Ο Κ. Γαβρόγλου ανήκει στα στελέχη της ανανεωτικής Αριστεράς που «μπολιάστηκαν» πολιτικά και ιδεολογικά από την ιστορική διάσπαση του ΚΚΕ το 1968. Γέννημα-θρέμμα του ΚΚΕ Εσωτερικού, το οποίο προέκυψε από το σχίσμα στη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ που δίχασε κάθετα το κομμουνιστικό κίνημα της χώρας, δεν έκρυψε ποτέ τις καταβολές του, για τις οποίες πάντα καμάρωνε.

Ακόμα και στην τελετή παράδοσης-παραλαβής στο υπουργείο Παιδείας τον Νοέμβριο του 2016, αναλαμβάνοντας τα νέα του καθήκοντα μετά την αποπομπή Φίλη με «χορηγό» τον Π. Καμμένο, ο κ. Γαβρόγλου είχε εκπλήξει το ακροατήριό του δηλώνοντας ότι στη διαμόρφωση της δικής του πολιτικής κουλτούρας έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο κάποιοι άνθρωποι: «Θέλω να αναφέρω το μεγάλο χρέος που έχω στον Μπάμπη Δρακόπουλο, τον επικεφαλής του εγχειρήματος της Αριστεράς με δημοκρατία και σοσιαλισμό, που στα μαύρα χρόνια της χούντας το 1968 αποφάσισε να συγκρουστεί με το ιερατείο του ΚΚΕ»!

Δεν ήταν η πρώτη φορά

Η σφοδρή αντιπαράθεσή του προ ημερών στη Βουλή με τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για το νέο σύστημα διορισμού καθηγητών είχε κάτι από το τραυματικό παρελθόν της διαμάχης μεταξύ του ΚΚΕ και του πάλαι ποτέ ΚΚΕ Εσωτερικού.

Δεν ήταν η πρώτη φορά άλλωστε που δεν έκρυψε την ενόχλησή του για την κριτική που του ασκεί ο Περισσός. Τον περασμένο Νοέμβριο είχε επιτεθεί στον βουλευτή του κόμματος Ν. Μωραΐτη με αφορμή την κατάληψη του Εργατικού Κέντρου Κέρκυρας όπου ήταν προγραμματισμένη ομιλία του για τις αλλαγές στο Λύκειο. «Ξέρετε ότι αυτά στην ιστορία του κόμματός σας είναι πράγματα εξαιρετικά προβληματικά και ακόμη τα πληρώνει η Αριστερά. Τα πληρώνει και η δική μας Αριστερά» είχε πει τότε οργισμένος.

«Θυσίες και αγριότητες»

Δεν έχει κρύψει άλλωστε, όπως έγραφε το 2008 με αφορμή τα 40 χρόνια από τη διάσπαση του ΚΚΕ, ότι «όσοι αρνήθηκαν να συνδιαλλαγούν και να συνθηκολογήσουν με τις απαιτήσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ λίγο πριν τη 12η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής, στη διάρκειά της και μετά, έχουν, ιστορικά, δικαιωθεί όχι μόνο πολιτικά αλλά και ηθικά». «Οσοι αντιτάχθηκαν στη 12η Ολομέλεια γνώριζαν πολύ καλά τις απίστευτες προσωπικές θυσίες και τις αγριότητες που θα ακολουθούσαν για τον καθένα και καθεμιά ξεχωριστά» σημείωνε αποτυπώνοντας με τον τρόπο του τη βαθιά επιρροή που του ασκούν τα τραυματικά εκείνα γεγονότα.

Εκτός από τον Δρακόπουλο, εκ των πρωτεργατών της ρήξης με την ηγεσία του ΚΚΕ, ο κ. Γαβρόγλου οφείλει πολλά, όπως έχει πει, και στον Τ. Μπενά, επίσης εκ των ιδρυτικών στελεχών του ΚΚΕ Εσωτερικού (ήταν με τον Δρακόπουλο, τον Μπριλλάκη, τον Καρρά κ.ά. στο «γραφείο εσωτερικού» της ΚΕ του ΚΚΕ, που συντάχθηκε με τους Παρτσαλίδη, Ζωγράφο και Δημητρίου όταν συγκρούστηκαν στην ιστορική Ολομέλεια με την κολιγιαννική ηγεσία), αλλά και στον Γιάννη Μπανιά, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Εσ. και διάδοχο του Λεωνίδα Κύρκου, τον οποίο ακολούθησε μετά τη διάσπαση του 1987 στο ΚΚΕ Εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά και κατόπιν στην ΑΚΟΑ, για να βρεθεί και αυτός αργότερα στον ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβερνητική εξουσία, όπως πλήθος στελεχών εκείνης της «φουρνιάς» (Βούτσης, Φλαμπουράρης, Φίλης, Σκουρλέτης, Φωτίου, Μπαλτάς, Γεροβασίλη, Κοντονής, Μπαλαούρας, Μανιός και πολλοί άλλοι).

