουρα δεν πρέπει να κάνουν ό, τι κάναμε εμείς», δηλώνει ο Eli Waxman, καθηγητής στο Ινστιτούτο Επιστημών Weizmann και πρόεδρος της συμβουλετικής ομάδας για την πανδημία στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Ισραήλ. «Ήταν μια μεγάλη αποτυχία». Το μάθημα που πρέπει να πάρουμε από αυτό, λένε οι ειδικοί, είναι ότι ακόμη και οι κοινότητες στις οποίες η εξάπλωση του ιού φαίνεται να είναι υπό έλεγχο θα πρέπει να λάβουν αυστηρές προφυλάξεις κατά το άνοιγμα των σχολείων. Η τοποθέτηση λιγότερων μαθητών ανά αίθουσα, η χρήση μάσκας, η τήρηση αποστάσεων ανάμεσα στα θρανία και η σωστή λειτουργία του εξαερισμού θεωρούνται ζωτικής σημασίας έως ότου βρεθεί το εμβόλιο.

«Εάν υπάρχει μικρός αριθμός κρουσμάτων, υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι η ασθένεια έχει τελειώσει», δήλωσε ο Δρ Hagai Levine, καθηγητής επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Εβραϊκού Πανεπιστημίου-Hadassah. «Το λάθος στο Ισραήλ», συνέχισε, «είναι ότι υπάρχει η δυνατότητα να ανοίξει το εκπαιδευτικό σύστημα, όμως αυτό πρέπει να γίνει σταδιακά, θέτοντας συγκεκριμένα όρια και πρέπει να γίνει με πολύ προσεκτικό τρόπο».

Η συνταγή που ακολούθησε το Ισραήλ για τον χειρισμό της πανδημίας θεωρήθηκε επιτυχημένη στην αρχή. Συγκεκριμένα, στα μέσα Μαρτίου, η χώρα των εννέα εκατομμυρίων έκλεισε εγκαίρως τα σύνορά και τα σχολεία της , εισήγαγε εξναποστάσεως διδασκαλία για τους δύο εκατομμύρια μαθητές της, ενώ τον Απρίλιο οι μεγάλες θρησκευτικές γιορτές των Ισραηλινών, το Πάσχα και το Ραμαζάνι, γιορτάστηκαν εν μέσω lockdown.

Στις αρχές Μαΐου για πρώτη φορά, τα καταγεγραμμένα κρούσματα έφτασαν σε διψήφιο αριθμό την ώρα που κατά την έξαρση της πανδημίας μετρούσαν στο Ισραήλ περίπου 750 επιβεβαιωμένα κρούσματα ημερησίως. Τα νέα δεδομένα άνοιξαν το δρόμο για την επιστροφή στις τάξεις με τους μαθητές να επιστρέφουν σε μικρότερα τμήματα.

Η λάθος κίνηση

Στη συνέχεια, στις 17 Μαΐου ορκίστηκε νέα κυβέρνηση, η οποία αφορμώμενη από την πτώση του ποσοστού των μολύνσεων ανακοίνωσε το άνοιγμα των σχολείων. Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου υποσχέθηκε ότι με τον νέο προϋπολογισμό θα δημιουργηθούν και νέες θέσεις εργασίας, ενώ ο νέος υπουργός παιδείας, Yoav Gallant, χαρακτήρισε ως «άμεση αποστολή» του εκπαιδευτικού συστήματος την επιστροφή των γονέων στις δουλειές τους.

Εμπορικά κέντρα, υπαίθριες αγορές και γυμναστήρια είχαν ήδη ανοίξει ξανά, ενώ δεν άργησε να ξεκινήσει και η επαναλειτουργία χώρων λατρείας, εστιατορίων, μπαρ και ξενοδοχείων. Ο κ. Νετανιάχου παρότρυνε τους Ισραηλινούς να «βγουν έξω και να περάσουν καλά», λαμβάνοντας υπόψη τα προληπτικά μέτρα.

Ωστόσο, η κίνηση αυτή, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, ήταν απερίσκεπτη. Αναλυτικά, την ίδια μέρα στο ιστορικό σχολείο Gymnasia Ha’ivrit της Ιερουσαλήμ ένας μαθητής διαγνώσθηκε θετικός στον κορωνοϊό, ενώ την επόμενη μέρα το σχολείο επιβεβαίωσε ένα ακόμη κρούσμα. Τελικός απολογισμός από το ξέσπασμα της επιδημίας στο σχολείο ήταν 154 μαθητές και 26 άτομα του προσωπικού να βρεθούν θετικά στον Covid-19. «Επικρατούσε μια γενική ευφορία, μια αίσθηση ότι είχαμε αντιμετωπίσει το πρώτο κύμα επιτυχώς και ότι όλα πλέον ήταν παρελθόν», δήλωσε ο Danniel Leibovitch, διευθυντής του λυκείου. «Φυσικά, αυτό δεν ήταν αλήθεια».

