Η κεντρική βάση των πολιτικών της Δύσης είναι γνωστή ως το πεδίο του ρεαλισμού, του ήρεμου λόγου και της εξέλιξης, όπου οι πολιτικοί δρώντες αποφεύγουν τα άκρα και αναζητούν συμβιβασμούς. Λόγω του ότι οι πολιτικοί του Κέντρου είναι δύσπιστοι έναντι της μεγαλόφωνης και διχαστικής ρητορικής, έχουν υιοθετήσει μια αφ’ υψηλού θέαση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο πολιτικός κόσμος.
Τώρα έχουν κατακλυστεί. Ο λαϊκισμός της Δεξιάς και της Αριστεράς είναι αχαλίνωτος. Οι παλιοί κανόνες δεν ισχύουν πια. Διατυπώσεις που θα είχαν αποκλείσει έναν υποψήφιο πριν από μερικά χρόνια αποτελούν, πλέον, διαβατήριο για την καρδιά των ψηφοφόρων. Οι πολιτικές θέσεις που θεωρούνταν παλιότερα ως κυρίαρχα ρεύματα χλευάζονται και εκείνες που θεωρούνταν εξωπραγματικές σήμερα χρησιμοποιούνται ευρέως. Και οι πολιτικές συμμαχίες που είχαν διαρκέσει για έναν αιώνα ή περισσότερο διαλύονται εξαιτίας των βαθιών κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών αλλαγών.
Η Δεξιά έχει διαρραγεί. Το κυρίαρχο αίσθημα είναι αυτό του εθνικισμού, της εναντίωσης στη μετανάστευση και συχνά του προστατευτισμού, γεγονός που δημιουργεί την ανάδυση μιας νέας συμμαχίας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι παραδοσιακοί υποστηρικτές των Εργατικών στις παλιές βιομηχανικές κοινότητες, οι εύποροι που αξιώνουν απορρύθμιση και οι επιχειρηματίες ενώνονται στη βάση τού ότι δεν τους αρέσουν ο τρόπος με τον οποίο ο κόσμος αλλάζει και η «πολιτική ορθότητα». Το εάν αυτός ο συνασπισμός και παρόμοια σχήματα σε άλλες χώρες μπορούν να επιβιώσουν από τις εγγενείς οικονομικές αντιφάσεις είναι ασαφές, ωστόσο δεν θα υποτιμούσε τη συνεκτική δύναμη μιας κοινής αίσθησης πολιτιστικής αποξένωσης.
Αλλά, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει από τις διαμάχες στους κόλπους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Συντηρητικό Κόμμα στη Βρετανία και σε όλη την Ευρώπη, ένα σημαντικό μέρος της Δεξιάς εξακολουθεί να θεωρεί τον εαυτό του ως υπερασπιστή του ελεύθερου εμπορίου, των ανοιχτών αγορών και τη μετανάστευση ως θετική δύναμη.
Η Αριστερά διασπάται επίσης. Ενα μέρος της μετακινείται σε μια πολύ πιο παραδοσιακή κρατικιστική θέση όσον αφορά την οικονομική πολιτική και σε μια μορφή πολιτικής ταυτότητας που είναι πολύ πιο ριζοσπαστική όσον αφορά τους πολιτιστικούς κανόνες. Το άλλο μέρος μένει προσκολλημένο σε μια προσπάθεια να υπάρξει ένα ενοποιητικό εθνικό αφήγημα γύρω από τις έννοιες της κοινωνικής δικαιοσύνης και της οικονομικής προόδου.
Φυσικά, αυτά που κάποτε ονομάζονταν κυρίαρχα ρεύματα τόσο στην Αριστερά όσο και στη Δεξιά θα μπορούσαν να ανακτήσουν τον έλεγχο των αντίστοιχων πολιτικών κομμάτων τους. Προς το παρόν, ωστόσο, τα άκρα ηγούνται, αφήνοντας πολλούς –κοινωνικά φιλελεύθερους και υπέρμαχους μιας ανταγωνιστικής οικονομίας της αγοράς πλάι σε σύγχρονες μορφές συλλογικής δράσης –χωρίς πολιτική στέγη.
Είναι κάτι το προσωρινό ή βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής;
Η παγκοσμιοποίηση είναι αυτή που αλλάζει την πολιτική. Ο πραγματικός διαχωρισμός σήμερα είναι μεταξύ εκείνων που θεωρούν την παγκοσμιοποίηση ουσιαστικά ως μια ευκαιρία που έχει ρίσκα, τα οποία πρέπει να μετριαστούν, και εκείνων που πιστεύουν ότι, παρά τα προφανή πλεονεκτήματα, η παγκοσμιοποίηση καταστρέφει τον τρόπο ζωής μας και πρέπει να περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό.