Η «αντιπάθεια»

Από την πρώτη στιγμή που τοποθετήθηκε στο υπουργείο Παιδείας, ο Περισσός δεν έκρυψε την «αντιπάθειά» του για τον κ. Γαβρόγλου, η οποία βεβαίως βασίζεται στη ριζική πολιτική και ιδεολογική απόσταση του ΚΚΕ από τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβερνητική πολιτική. Απλώς στην περίπτωσή του υπάρχει και το επιπλέον στοιχείο μιας υποσυνείδητης προδιάθεσης που εδράζεται στα τραύματα του παρελθόντος. Για το ΚΚΕ από την αρχή που ανέλαβε είχε καταστεί σαφές ότι «κανείς δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες για το τι μέλλει γενέσθαι με υπουργό Παιδείας τον κ. Γαβρόγλου».

Αυτό άλλωστε φάνηκε και από τη σφοδρή πολιτική κριτική που του άσκησε ο κ. Κουτσούμπας, ο οποίος δεν έκρυψε την ενόχλησή του για το δηκτικό πνεύμα του υπουργού Παιδείας, ο οποίος τον ρώτησε ποιο σύστημα προκρίνει το κόμμα του για τον διορισμό των εκπαιδευτικών (το ΚΚΕ ζήτησε να διοριστούν 30.000 για να καλυφθούν τα κενά, ενώ η κυβέρνηση αποφάσισε τον μόνιμο διορισμό 15.000 σε βάθος τριετίας).

«Αυτό το αθώο υφάκι που χρησιμοποιεί συνήθως ο κ. υπουργός Παιδείας καλά θα κάνει να το αλλάξει γιατί δεν τον τιμά» είπε ο γραμματέας του ΚΚΕ, τονίζοντας ότι «είναι προτιμότερο με αυστηρότητα να κάνει κριτικές παρατηρήσεις όπου διαφωνεί και να λέει την άποψή του ντόμπρα και σταράτα και όχι να παριστάνει πως δεν καταλαβαίνει». «Είναι γνωστή αυτή η τακτική. Να είστε λοιπόν πιο προσεκτικοί για το ΚΚΕ και αυτά που λέει και να ανοίγετε περισσότερο τα αφτιά σας. Να μελετάτε την κριτική που σας κάνουμε, να μελετάτε τις προτάσεις και έτσι να πορεύεστε από εδώ και πέρα. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλη ανοχή σε αυτά» του είπε πυροδοτώντας την ενόχλησή του.

Το αθώο υφάκι

«Παρ’ όλο που με παρακάλεσε ο κ. Κουτσούμπας, με έναν δικό του τρόπο, να αφήσω το αθώο υφάκι, εγώ θα το έχω» του είπε ο κ. Γαβρόγλου, με τον γραμματέα του ΚΚΕ να επανέρχεται: «Με συγκεκριμένο ύφος σάς το είπα. Δεν σας το είπα με περίεργο (σ.σ.: ύφος)». «Μου είπατε με συγκεκριμένο ύφος να αφήσω το συγκεκριμένο υφάκι μου. Αφήστε λοιπόν ο καθένας να συμπεριφέρεται όπως ο ίδιος νομίζει. Είναι μια ελευθερία που την έχουμε κατακτήσει, ξέρετε, εδώ. Δεν ξέρω αν είναι κατακτημένη αυτή αλλού. Αλλά είναι κατακτημένη ελευθερία ο καθένας να μιλάει με το δικό του υφάκι» σχολίασε υπαινικτικά ο υπουργός Παιδείας, το φαινομενικά μειλίχιο ύφος του οποίου εκνεύρισε τον κ. Κουτσούμπα: «Ακόμα ψάχνουμε να βρούμε τους διορισμούς, για να δούμε δηλαδή ποιος είναι σοβαρός και ποιος είναι πραγματικά γελοίος εδώ μέσα, κύριε υπουργέ της αμάθειας και των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων» του είπε κάποια στιγμή, με τον κ. Γαβρόγλου να του διαμηνύει ότι δεν θα προστάζει να αλλάξουν υφάκι οι άλλοι. «Αυτό είναι άλλων εποχών» του είπε, παραπέμποντας για άλλη μια φορά στο παρελθόν των ταραγμένων σχέσεων με το ΚΚΕ, για το οποίο πάντως έχει αναγνωρίσει ότι στη διαμάχη με το ΚΚΕ Εσωτερικού «οι δυνάμεις του κατάφεραν να κυριαρχήσουν παρά τον δογματισμό τους». Εχει διαπιστώσει άλλωστε ότι «τελικά το ΚΚΕ Εσωτ. έγινε ένα κόμμα που όλοι συμπαθούσαν και κανείς δεν υποστήριζε», παρά τη μεγάλη συμβολή του στη διαμόρφωση και συγκρότηση του χώρου της ανανεωτικής Αριστεράς.