Όταν έγινε γνωστό το πρώτο κρούσμα, οι μαθητές, οι δάσκαλοι και όλα τα άτομα με τα οποία είχε έρθει σε επαφή ο μολυσμένος μαθητής μπήκαν σε καραντίνα. Μετά και το δεύτερο κρούσμα, το οποίο δεν ήταν άμεσα συνδεδεμένο με το πρώτο, αποφασίστηκε το κλείσιμο του σχολείου, ενώ σε όλους δόθηκε εντολή καραντίνας για δύο εβδομάδες. Επιπλέον, τεστ επιβλήθηκαν σε όλους τους μαθητές και το προσωπικό του σχολείου με τα αποτελέσματα να δείχνουν πως περίπου το 60% των μαθητών που νοσούσαν ήταν ασυμπτωματικοί. Οι δάσκαλοι, από την άλλη, έδειξαν σοβαρότερα συμπτώματα και μερικοί νοσηλεύτηκαν.

Ανεφάρμοστα μέτρα

Στην προσπάθεια περιορισμού της μετάδοσης του ιού, το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε το κλείσιμο όλων των σχολείων όπου καταγράφονταν κρούσματα Covid-19. Τελικά λουκέτο μπήκε σε περισσότερα από 240 σχολεία, ενώ παράλληλα επιβλήθηκε καραντίνα σε περισσότερους από 22.520 εκπαιδευτικούς και μαθητές. Με το τέλος της σχολικής χρονιάς στα τέλη Ιουνίου το υπουργείο ανακοίνωσε ότι 977 μαθητές και δάσκαλοι είχαν έρθει συνολικά σε επαφή με τον ιό. Παρόλα αυτά το Υπουργείο Υγείας, ελλείψει πόρων και υποδομών, δεν έδωσε προτεραιότητα στον εντοπισμό των επαφών.

Στη συνέχεια, το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε τις εξής οδηγίες ασφαλείας: Οι μαθητές που φοιτούσαν στην τετάρτη τάξη και πάνω έπρεπε να φορούν μάσκα, τα παράθυρα έπρεπε να παραμένουν ανοιχτά, το πλύσιμο των χεριών προβλεπόταν να είναι τακτικό, ενώ η τήρηση των αποστάσεων ήταν υποχρεωτική όπου αυτό ήταν εφικτό.

Ωστόσο, σε πολλά σχολεία του Ισραήλ τα μέτρα ήταν αδύνατο να τηρηθούν, καθώς τμήματα με 38 παιδιά αναγκάζονταν να χωρέσουν σε τάξεις των 46 τ.μ. καθιστώντας αδύνατη την τήρηση των αποστάσεων. Με τη συμμόρφωση στους κανόνες να αποδεικνύεται ανέφικτη, οι τοπικές αρχές είτε τους αγνόησαν εντελώς είτε αποφάσισαν να ανοίξουν τα σχολεία με περιορισμένη χωρητικότητα.

Έπειτα, και υπό την απειλή του κορωνοϊού, ένα μεγάλο κύμα καύσωνα «χτύπησε» τη χώρα εκείνες τις μέρες. Οι γονείς παραπονέθηκαν ότι το μάθημα γινόταν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, καθώς τα παιδιά αναγκάζονταν, σύμφωνα με τα μέτρα, να φορούν μάσκες σε αίθουσες με ανοιχτά παράθυρα όπου δε λειτουργούσε κλιματισμός. Προς απάντηση, η κυβέρνηση απαγόρευσε σε όλους να φορούν μάσκες για τέσσερις ημέρες, ενώ τα μαθήματα συνεχίστηκαν με κλειστά παράθυρα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς η απόφαση αυτή αποδείχθηκε καταστροφική. «Αντί να κλείσουν τα σχολεία εκείνες τις μέρες, απλώς είπαν στα παιδιά: « Τώρα, πρέπει να παραμείνετε στις τάξεις με το κλιματιστικό ανοιχτό και να βγάλετε τις μάσκες σας», δεν λειτουργεί έτσι ο εξαερισμός », είπε ο Δρ Ronit Calderon. -Margalit, καθηγητής επιδημιολογίας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο-Hadassah Braun. « Αυτές οι συνθήκες είναι ιδανικές για έξαρση», τονίζει. 

Πέρα από το σχολικό περιβάλλον, η πανδημία επέστρεψε σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας των Ισραηλινών με τις επιβεβαιωμένες λοιμώξεις έως και τα τέλη του Ιουνίου να φτάνουν περίπου τις 800 την ημέρα , ενώ μέχρι τα τέλη Ιουλίου αυξήθηκαν ξεπερνώντας τις 2.000 ημερησίως.