Αρκετές φορές αυτό το έχω χαρακτηρίσει ως τη διαφορά ανάμεσα σε μια «ανοιχτή» και μια «κλειστή» θέαση του κόσμου. Αλλά ενώ η γλώσσα αυτή καταγράφει μερικώς την ουσία της διαφοράς, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι ανεπαρκής, διότι δεν σέβεται όσο θα έπρεπε την αίσθηση ότι οι πρωτοπόροι της παγκοσμιοποίησης αγνοούν πραγματικά προβλήματα του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το δημιούργημά τους.
Ο κίνδυνος της πολιτικής στη Δύση έγκειται στο ότι, χωρίς ένα ευρύ και σταθερό Κέντρο, τα δυο άκρα συναντώνται σε μια ασυμβίβαστη αντιπαράθεση. Ο βαθμός πόλωσης τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι τρομακτικός. Και στις δύο περιπτώσεις το κοινό χωρίζεται σε δύο έθνη που δεν σκέφτονται το ένα όπως το άλλο, δεν εργάζονται το ένα με το άλλο ή όντως δεν συμπαθούν το ένα το άλλο.
Αυτό είναι επικίνδυνο διότι, εάν συνεχιστεί, η δημοκρατία θα χάσει την ελκυστικότητά της. Η κυβέρνηση θα παραλύσει. Το μοντέλο του ισχυρού άνδρα θα γίνει ελκυστικό. Οταν τα πολιτικά και οικονομικά μας συστήματα μετατρέπονται σε έναν ανταγωνισμό που κυριαρχείται από τη νοοτροπία «ο νικητής τα παίρνει όλα», οι νικητές κάποια στιγμή αρχίζουν να θεωρούν τους ηττημένους ως εχθρούς και όχι ως αντιπάλους.
Η δημοκρατία έχει πνεύμα, όχι μόνο μορφή, και το σημερινό επίπεδο πόλωσης είναι ασυμβίβαστο με αυτό. Για αυτό χρειαζόμαστε μια νέα πολιτική που θα επιδιώκει να χτίζει γέφυρες και να φέρνει τους ανθρώπους κοντά, μια πολιτική που διαφέρει από την πολιτική του Κέντρου τού χθες σε δύο σημεία.
Πρώτον, πρέπει να κατανοήσουμε την ανάγκη για ριζικές αλλαγές, όχι μόνο για μεταρρυθμίσεις σε βάθος χρόνου. Η τεχνολογία από μόνη της θα μεταμορφώσει τον τρόπο που ζούμε, εργαζόμαστε και σκεπτόμαστε. Πρέπει να δείξουμε σε αυτούς που έχουν μείνει πίσω αυτό το αίσθημα που έχει μείνει πίσω, ότι υπάρχει ένας τρόπος μέσα από την πρόκληση της αλλαγής και ότι αυτός μεταμορφώνει. Και πρέπει να απαντήσουμε στις εύλογες ανησυχίες για ζητήματα όπως η μετανάστευση, τα οποία είναι σύνθετα και πολυεπίπεδα και δεν πρέπει να απορρίπτονται ως γκρίνια από «αξιοθρήνητους εθνικιστές».
Με άλλα λόγια, πρέπει να δείξουμε ότι έχουμε αφουγκραστεί την εύλογη αίσθηση της αδικίας σχετικά με ορισμένες πτυχές της παγκοσμιοποίησης.
Δεύτερον, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η σύγχρονη πολιτική δεν λειτουργεί επαρκώς για να αντιμετωπίσει την πρόκληση. Ενόσω οι πολιτικοί που καταλαμβάνουν το κέντρο στα παραδοσιακά κόμματα θεωρούν ταμπού να συνεργάζονται μεταξύ τους, είναι αναποτελεσματικοί, ανίκανοι να πουν αυτό που πραγματικά πιστεύουν και ανίκανοι να εκπροσωπήσουν εκείνους που έχουν άμεση ανάγκη να εκπροσωπηθούν.
Με έναν λόγο σήμερα, αυτή η επανάσταση είναι πάρα πολύ στο «πνεύμα της εποχής» για να αφεθεί στα χέρια των ακραίων. Το Κέντρο θα πρέπει επίσης να καταστεί ικανό να ανατρέψει το status quo.
Ο κ. Τόνι Μπλερ είναι πρώην πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου από το 1997 έως το 2007, πρόεδρος της «Πρωτοβουλίας για τη διακυβέρνηση στην Αφρική».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