Κάποιοι θεώρησαν πως το βιαστικό άνοιγμα των σχολείων ήταν και ο σημαντικότερος παράγοντας που οδήγησε στο δεύτερο κύμα. Για παράδειγμα ο Siegal Sadetzki, ο οποίος απογοητευμένος παραιτήθηκε τον περασμένο μήνα από τη θέση του διευθυντή των υπηρεσιών δημόσιας υγείας του Ισραήλ, έγραψε ότι οι ανεπαρκείς προφυλάξεις στα σχολεία, καθώς και οι μεγάλες συγκεντρώσεις όπως οι γάμοι, πυροδότησαν «σε μεγάλο βαθμό» την εξάπλωση του δεύτερου κύματος.

Άλλοι υποστήριξαν ότι τα σχολεία δεν ήταν το κατεξοχήν πρόβλημα, καθώς όλα «ξανάνοιξαν» πολύ γρήγορα. « Το μοναδικό αυτό ξέσπασμα στη Gymnasia απλά έτυχε να λαμβάνει χώρα σε σχολείο», δήλωσε ο Δρ Ran Balicer, ισραηλινός αξιωματούχος υγειονομικής περίθαλψης και σύμβουλος του πρωθυπουργού για την πανδημία. «Θα μπορούσε να είχε συμβεί σε οποιοδήποτε άλλο περιβάλλον».

Ποιες προτάσεις είναι τώρα στο «τραπέζι»

Πλέον το Ισραήλ, βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με τις υπόλοιπες χώρες κι έχοντας μάθει από τα λάθη του, αναζητεί τον τρόπο που θα επιτρέψει στη σχολική χρονιά να κυλήσει ομαλά ακολουθώντας τις οδηγίες των ειδικών για το άνοιγμα των σχολείων. Πιο αναλυτικά, προτείνεται η δημιουργία τμημάτων που θα περιλαμβάνουν 10 έως 15 μαθητές ανά τάξη, ενώ διαφορετικός καθηγητής προβλέπεται να διδάσκει στο κάθε τμήμα περιορίζοντας έτσι την επαφή του ενός τμήματος με το άλλο. Επίσης, σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί κρούσμα Covid-19, το τμήμα στο οποίο εντοπίστηκε μολυσμένο άτομο θα πρέπει να υποβληθεί σε καραντίνα, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα θα μπορούν να συνεχίσουν κανονικά τα μαθήματα.

Άλλες βασικές συστάσεις περιλαμβάνουν την εξ αποστάσεως διδασκαλία μεγαλύτερων μαθητών, τη διατήρηση αποστάσεων ανάμεσα στα γραφεία, τη συχνή απολύμανση των τάξεων, την παροχή εξαερισμού ή το άνοιγμα παραθύρων εάν αυτό καθίσταται εφικτό, και, τέλος, την υποχρεωτική χρήση μάσκας για το προσωπικό και τους μαθητές.
Το Ισραήλ φαίνεται ήδη να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση με την κυβέρνηση να εγκρίνει σχέδια επιστροφής μόνο των μικρότερων τάξεων σε αίθουσες πλήρους χωρητικότητας. Το σχέδιο αυτό στηρίζεται στις έρευνες που λένε ότι τα μικρότερα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να νοσήσουν σοβαρά ή να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους. Αντίθετα, για τους μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων προβλέπονται τμήματα που να μην ξεπερνούν τους 18 μαθητές, ενώ προτείνονται ως επί το πλείστον διαδικτυακές παραδόσεις μαθημάτων. Ωστόσο, τον πρώτο λόγο στις αποφάσεις για τον τρόπο λειτουργίας του εκάστοτε σχολείου θα έχει ο κάθε διευθυντής λαμβάνοντας υπόψη τις εκάστοτε συνθήκες.

Ακόμη και αν αυτά τα μέτρα δεν είναι αρκετά το άνοιγμα των σχολείων στο Ισραήλ μοιάζει να είναι μονόδρομος , ακριβώς γιατί, όπως υπογραμμίζει και ο Δρ. Nadav Davidovitch, σύμβουλος για την πανδημία στην κυβέρνηση, «αυτή είναι μια μακροπρόθεσμη πανδημία, δεν μπορούμε να κλείσουμε σχολεία για ένα χρόνο». Με το ενδεχόμενο να κλείσουν τα σχολεία να έχει αποκλειστεί ο χρόνος φτάνει να μας δείξει, τελικά, ποιά θα είναι η σωστή στρατηγική για το άνοιγμά τους.